ερωτισμος etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster
ερωτισμος etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster

11 Şubat 2015 Çarşamba

Ο έρωτας ως διακινδύνευση, συμβάν και κατασκευή αλήθειας | ΚΟΙΤΑ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ afterhistory.blogspot.com

Βιβλιοκριτική για το "Εγκώμιο για τον Έρωτα" του Alain Badiou.

1 Şubat 2015 Pazar

Ο εαυτός και η μοναξιά .

Ο εαυτός και η μοναξιά .

Ας φαντασθούμε για λίγο τον εαυτό να κοιτά τον εαυτό του, την συνείδηση να αυτόπαρατηρείται ,ότι κατεβαίνει στη« κόλαση της γνώσης του εαυτού».Εκείνη την φοβερή στιγμή,- γράφει ο Nietzsche- στη φωτεινή του νύχτα ,ο εαυτός που αυτό- παρατηρείται, ανακαλύπτει την αλήθεια του κενού του ,το αδιάκοπο χτυποκάρδι του ,τον ήχο του στομαχιού την αίσθηση του κρύου η της ζέστης, τον πόνο του ,σωματικό η ψυχικό, τα κλωθογυρίσματα των εντέρων ,τα τρεμουλιάσματα των ινών του σώματος του. «Το κλειδί το πέταξε:κι αλίμονο στην ολέθρια εκείνη περιέργεια που κατάφερε να κοιτάξει κάποτε μέσα από μια σχισμή έξω και κάτω από το δωμάτιο της συνείδησης και που τώρα διαισθάνθηκε ότι ο άνθρωπος στηρίζεται στο άσπλαχνο, στο αδηφάγο, στο αχόρταγο ,στο δολοφονικό, μέσα στην αδιαφορία της αγνοίας του, ονειροπολώντας κατά κάποιο τρόπο πάνω στη ράχη ενός τίγρη»


Αποσπασμα απο την'' Επινοηση του Ερωτα''


τευχος 2 περιοδικου ΕΝΕΚΕΝ

30 Ocak 2015 Cuma

Alain Badiou, Nicola Truong: Εγκώμιο για τον έρωτα ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ(ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ")

Alain Badiou, Nicola Truong: Εγκώμιο για τον έρωτα

b187578
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Τι είναι ο έρωτας και τι διακυβεύεται σε μια ερωτική συνάντηση; Σ’ αυτό το ερώτημα ο Badiou δίνει μια πρωτόγνωρη απάντηση. Βασιζόμενος στο δίπολο φιλοσοφία ψυχανάλυση, ανασκευάζει με τρόπο ιδιαίτερα πειστικό όλες τις καθιερωμένες απαντήσεις: τη ρομαντική μυθολογία του έρωτα ως εκστατικής συνένωσης των ερωτευμένων, τη θεολογική σύλληψη του έρωτα ως εμπειρίας της ετερότητας, τη μοραλιστική προσέγγιση του έρωτα ως εργαλειοποιημένης αυταπάτης στην υπηρεσία της σεξουαλικότητας και, τέλος, τον μεταμοντέρνο εκφυλισμό του σε συμβόλαιο και εφήμερη περιπέτεια. Αναδεικνύει ότι ο έρωτας έχει δομή συμβάντος και αποτελεί υπέρβαση του χάσματος των δύο φύλων, η οποία ωστόσο δεν αίρει την ασυμμετρία των έμφυλων υποκειμενικών στάσεων. Τον διαφοροποιεί από την επιθυμία και την απόλαυση και χαρτογραφεί τη σχέση του με τη φιλοσοφία και την πολιτική.
Η παραδεδομένη αντίληψη σήμερα είναι πως ο καθένας κυνηγάει μόνο το συμφέρον του. Ο έρωτας είναι όμως η απόδειξη του αντιθέτου, καθώς πρόκειται για την εμπιστοσύνη στο τυχαίο και το άγνωστο…”.
Α. Β.
***
Αποσπάσματα από το βιβλίο (σε αγκύλες οι αντίστοιχες σελίδες):
Ι
[σελ. 18] (…)θεωρώ και είμαι πεπεισμένος ότι ο έρωτας, στον βαθμό που συνιστά μια συλλογική κλίση, στον βαθμό που είναι, σχεδόν για τους πάντες, αυτό που προσδίδει ένταση και σημασία στη ζωή, δεν μπορεί να είναι αυτό το δώρο που προσφέρεται στην ύπαρξη υπό καθεστώς πλήρους απουσίας ρίσκου. (…)
ΙΙ
[σελ.28] (…) Πιστεύω (…) ότι στον έρωτα υπάρχει η εμπειρία του δυνατού [possible] περάσματος από την καθαρή ενικότητα του τυχαίου σε ένα στοιχείο που έχει καθολική αξία. Έχοντας ως σημείο αφετηρίας κάτι που, αναγόμενο στην ατομικότητα του, δεν είναι παρά μια συνάντηση, δηλαδή σχεδόν τίποτα, μαθαίνουμε ότι μπορούμε να αποκτήσουμε μια εμπειρία του κόσμου με βάση τη διαφορά και όχι με βάση την ταυτότητα. Και μπορούμε μάλιστα να αποδεχτούμε διάφορες δοκιμασίες, μπορούμε να δεχτούμε ακόμα και να υποφέρουμε γι’  αυτό. (…)
ΙΙΙ
[σελ.30] (…)Το σεξουαλικό δεν συνδέει, χωρίζει. Το να είστε γυμνός(-ή), κολλημένος(-η) πάνω στον άλλον είναι μια εικόνα, μια φαντασιακή παράσταση. Το πραγματικό είναι ότι η απόλαυση σας παρασύρει μακριά, πολύ μακριά από τον άλλον. Το πραγματικό είναι ναρκισσιστικό, ο δεσμός είναι φαντασιακός. Άρα, συμπεραίνει ο Λακάν, δεν υπάρχει διάφυλη σχέση. Μια διατύπωση που προκάλεσε σκάνδαλο, γιατί εκείνη την εποχή όλοι μιλούσαν ακριβώς για «διάφυλες σχέσεις». Εάν δεν υπάρχουν διάφυλες σχέσεις στη σεξουαλικότητα, ο έρωτας είναι αυτό που έρχεται να αναπληρώσει την έλλειψη διάφυλης σχέσης. Ο Λακάν δεν λέει καθόλου ότι ο έρωτας είναι η μεταμφίεση της διάφυλης σχέσης, λέει ότι δεν υπάρχει διάφυλη σχέση, ότι ο έρωτας είναι αυτό που έρχεται στη θέση της μη σχέσης. Είναι πολύ πιο ενδιαφέρον. Αυτή η ιδέα τον οδηγεί να πει ότι στον έρωτα το υποκείμενο επιχειρεί να προσεγγίσει το «είναι του άλλου». Στον έρωτα ακριβώς το υποκείμενο εκ-τίθεται πέραν του ίδιου του εαυτού του, πέραν του ναρκισσισμού. Στο σεξ, σε τελική ανάλυση, είστε σε σχέση με τον ίδιο σας τον εαυτό μέσα από τη διαμεσολάβηση του άλλου. Ο άλλος σας χρησιμεύει για να ανακαλύψετε το πραγματικό της απόλαυσης. Στον έρωτα, αντίθετα, η μεσολάβηση του άλλου έχει προσίδια αξία. Αυτό είναι [σελ. 31] η ερωτική συνάντηση: εφορμάτε προς κατάκτηση του άλλου, προκειμένου να τον κάνετε να υπάρξει μαζί σας όπως ακριβώς είναι. Πρόκειται για μια σύλληψη πολύ πιο βαθυστόχαστη από εκείνη την τελείως κοινότοπη, σύμφωνα με την οποία ο έρωτας δεν θα ήταν παρά μια φαντασιακή παράσταση πάνω στο πραγματικό τού φύλου.
Στην πραγματικότητα, και ο Λακάν επίσης εγκαθίσταται στα φιλοσοφικά διφορούμενα που αφορούν τον έρωτα. Η ρήση του ότι ο έρωτας «αναπληρώνει την έλλειψη της διάφυλης σχέσης» μπορεί πράγματι να κατανοηθεί με δύο διαφορετικούς τρόπους. Σύμφωνα με τον πρώτο, τον πιο κοινότοπο, ο έρωτας έρχεται να καλύψει φαντασιακά το κενό της σεξουαλικότητας. Τελικά, είναι αλήθεια ότι η σεξουαλικότητα, όσο θαυμάσια κι αν είναι, και μπορεί να είναι, καταλήγει μέσα σ’ ένα είδος κενού. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος για τον οποίο διέπεται από τον νόμο της επανάληψης: πρέπει να ξαναρχίζουμε, ξανά και ξανά από την αρχή. Κάθε μέρα, όταν είμαστε νέοι! Έτσι, ο έρωτας θα ήταν η ιδέα ότι κάτι παραμένει μέσα σ’ αυτό το κενό, και αυτό που συνδέει τους εραστές είναι κάτι άλλο και όχι αυτή η σχέση, η οποία δεν υπάρχει. (…)
[σελ. 32] (…)Αλλά ο Λακάν πιστεύει επίσης το εντελώς αντίθετο, δηλαδή ότι ο έρωτας διαθέτει μια εμβέλεια την οποία μπορούμε να χαρακτηρίσουμε οντολογική. Ενώ η επιθυμία απευθύνεται στον άλλον, με έναν τρόπο πάντοτε λίγο φετιχιστικό,  (…) ο έρωτας απευθύνεται στο ίδιο το είναι του άλλου, στον άλλον όπως αυτός αναδύεται, με την πλήρη εξάρτυση του είναι του, στη ζωή μου, η οποία κατ’ αυτό τον τρόπο διαρρηγνύεται και ανασυντίθεται.(…)
Alain Badiou, Nicola Truong, Εγκώμιο για τον έρωτα,μετάφραση: Φώτης Σιατίτσας, Δημήτρις Βεργέτης, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2013,σελ.18, 28,30-32 (αποσπάσματα).

5 Aralık 2014 Cuma

SHAME μια ταινια ...

για την μοναξια  ,τον εθισμό στο σεξ (αλλά και γενικά τους εθισμους) την διαλυση της οικογενειας , τον υποκωφο πόνο που δημιουργει ο συγχρονος καπιταλισμος καζίνο
Τον φαυλος  κυκλο της Υποσχεσης ( το φλέρτ με την ομορφη κυρια στο μετρο) και της Ματαιωσης .
Για την καθηλωση στην παιδική  ηλικια


4 Aralık 2014 Perşembe

Stendhal: De L’ Amour Περί έρωτος.


Περί έρωτος
αποσπασμα  απο το Μπλογκ   nikosdimou


''Το πιο αγαπημένο μου είναι ένα από τα νεότερα: μία γαλλική έκδοση τσέπης (τι τσέπης – σε τσεπάκι μπαίνει: 11Χ7,5 εκατοστά!) του Stendhal: De L’ Amour. Δεν έχει ημερομηνία έκδοσης αλλά στο εσώφυλλο είναι γραμμένο: Tolia Calvocoressi, 31/7/24. Η μητέρα ήταν τότε 18 χρόνων. Άραγε να ήταν ερωτευμένη;



Είναι μία έκδοση των Editions Nilsson (μίμηση των περίφημων εκδόσεων τσέπης Nelson;) και περιέχει σε 246 μικρές σελίδες μία συρραφή αποσπασμάτων από το κλασικό «περί έρωτος» έργο του Henri Beyle (ψευδώνυμο: Stendhal). Το πλήρες κείμενο καλύπτει δύο τόμους με 550 σελίδες.



Ξαναδιάβαζα λοιπόν τον Stendhal – τον πιο μοντέρνο από τους μεγάλους Γάλλους πεζογράφους του 19ου αιώνα (κι ας είναι ο αρχαιότερος). Το βιβλίο αυτό ήταν το πρώτο σημαντικό έργο που έγραψε – και το πιο αποτυχημένο. Όπως γράφει ο ίδιος, σε είκοσι χρόνια δεν είχε βρει ούτε εκατό αναγνώστες.



Είναι μία ανατομία του ερωτικού φαινομένου αρκετά αυτοβιογραφική (ήταν τότε ερωτευμένος με την Mathilde Dembowsky) αλλά και απόλυτα ψύχραιμη. Στον πρόλογο ο Stendhal διαχωρίζει τέσσερις κατηγορίες έρωτα: α) τον έρωτα-πάθος (εμείς θα λέγαμε τον ρομαντικό έρωτα) β) τον έρωτα-γούστο (εγώ θα έλεγα: παιχνίδι, χωρίς πάθος, πολύ φλερτ) γ) τον σωματικό έρωτα («ενώ είσαι στο κυνήγι, να βρεις μία όμορφη και φρέσκια χωριατοπούλα...») και δ) τον έρωτα-επίδειξη (τον ονομάζει: amour de vanité – υπερηφάνεια) «οι περισσότεροι άνδρες στην Γαλλία επιθυμούν και έχουν μία γυναίκα στην μόδα – όπως έχουν και ένα ωραίο άλογο».



Σε επόμενα κεφάλαια αναλύει τις φάσεις του έρωτα: 1η ο θαυμασμός. 2η η φαντασίωση («σκέπτεσαι: τι ηδονή να την φιλάς, να σε φιλάει, κλπ»). 3η Η ελπίδα. 4η η γέννηση του έρωτα. 5η η πρώτη αποκρυστάλλωση (cristallisation).



Για την αποκρυστάλλωση έχουν γραφτεί τόμοι ολόκληροι. Η θεωρία του Stendhal είναι πως στολίζουμε το αντικείμενο του έρωτα με όλα τα πλουμίδια της γης. Δίνει ένα διάσημο παράδειγμα: «Στα εγκαταλειμμένα ορυχεία αλατιού του Στρασβούργου, ρίχνεις μέσα στο βάραθρο ένα κλαδάκι δέντρου μαδημένο από τον χειμώνα. Δύο ή τρεις μήνες μετά το ανασύρεις καλυμμένο με λαμπερούς κρυστάλλους, σαν διαμάντια. [] Δεν αναγνωρίζεις πια το αρχικό κλαδί». Έτσι και το πνεύμα του ερωτευμένου στολίζει το αγαπημένο του πρόσωπο με όλες τις χάρες.''
Δειτε και στο ΛΕΞΗΜΑ κειμενοτου Μπάμπη Δερμιτζάκη:
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
 
Πιο εύκολα τον παρακολουθήσαμε στην περιγραφή των διαφόρων ειδών έρωτα. Σε μια παράγραφο μόλις πέντε γραμμών, η οποία αποτελεί το κεφάλαιο 9, ο Σταντάλ γράφει: «καταβάλλω κάθε δυνατή προσπάθεια για να είμαι στεγνός. Θέλω να επιβάλλω σιωπή στην καρδιά μου που νομίζει ότι έχει πολλά να πει. Τρέμω διαρκώς μην τυχόν έχω γράψει έναν αναστεναγμό εκεί που πιστεύω ότι έχω σημειώσει μιαν αλήθεια».

Προσωπικά, έχω διαβάσει πιο πειστικές αλήθειες για τον έρωτα σε επιστημονικά βιβλία, βιβλία ηθολόγων όπως ο Κόνραντ Λόρεντς και ο Ειρηναίος Άιμπλ-Άιμπεσφελντ, των οποίων έχω μάλιστα μεταφράσει τα βιβλία «Η πίσω όψη του καθρέφτη» και «Αγάπη και μίσος» αντίστοιχα. Εδώ δεν πρόκειται για αλήθειες αλλά για σκέψεις, που ανεξάρτητα από το πόσο μπορεί να πλησιάζουν την αλήθεια μάς συναρπάζουν γιατί είναι μετασχηματισμοί ενός αναστεναγμού.

Μια λέξη που ο Σταντάλ επαναλαμβάνει συχνά είναι η λέξη «κρυστάλλωση». Την εμπνεύστηκε από την ομορφιά που αποκτούν κάποια κλαδάκια στο βάθος ενός αλατωρυχείου, καθώς κολλάνε πάνω τους κρύσταλλοι αλατιού. Την ορίζει ως το «σύνολο μαγικών ψευδαισθήσεων» σε σχέση με το πρόσωπο της αγαπημένης, δηλώνοντας ταυτόχρονα σε σημείωση: «Αποκλειστικά και μόνο χάριν συντομίας και ζητώντας συγνώμη για την καινούρια αυτή λέξη».

Ζητώντας συγνώμη!!! Αυτή και μόνο η φράση αποκαλύπτει το ήθος του Σταντάλ, που αλλού δηλώνει: «Ο θεός να με φυλάει από οτιδήποτε κοινό με τους λογοτέχνες που εκτιμά ο κόσμος σήμερα».

Θα μπορούσα να γράφω ασταμάτητα γι αυτό το βιβλίο, όμως πρέπει να κάνω μια επιλογή.

Η ιμαγκολογία είναι ένας επιστημονικός κλάδος που αναφέρεται στις στερεότυπες εικόνες που έχουν διάφοροι λαοί για άλλους λαούς. Το βιβλίο αυτό του Σταντάλ περιέχει έναν ιμαγκολογικό πλούτο, καθώς αναφέρεται στο πώς αντιμετωπίζουν τον έρωτα - και όχι μόνο - διάφοροι λαοί, γάλλοι, ιταλοί, ισπανοί, άγγλοι, κ.λπ. Μπορεί ο Σταντάλ να εκφράζει κοινές αντιλήψεις της εποχής του, αλλά σίγουρα οι αντιλήψεις αυτές είναι και προϊόν προσωπικών παρατηρήσεων, καθώς είχε ταξιδέψει αρκετά για τα μέτρα της εποχής του.

Πριν λίγες μέρες είδα ένα ντοκιμαντέρ που αναφερόταν στον πολιτισμό των αράβων στην Ανδαλουσία πριν την Reconquista, και στο πόσο αυτός συνέβαλε στην Αναγέννηση. Η ιστορική αλήθεια που μόλις στις μέρες μας τείνει να αποκατασταθεί, για τον Σταντάλ, δυο αιώνες πριν, ήταν δεδομένη.

Θαυμάζει τους άραβες για το πόσο παθιασμένοι ήσαν στον έρωτα. Το 53ο κεφάλαιο που τιτλοφορείται «Αραβία» ξεκινάει ως εξής: «Το πρότυπο και την πατρίδα του αληθινού έρωτα πρέπει να τα αναζητήσουμε μέσα στη σκουρόχρωμη σκηνή του Άραβα-Βαδουίνου» (σελ. 210). Και πιο κάτω: Ο ηρωικός αιώνας των Αράβων, αυτός που οι απλόχερες εκείνες ψυχές έλαμψαν αγνές από κάθε προσποίηση επίδειξης πνεύματος ή επιτηδευμένου αισθήματος, ήταν ο αιώνας που προηγήθηκε του Μωάμεθ και αντιστοιχεί στον 5ο αιώνα της δικής μας χρονολογίας… Ο Μωάμεθ ήταν πουριτανός, θέλησε να απαγορεύσει τις απολαύσεις που δεν κάνουν κακό σε κανέναν. Σκότωσε τον έρωτα στις χώρες που δέχτηκαν τον ισλαμισμό» (σελ. 312).

Εδώ κάνει λάθος. Παρά τον πουριτανισμό των μονοθεϊστικών θρησκειών ο έρωτας άνθισε και στην μουσουλμανική Αραβία. Ο έρωτας τραγουδήθηκε όσο τίποτε άλλο στο αραβικό κόσμο. Μήπως το «Χίλιες και μια νύχτες», το κλασικό έργο της αραβικής λογοτεχνίας, δεν είναι ένας ύμνος στον έρωτα; Κάτι ήξεραν οι ισλαμιστές που έκαψαν αντίτυπά του στην Αλγερία. Αν θέλουμε να αποφύγουμε μια «σύγκρουση πολιτισμών», καλό θα ήταν να κάνουμε διάκριση ανάμεσα σε μωαμεθανισμό και ισλαμισμό.

Για την αραβική λογοτεχνία μάθαμε αρκετά χάρη στη φίλη μας Ελένη Κονδύλη, καθηγήτρια αραβικού πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, από το βιβλίο της «Εισαγωγή στη λογοτεχνία των Αράβων». Κρίμα που ο Σταντάλ αγνοούσε τον νεαρό ποιητή που τρελάθηκε από έρωτα για την αγαπημένη του Λεϊλά και έγινε majnun (μαζνούν, τρελός), και που τα ποιήματά του έχουν γίνει κλασικά στην αραβική λογοτεχνία. Καλύτερο παράδειγμα του ερωτικού πάθους, που τόσο υμνεί στο βιβλίο του, δεν θα μπορούσε να βρει.

Η φαλλοκρατία δεν είναι επινόηση του Ισλάμ, όπως και οι Ταλιμπάν δεν ήσαν οι μόνοι που απαγόρεψαν τη μόρφωση των γυναικών στο Αφγανιστάν. Φαίνεται ότι στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν κυρίαρχη αντίληψη στον δυτικό κόσμο ότι η μόρφωση της γυναίκας είναι κάτι το περιττό. Το 54ο κεφάλαιο τιτλοφορείται «Η μόρφωση των γυναικών», και το επόμενο «Αντιρρήσεις για τη μόρφωση των γυναικών».

Αντιρρήσεις για τη μόρφωση των γυναικών!!! Στο δυτικό κόσμο αυτό φαντάζει σήμερα ασύλληπτο, και όμως, όπως μας λέει ο Σταντάλ, δυο αιώνες πιο πριν υπήρχαν σοβαρές αντιρρήσεις. Το κεφάλαιο αυτό δεν του φτάνει, γι αυτό συνεχίζει και στο επόμενο, που φέρει τον τίτλο «Συνέχεια». Εκεί διαβάζουμε και για την «αλληλοδιδασκαλία», σαν μέθοδο που θα προωθούσε τη μόρφωση των γυναικών. Την ιδέα την πήρε φαίνεται έτοιμη από την Ευρώπη ο Καποδίστριας και την εφάρμοσε στα καθ'A ημάς, δεν ήταν επινόηση δική του.

Απολαυστικό είναι το κεφάλαιο για το φιάσκο, όπου ο Σταντάλ, με μια αφοπλιστική ειλικρίνεια, αναφερόμενος σε μια συζήτηση στο γενικό επιτελείο του στρατηγού Μισώ, λέγει: «Αποδείχτηκε ότι, εκτός από έναν κομψευόμενο που μπορεί να μην έλεγε την αλήθεια, όλοι είχαμε πάθει φιάσκο την πρώτη φορά με τις πιο διάσημες από τις ερωμένες μας» (σελ. 491) και στη συνέχεια αναφέρει διάφορα περιστατικά, περιέργως όλα με στρατιωτικούς.

Θα τελειώσω με δυο αποσπάσματα, για να μείνουν ηλεκτρονικά. Το πρώτο: «γιατί ο φόβος δεν βρίσκεται ποτέ μέσα στον κίνδυνο, αλλά μέσα σ'A εμάς» (σελ. 146). Είναι αυτό που λέει ο Καβάφης στην «Ιθάκη»: «Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας, τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις, αν δεν τους κουβαλείς μες στην ψυχή σου, αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου». Αυτό, για συναδέλφους φιλολόγους που θα θελήσουν να διδάξουν το ποίημα.

Το άλλο είναι ένα απόσπασμα από ένα γράμμα που έλαβε ο Σταντάλ και το οποίο παραθέτει στο βιβλίο του.

«Εκείνη μιλά με θαυμασμό για τον Λόρδο Μπάυρον, τον Κανάρη, τον Μπολιβάρ, τον κύριο ντε λα Φαγιέτ» (σελ. 595). Καλό είναι να έχουμε μια μαρτυρία ότι η φήμη του εθνικού μας ήρωα είχε ξεπεράσει τα σύνορα της Ελλάδας. Μπορεί να αναφερθεί από συνάδελφο φιλόλογο που θα διδάξει τα «Ηφαίστεια» του Κάλβου στην πρώτη Λυκείου.
......................................................................................................................

12 Kasım 2014 Çarşamba

tovima.gr - Τα πέντε στάδια του έρωτα

Ο κεραυνός της έλξης πέφτει, το βλέμμα μιλάει από μόνο του
tovima.gr|Από tovima.gr —
 
Ο κεραυνός της έλξης πέφτει, το βλέμμα μιλάει από μόνο του. Οι πεταλούδες αρχίζουν τον ξέφρενο χορό τους στο στομάχι προσπαθώντας να σκαρφαλώσουν στα χείλη και να εκφράσουν έναν καταρράκτη συναισθημάτων. Η όρεξη κόβεται και οτιδήποτε συμβαίνει γύρω μας σβήνει ρίχνοντας τον προβολέα αποκλειστικά και μόνο στο αντικείμενο του πόθου μας που έχει ήδη κυριεύσει την κάθε μας σκέψη. Κάπως έτσι ο έρωτας μας χτυπάει την πόρτα.

Τις περισσότερες φορές όμως όλος αυτός ο εσωτερικός «πόλεμος» συναισθημάτων και... ορμονών συνοδεύεται από συμπτώματα που θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν το στάδιο της σχέσης στην οποία βρισκόμαστε. Νέα μελέτη της ιστοσελίδας σχέσεων eHarmony ανέλυσε την καθημερινότητα ατόμων που δήλωναν ερωτευμένα ξεκλειδώνοντας τα πέντε βασικά στάδια μιας σχέσης: εκείνο του πεταλουδίσματος, της δόμησης της σχέσης, της αφομοίωσης όλου αυτού που συμβαίνει, της ειλικρίνειας και της σταθερότητας.

Στο πλαίσιο της μελέτης, στην οποία συμμετείχε και η κυπριακής καταγωγής ψυχολόγος δρ Λίντα Παπαδόπουλος - που ζει και εργάζεται στο Λονδίνο -, από τους 1.393 εθελοντές της μελέτης ζητήθηκε να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο γύρω από τη συμπεριφορά και την καθημερινότητά τους. Στόχος των ειδικών ήταν να δουν κατά πόσον υπάρχουν πραγματικά διαφορετικά στάδια στον έρωτα, πώς νιώθουν οι ερωτευμένοι σε καθένα από αυτά, αλλά και πώς θα μπορούσαν να τα εξωτερικεύσουν από πλευράς φυσιολογίας.

«Είναι πραγματικά εντυπωσιακό, αν αναλογιστούμε ότι ένα τόσο δυνατό συναίσθημα μπορεί να σπάσει σε διαφορετικά επίπεδα» λέει η δρ Παπαδόπουλος. «Αυτό όμως που θεωρώ ότι είναι ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι ένα ζευγάρι μπορεί να αναβιώσει συγκεκριμένα στάδια του έρωτά του στην πορεία της σχέσης του και ανάλογα με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει κάθε φορά». 

«Μια ωραία πεταλούδα»

Από τα στοιχεία της μελέτης και με βάση τη μέθοδο της επαγωγής φάνηκε ότι από τα 33 εκατ. των Βρετανών που βρίσκονται σε σχέση περίπου το 2% - που μεταφράζεται σε 588.000 άτομα - απολαμβάνει το «μαγικό» πρώτο στάδιο του έρωτα. Πέρα από τα έντονα συναισθήματα και την ακατανίκητη σεξουαλική έλξη, το 30% αυτών δήλωσε ότι βασικό «σύμπτωμα» του συγκεκριμένου σταδίου είναι η απώλεια σωματικού βάρους. Το 39% πάλι ανέφερε έλλειψη παραγωγικότητας και αδυναμία συγκέντρωσης.

Οπως εξηγούν οι επιστήμονες, από βιολογικής απόψεως, κατά τα πρώτα ραντεβού τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες τα επίπεδα των ορμονών του φύλου (τεστοστερόνη, οιστρογόνα) αυξάνονται. Αυτό, σύμφωνα με το 56% των εθελοντών, κάνει τη λίμπιντο να ανεβαίνει στα ύψη.

«Οι πεταλούδες αποτελούν έναν πολύ καλό τρόπο να περιγράψει κάποιος ότι δεν μπορεί να σταματήσει να κάνει σεξ» λέει γελώντας η δρ Παπαδόπουλος. «Από τη μελέτη φάνηκε ότι πολλοί από τους συμμετέχοντες απλά ξεχνούσαν να φάνε. Η παραγωγικότητα φάνηκε να πέφτει σημαντικά καθώς οι ερωτευμένοι τείνουν να ονειροπολούν διαρκώς. Επίσης, το συγκεκριμένο στάδιο του έρωτα φάνηκε να συνοδεύεται συχνά-πυκνά από... σπυράκια. Αυτό θα μπορούσε να συμβαίνει εξαιτίας των ορμονικών διαταραχών που παρατηρούνται τότε».

Λιθαράκι, λιθαράκι…

Μόλις υποχωρήσει ο «πυρετός» του έρωτα το ζευγάρι αρχίζει να ανακαλύπτει ο ένας τον άλλον και να χτίζει τη σχέση του. Ο οργανισμός τότε απελευθερώνει μονοαμίνες, νευροδιαβιβαστές οι οποίοι μεταξύ άλλων επιταχύνουν τους καρδιακούς παλμούς, πυροδοτούν την αίσθηση της έντονης ικανοποίησης και μιμούνται την επίδραση των ναρκωτικών ουσιών. Το συναίσθημα που χαρακτηρίζει το στάδιο αυτό είναι μια «χαρούμενη ανησυχία», με επίκεντρο πάντα το έτερον ήμισυ.

Το 44% των εθελοντών ανέφερε έλλειψη ύπνου, ενώ το 29% δήλωσε προβλήματα συγκέντρωσης.

«Με την πάροδο του χρόνου περνάμε στο στάδιο κατά το οποίο ερχόμαστε πιο κοντά με τον σύντροφό μας και τον γνωρίζουμε καλύτερα» λέει η δρ Παπαδόπουλος. «Σε αυτό το στάδιο παρατηρούνται προβλήματα προσοχής και συγκέντρωσης, ενώ υπάρχει το αίσθημα μιας διαρκούς ερωτικής "μέθης"».

Οταν το «ροζ» συννεφάκι διαλύεται

Στο τρίτο στάδιο, κατά τους ειδικούς, το ροζ συννεφάκι του έρωτα ξεθολώνει ελαφρώς επιτρέποντας στους δύο συντρόφους να αναρωτηθούν αν αυτός που έχουν απέναντί τους είναι ο «σωστός». Εδώ τίθενται και τα ερωτήματα γύρω από το ποιο θα μπορούσε να είναι το μέλλον μιας σχέσης, γεγονός που κατά το 27% των ερωτηθέντων μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα του στρες.

«Πρόκειται για το στάδιο όπου πολλές φορές καταλήγουμε λέγοντας "αυτό τελικά είναι σοβαρότερο από ό,τι πίστευα" ή αναρωτιόμαστε "άραγε θέλουμε το ίδιο πράγμα;". Πρόκειται για τη φάση όπου αρχίζουμε να ενσωματώνουμε τον νέο μας σύντροφο στη ζωή μας» εξηγεί η ψυχολόγος.

Ειλικρίνεια πάνω από όλα

Οταν οι μάσκες πέφτουν και αποκαλύπτονται οι πραγματικοί εαυτοί των δύο συντρόφων, τότε είναι που τα νεύρα και η υπομονή τεστάρονται πραγματικά.

«Το τέταρτο στάδιο αφορά την ειλικρίνεια. Ως τώρα όλα ήταν τέλεια και τα συναισθήματα που βίωναν οι δύο ερωτευμένοι βασίζονταν κυρίως στη χαρά και στον ενθουσιασμό. Τώρα όμως ανοίγουν τα χαρτιά τους, γίνονται ευάλωτοι και πολλές φορές φτάνουν ακόμα και σε σημείο αμφισβήτησης» τονίζει η δρ Παπαδόπουλος.

Πιο κοντά από κάθε άλλη φορά

Οσοι από τους ερωτευμένους περάσουν από τα τέσσερα στάδια «αλώβητοι» φτάνουν στο πέμπτο σκαλοπάτι της σταθερότητας. Αυτό ανοίγει την πόρτα στην εμπιστοσύνη και στην οικειότητα δημιουργώντας το λεγόμενο «δέσιμο» στο ζευγάρι.

Από τη μελέτη φάνηκε ότι το 50% των ερωτηθέντων βρισκόταν στο στάδιο αυτό, με το 23% μάλιστα να δηλώνει πιο ευτυχισμένο από ποτέ. Από βιολογικής απόψεως, οι ειδικοί αναφέρουν ότι κατά τη συγκεκριμένη περίοδο τα επίπεδα της ορμόνης βασοπρεσίνης αυξάνονται, γεγονός που ενισχύει το συναίσθημα της εγγύτητας και του δεσίματος μεταξύ των συντρόφων. Η ωκυτοκίνη πάλι έρχεται να εμβαθύνει τα συναισθήματα αυτά.

«Το πέμπτο στάδιο του έρωτα συνοδεύεται από συναισθήματα πραγματικής ευτυχίας. Ο οργανισμός τότε απελευθερώνει ορμόνες οι οποίες βοηθούν το ζευγάρι να δεθεί ακόμη περισσότερο» καταλήγει η δρ Παπαδόπουλος.

31 Ekim 2014 Cuma

Σε τι μοιάζει ο έρωτας με τον θάνατο;

Σε τι μοιάζει ο έρωτας με τον θάνατο; Στο ότι δεν υπάρχει ποτέ προηγουμένη εμπειρία ..Κάθε φορά είναι ένα ταξίδι στο εντελώς άγνωστο ..Σαν να πεθαίνεις η σαν να ξανά γεννιέσαι.. Όχι όμως ο iδιoς - ποτέ ο ίδιος

30 Ekim 2014 Perşembe

έρωτας και Νοσταλγία

ο έρωτας δεν είναι τόσο επιθυμία αιωνιότητας όσο Νοσταλγία της μήτρας και της κατάστασης εμβρύου .. Γι αυτό και η εποχή μας γίνεται απεγνωσμένα -και ρευστά , στα γρήγορα - ερωτική: Δεν μπορεί να κοιτάξει το μέλλον , το παρόν την κομματιάζει, νοσταλγεί......

George Bataille ,( Η Ιστορία του ματιου) και ο Λακάν για το αυγό το πετάλιο και την Ομελέττα

Ο George Bataille ,( Η Ιστορία του ματιου) και ο Λακάν για το αυγό το πετάλιο και την Ομελέττα….



George Bataille :Τέλος , μια μέρα , την ώρα που οι λοξές αχτίνες του ηλιού στις έξι τα απόγεμα εμπεναν κλεφτά ίσια μες στο μπάνιο , ένα μισορουφηγμένο αυγό άρχισε ξαφνικά να παίρνει νερό και , μόλις γέμισε ως απάνω , πήγε μέναν παράξενο ήχο σαν ναυάγιο στον πάτο , μπρος τα μάτια μας .
Το περιστατικό αυτό πήρε τόσο μεγάλες διαστάσεις στο μυαλό της Σιμον , ώστε τέντωσε τα ,μέλη της κι ηδονιστηκε πολλή ωρα πίνοντας ,
κατά κάποιο τρόπο , το δεξί μου μάτι το οποίο κρατούσε ανάμεσα στα χείλη της ¨έπειτα χωρίς ν¨αφήσει το μάτι που το βύζαινε με το ίδιο πείσμα πού θα βύζαινε ένα μαστό , έκατσε στη λεκάνη , τραβώντας με δύναμη το κεφάλι μου προς το μέρος της και κατούρησε με πλήρη ευρωστία κι απόλυτη ικανοποίηση τα αυγά πoυ επέπλεαν ,…….
Λακάν ( το πετάλιο η ομελέτα)….Για να καταλάβουμε και τον τελευταίο από τους διάλογους του Πλάτωνα και πολύ περισσότερο εκείνον που βρίσκεται στο Συμπόσιο . Είναι , αν θέλετε μια φάρσα
Πρόκειται φυσικά για τον μύθο του Αριστοφάνη . Αποτελεί πρόκληση για τους αιώνες, αυτός ο μύθος γιατί τους διέσχισε χωρίς κανείς να προσπαθήσει να κα΄νει κάτι καλύτερο .
Θα το προσπαθήσω εγώ …θα σας μιλήσω για το πετάλιο
Αν θέλετε να τονίσετε την ενέργεια του ως φάρσας , ονομάστε το άνθρωπ-ομελέτα (Home lette…..) κάθε φορά πού σπανέ οι μεμβράνες του αυγού απ¨όπου θα βγει το έμβρυο πού εξελίσσεται σε νεογέννητο,φανταστειτε για μια στιγμή ότι κάτι από κει μέσα πετάει όπως και μ έναν άνθρωπο, δηλαδή η ανθρωπομελέττα ή το πετάλιοΤο πετάλιο είναι κάτι το εξαιρετικά επίπεδο , που μετακινείται σαν την αμοιβάδα . Απλώς είναι λίγο πολυπλοκώτερο . Αλλά περνά παντού.
Και καθώς είναι κάτι που έχει σχέση με εκείνο που το έμφυλο ον χάνει μέσα στην σεξουαλικότητα , είναι όπως η αμοιβάδα σε σχέση με τα έμφυλα όντα , αθάνατο. Αφού επιβιώνει σε κάθε διαίρεση , αφού εξακολουθεί να υπάρχει σε κάθε διαιρετογενή επέμβαση . Και τρέχει
.Ε λοιπόν ~δεν είναι κάτι το καθησυχαστικό . Υποθέστε μόνο πώς έρχεται να σας τυλίξει το πρόσωπο , την ώρα που κοιμόσαστε ήσυχα…….
Αυτό το πετάλιο , αυτό το όργανο που έχει για χαρακτηριστικό ότι δεν υπάρχει , αλλά που δεν παύει γι αυτό να είναι εν όργανο
–είναι η λίμπιντο…..
Σχόλιο από Νοσφεράτος Φεβρουάριος 19, 2008
ΑΠΟ

http://pontosandaristera.wordpress.com/2008/02/06/6-2-2008/

2 Ağustos 2014 Cumartesi

Η επινόηση του έρωτα, Πέτρος Θεοδωρίδης/ ENEKEN PERIODIKO Eπιθεώρηση Πολιτισμού




Όταν ρωτούν τον Γούντυ Άλεν στην ταινία Ο Υπναράς (Sleeper, 1973) έχοντας διαγράψει πολιτική, θρησκεία και επιστήμη, διακηρύσσει: «Πιστεύω στο σεξ και στο θάνατο, δύο εμπειρίες που έχουμε μια φορά στη ζωή μας».1 Ο Άλεν μας υποδεικνύει, όπως άλλωστε παλιότερα και ο Φρόυντ, πως η σεξουαλικότητα είναι θέμα εξαιρετικά σοβαρό, κάτι που επιβεβαιώνει και ο ήρωας του μυθιστορήματος του Philip Roth Το ανθρώπινο στίγμα, ο εβδομηνταπεντάρης κοσμήτορας Σιλκ, όταν λέει: «Παίρνω βιάγκρα, Νέιθαν. Όλη αυτή την ταραχή, όλη αυτή την ευτυχία την οφείλω στο βιάγκρα (...). Χωρίς το βιάγκρα θα είχα την αξιοπρέπεια ενός ηλικιωμένου κύριου, απαλλαγμένου από την επιθυμία, ο οποίος θα συμπεριφερόταν ευπρεπώς. (...) Χάρη στο βιάγκρα, αρχίζω να καταλαβαίνω τις ερωτικές μεταμορφώσεις του Δία. Έτσι θα έπρεπε να το ονομάσουν, Δία, κι όχι Βιάγκρα».2 
   Υπάρχουν όρια στη σεξουαλική απόλαυση; Ο Φρόυντ στο περίφημο έργο του, Τρεις Μελέτες για τη θεωρία της σεξουαλικότητας,3 που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1905, προσπάθησε να αποδείξει πως τα σεξουαλικά γνωρίσματα που συνδέονται με τις διαστροφές, είναι ιδιότητες κοινές στη σεξουαλικότητα του καθένα και ότι, σε καμία περίπτωση δεν περιορίζονται σε μικρές κατηγορίες διεστραμμένων ατόμων. Κατά συνέπεια, καταλήγει ο Φρόυντ, είναι «αθέμιτο να χρησιμοποιούμε την καθ’ έξιν διαστροφή ως μομφή» και «θα θυμίσουμε πόσο κοντά βρίσκεται η διευρυμένη σεξουαλικότητα με τον “έρωτα” του θεσπέσιου Πλάτωνα».4 
   Αλήθεια, ποιος θυμάται σήμερα τον Reich; Ο Willhem Reich θεωρούσε τη σεξουαλικότητα ως βασική πηγή ευτυχίας, καθώς κάποιος που έχει «μια αίσθηση ότι ζει τη ζωή», έχει και μια αυτονομία, που προέρχεται από την καλλιέργεια των δυνατοτήτων του εαυτού του. Η ανθρώπινη δυστυχία «προέρχεται από τη θωράκιση του χαρακτήρα» καθώς, για τον Reich, ο χαρακτήρας είναι ένα προστατευτικό μόρφωμα, μια πανοπλία. Η θωράκιση του Eγώ προσλαμβάνει το περιεχόμενό της μέσω της ταύτισης με μια πραγματικότητα της ματαίωσης. Η επιθετικότητα, η οποία προκαλείται από τις ματαιώσεις, παράγει άγχος που στρέφεται κατά του εαυτού, μπλοκάροντας την κινητήρια έκφραση των ενεργειών ενός ατόμου, οι οποίες γίνονται αναστολές. Έτσι, σε πολλούς ανθρώπους, η ικανότητα για αυθόρμητη ευχαρίστηση —η οποία έχει τις ρίζες της στη σεξουαλική ηδονή— έχει διαστρεβλωθεί από το σαδισμό, την απληστία και τον εγωκεντρισμό. Ο χαρακτήρας —πανοπλία—, αποτελεί ένα δείκτη ανειλικρίνειας, ο οποίος όμως μπορεί να αλλάξει κατά τρόπο που θα παράγει ευτυχία. Η νευρωσική ισορροπία μπορεί να διασπαστεί με την απελευθέρωση της λίμπιντο από προγενετήσιες καθηλώσεις. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας ενεργοποιείται εκ νέου το βρεφικό γενετήσιο άγχος αλλά ως μέσο αναθεμελίωσης της «ικανότητας για οργασμό», που χάθηκε, ως αποτέλεσμα της διαστρεβλωμένης ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης.5 
Για τη σημασία της σεξουαλικότητας

   Η ανισότητα άνδρα και γυναίκας αποτελούσε εγγενές χαρακτηριστικό της παραδοσιακής οικογένειας. Για χιλιάδες χρόνια η έννοια της θηλυκότητας, ως χαρακτηριστικό της γυναικείας ταυτότητας, προερχόταν και προσδιοριζόταν από τους άνδρες. Θηλυκό θεωρείτο ό, τι ήταν ντροπαλό, δεκτικό, υποταγμένο. Φυσικά, η ανισότητα ανδρών γυναικών επεκτεινόταν και στη σεξουαλική ζωή. Σε όλη σχεδόν τη διάρκεια της ιστορίας, οι άνδρες χρησιμοποιούσαν ευρέως ερωμένες, εταίρες και πόρνες. Οι άνδρες ωστόσο ήθελαν να εξασφαλίσουν ότι οι γυναίκες τους θα ήταν οι μητέρες των παιδιών τους. Γι’ αυτό, τα αξιοσέβαστα κορίτσια, επαινούνταν για την παρθενία τους και οι γυναίκες για την πίστη και τη σταθερότητά τους.
   Η «φυσική» και αυτονόητη αντίληψη της ανισότητας, που χαρακτήριζε την παραδοσιακή κοινωνία, έφθανε και στον ίδιο τον πυρήνα των σχέσεων: την σεξουαλικότητα ή, ας το πούμε έτσι, το δικαίωμα στην απόλαυση, την ηδονή. Στη θεμελιώδη ανισότητα της παραδοσιακής κοινωνίας δεν ήταν νοητή η απόλαυση αυτού που έχει κατώτερη κοινωνική θέση, δηλαδή της γυναίκας ή του δούλου. Η θεμελιακή ανισότητα στη σχέση των δύο φύλων επισημαίνεται και από το μεγάλο μελετητή της σεξουαλικότητας, τον Μισέλ Φουκό με αφορμή τον αμφιλεγόμενο ομοφυλόφιλο Έρωτα στην αρχαιότητα: «Η ελληνική ηθική της ηδονής», λέει ο Φουκό,« ήταν συνδεδεμένη με μια ανδρική κοινωνία, με τη δισυμμετρία, με τον αποκλεισμό του άλλου, με μια ιδεοληψία με την εισχώρηση»6, γιατί, σύμφωνα με τον Φουκό: «Στις σεξουαλικές σχέσεις, μπορείτε να εισχωρήσετε στους άλλους ή αυτοί να εισχωρήσουν σε σας»7 και «η (αρχαία) ελληνική ηθική ήταν συνδεδεμένη με μια καθαρά ανδρική κοινωνία με δούλους, όπου οι γυναίκες ήταν καταδυναστευόμενοι άνθρωποι, των οποίων η ηδονή δεν είχε σημασία (...). Μια γυναίκα, ένας δούλος μπορούσαν να είναι παθητικοί: αυτή ήταν η φύση τους, η (κοινωνική) θέση τους».8
   Η ανάπτυξη των οικογενειών στο ρόλο των «τριχοειδών» επεκτάσεων του κοινωνικού συστήματος έλεγχου, στη νεωτερικότητα, που περιέγραψε λεπτομερώς ο Μισέλ Φουκό, απαιτούσε μια εμπεριστατωμένη νομοθετική προσπάθεια, συντονισμένη κοινωνική δράση και έντονη προπαγάνδα νέων προτύπων. Ένας από τους πολλούς παράγοντες της γενικής αναδιοργάνωσης ήταν ο επαναπροσδιορισμός τής θέσης του παιδιού. Ένας άλλος συνυφασμένος με τον πρώτο ήταν ο επαναπροσδιορισμός του σεξ και των σεξουαλικών πρακτικών.
   Έτσι σε αντίθεση με την παραδοσιακή οικογένεια, τη νεωτερική οικογένεια την χαρακτηρίζει το κλείσιμο στην οικογενειακή εστία, η περίφραξη της κατοικίας, το πλέξιμο ενός πυκνού δικτύου έντονων και συναισθηματικά διαποτισμένων και αμοιβαίων προσκολλήσεων στους γονείς και στα αδέλφια και η ανύψωσή της στη θέση έλεγχου της εκπαίδευσης του παιδιού.
   Κύρια λειτουργία της νεωτερικής οικογένειας έγινε η κοινωνικοποίηση των παιδιών και, παράλληλα, όπως έλεγε ο Τάλκοτ Πάρσονς, η «σταθεροποίηση της προσωπικότητας των ενηλίκων».9 Μέσα στην οικογένεια, οι γονείς έπρεπε να βρουν καταφύγιο από τις αντιξοότητες και πιέσεις της «έξω ζωής». Ο καταμερισμός εργασίας που επικράτησε μέσα στους κόλπους της οικογένειας ανάμεσα στα δύο φύλα, αναπαρήγαγε πιστά την κοινωνική αντίθεση ανάμεσα στην προσωπική ζωή και στον κόσμο της εργασίας και διευκόλυνε και εξυπηρέτησε τη λειτουργία της οικογενειακής μονάδας, ως καταφύγιου από τη σκληρότητα του βιομηχανικού καπιταλισμού. Οι γυναίκες ταυτίσθηκαν με τη συναισθηματική ζωή και την ψυχική ισορροπία της οικογένειας, οι άντρες με τον αγώνα για την οικονομική της επιβίωση και ευημερία. Τα καθήκοντα της συζύγου μητέρας, εκτός από την πρακτική φροντίδα του νοικοκυριού και των παιδιών, επεκτάθηκαν και στη διαφύλαξη συναισθημάτων οικειότητας: αγάπη, συμπαράσταση, συντροφικότητα. Αντίθετα, ο άντρας επωμίσθηκε το ρόλο του βιοπαλαιστή και ταυτόχρονα του προστάτη της γυναίκας από τον «έξω κόσμο».
   Ο νεωτερικός ρόλος της γυναίκας «φυσικοποιήθηκε». Η «φυσική γυναίκα» είναι μια επινόηση του 18ου και 19ου αιώνα. Στη νεωτερική κοινωνία, στην οποία διατυπώθηκαν τα ίσα δικαιώματα για όλους τους ανθρώπους, οι γυναίκες κατέχουν τη θέση του ξένου, του εξωτικού. Το θηλυκό εμφανίζεται ως το αντίθετο του πολιτισμού. Την ίδια στιγμή που το αρσενικό υποκείμενο συγκροτείται ως κυρίαρχο, αυτόνομο άτομο, το οποίο οριοθετεί τον εαυτό του απέναντι στη φύση και τις αισθήσεις, οι γυναίκες ξαναρίχνονται στη φύση. Για αυτήν τη φυσικοποίηση του ρόλου της γυναίκας, κινητοποιήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα των επιστημών του ανθρώπου, οι οποίες βρίσκονταν τότε στο ξεκίνημα τους. Έτσι, ο Γάλλος Διαφωτιστής Ντιντερό έγραφε: «Οι γυναίκες βρίσκονται σε μια επιδημική κατάσταση αγριότητας (...). Εξωτερικά είναι πολιτισμένες όπως κι εμείς, αλλά εσωτερικά έχουν παραμείνει αληθινά άγριες (...) έχουν διατηρήσει σ Χόλη τους τη φυσική δύναμη, την ιδιοτελή αγάπη και τον εγωισμό».10 
   Όπως μας δείχνει το έργο του Φίλιπ Αριές Αιώνες παιδικής ηλικίας11, έως τον 16ο αιώνα περίπου τα παιδιά αντιμετωπίζονταν στην Ευρώπη ως «ενήλικες μικρότερου μεγέθους»: δηλαδή θεωρούνταν ότι διέφεραν από τους υπόλοιπους ανθρώπους, απλώς και μόνον επειδή είχαν αδύναμους μυς και πνεύμα. Δεν υπήρχαν ξεχωριστού είδους κάμαρες η ξεχωριστά υπνοδωμάτια των γονέων, η ζωή των ενηλίκων δεν είχε μυστικά για τα παιδιά, δεν υπήρχαν πολιτισμικά αναγνωρισμένες ενδυματολογικές διαφορές που να οριοθετούν μια ειδική κατάσταση της παιδικής ηλικίας, τα παιδιά φορούσαν ρούχα που δεν έκαναν πια στα μεγαλύτερα αδέλφια τους ή που δεν φορούσαν πια άλλοι συγγενείς τους.12 Όλα αυτά αλλάζουν στην αυγή του 17ου αιώνα αρχικά στα ανώτερα στρώματα και βαθμιαία στα χαμηλότερα. Μια ξεχωριστή διαγωγή και ειδικές δραστηριότητες επινοήθηκαν για τα παιδιά, και τμήματα των οικογενειακών χώρων διατηρήθηκαν αποκλειστικά για τις δραστηριότητες των ενηλίκων και χαρακτηρίσθηκαν απαγορευμένοι χώροι για τα παιδιά κάτω από μια ορισμένη ηλικία. Για να σημανθεί και συμβολικά η αλλαγή αυτή, τα ενδύματα των παιδιών σχεδιάζονταν πια έτσι ώστε να τονίζεται η κατώτερη, «ατελής» κατάστασή τους —μέσω μιας μίμησης: αρχικά των ενδυμάτων που φορούσαν οι κατώτερες τάξεις ή, στην περίπτωση των αγοριών, των γυναικείων φορεμάτων.13 
   Σύμφωνα με τον Φίλιπ Αριές, η αλλαγή στην αντιμετώπιση και τη μεταχείριση των παιδιών συνέπεσε με την ανακάλυψη του παιδιού ως ενός πλάσματος με ξεχωριστά δικά του χαρακτηριστικά και ιδιαίτερες ιδιότητες. Το παιδί πια αντιμετωπιζόταν ως εύθραυστο πλάσμα που απαιτούσε μεν διαρκή και στενή επίβλεψη και παρέμβαση: ένα αθώο πλάσμα, αλλά ακριβώς λόγω της αθωότητάς του, απειλούμενο συνεχώς ότι θα «χαλάσει», ανήμπορο να αποσοβήσει και να πολεμήσει από μόνο του τους κινδύνους. Το παιδί χρειαζόταν την καθοδήγηση και τον έλεγχο του ενήλικα: μια μελετημένη, προσεκτικά σχεδιασμένη επιτήρηση, υπολογισμένη ώστε να αναπτύξει τη λογική του παιδιού, ως ένα είδος φρουράς, που ο κόσμος των ενήλικων άφηνε στο εσωτερικό της προσωπικότητας του παιδιού.14 
   Η νεωτερική σημασία της έννοιας της «επιτήρησης» του παιδιού χρωματίσθηκε και διαδραματίσθηκε έντεχνα, από τον πανικό που προκλήθηκε σχετικά με τη ροπή των παιδιών προς τον αυνανισμό, που ειδώθηκε ως ένας κίνδυνος ανεπανόρθωτα ολέθριας δυναμικής. Ήταν καθήκον των γονέων αλλά και των δασκάλων να υπερασπιστούν τα παιδιά ενάντια στον κίνδυνο αυτό, να εντοπίσουν την παρουσία του σε κάθε αλλαγή της διαγωγής, κάθε χειρονομία και κάθε γκριμάτσα, να υποταχθεί συνολικά η τάξη της ζωής των παιδιών στην ανάγκη να καταστεί ανέφικτη αυτή η νοσηρή πράξη. Γονείς και δάσκαλοι ήταν σε εγρήγορση και είχαν την υποψία ότι όλα τα παιδιά ήταν ένοχα. Η προσέγγιση στην σεξουαλικότητα αναπτυσσόταν μέσω της εξέτασης και της επίμονης παρατήρησης. Έτσι —και μέσω της ανάγκης επιτήρησης του παιδιού— οι νεωτερικές κοινωνίες οδηγούνται σε έναν επαναπροσδιορισμό της σεξουαλικότητας...

Απόσπασμα από το βιβλίο του Πέτρου Θεοδωρίδη, Η απατηλή υπόσχεση της αγάπης, εκδόσεις ΕΝΕΚΕΝ 

12 Temmuz 2014 Cumartesi

Ο ερωτισμός Ζωρζ Μπατάιγ (Σκέπτομαι όπως ένα κορίτσι βγάζει το φουστάνι του Georges Bataille )


πηγη:http://www.protoporia.gr/product_info.php/products_id/131103
Ο ερωτισμός
Ο ερωτισμός
Συγγραφείς:   Ζωρζ Μπατάιγ


Εκδότης: Ίνδικτος
Μετάφραση:  Κωστής Παπαγιώργης
Σελίδες:  391











Τα όντα που τελούν την αναπαραγωγή και εκείνα που προέρχονται από αυτήν, είναι όντα ξεχωριστά το ένα από το άλλο, που διαχωρίζονται από μιαν άβυσσο, μια συναρπαστική ασυνέχεια. Ως άτομα, πεθαίνουμε μοναχικά μέσα σε μια ακατανόητη περιπέτεια, νοσταλγούμε ωστόσο τη χαμένη αλληλουχία. Η αφροδίσια δραστηριότητα της αναπαραγωγής, μία από τις ανθρώπινες μορφές της οποίας αποτελεί ο ερωτισμός, μας βοηθά να την ξαναβρούμε· από τη στιγμή της ένωσης των αναπαραγωγικών κυττάρων, γεννάται μια συνέχεια μεταξύ τους, με σκοπό τη δημιουργία ενός νέου όντος από τη στιγμή του θανάτου της.



«Σε γενικές γραμμές πιστεύω ότι πρέπει να διαβάζουμε μόνο βιβλία που μας δαγκώνουν και μας τσιμπούν», έγραφε το 1904 ο Κάφκα. Και συνέχιζε: «Αν το βιβλίο που διαβάζουμε δεν μας ταρακουνάει βίαια σαν γροθιά στο κεφάλι, τότε γιατί να μπούμε καν στον κόπο ν αρχίσουμε να το διαβάζουμε; ...Ενα βιβλίο πρέπει να είναι ο πέλεκυς για την παγωμένη θάλασσα που κουβαλάμε μέσα μας».
Οσα χρόνια και να περάσουν, τα βιβλία του Ζορζ Μπατάιγ δεν θα πάψουν να «ταρακουνούν βίαια» τον αναγνώστη «σαν γροθιά στο κεφάλι». Η σκέψη του Μπατάιγ κινείται πάντοτε πάνω σε ένα ακραίο όριο, σε μιαν απελπισμένη προσπάθεια να συλλάβει και να αναδείξει αυτό που βρίσκεται πέρα από το Λόγο ή κρύβεται μέσα στην επιβλητική σκιά του.
Εργο τού 1957 «Ο ερωτισμός» (στη γλώσσα μας κυκλοφόρησε και το 1981 από τις εκδόσεις «Εντροπία») διατηρεί και σήμερα την ανατρεπτική του δύναμη, καθώς κλονίζει ή και ανατρέπει πολλές από τις παραστάσεις που έχουμε για τον έρωτα, τη ζωή και το θάνατο.
Ο ερωτισμός ορίζεται από τον Μπατάιγ ως «η μέχρι θανάτου επιδοκιμασία της ζωής». Πώς εξηγείται αυτή η παράδοξη σύζευξη του έρωτα με το θάνατο; «Είμαστε ασυνεχή άτομα, άτομα που πεθαίνουν μοναχικά μέσα σε μιαν ακατανόητη περιπέτεια, αλλά νοσταλγούμε τη χαμένη αλληλουχία», γράφει ο Μπατάιγ. «Υποφέρουμε με οδύνη την κατάσταση που μας ταυτίζει με μια συμπτωματική ατομικότητα, με τη φθαρτή μας ατομικότητα. Εχουμε την αγωνιώδη λαχτάρα να παραταθεί αυτή η φθαρτότητα, ενώ συνάμα έχουμε την έμμονη ιδέα μιας αρχικής αλληλουχίας που μας συνδέει γενικά με το είναι». Αυτή η νοσταλγία για τη χαμένη αλληλουχία χαρακτηρίζει και τις τρεις μορφές του ερωτισμού, δηλαδή τον ερωτισμό του σώματος, τον ερωτισμό της καρδιάς και τον ιερό ερωτισμό. Η ερωτική εμπειρία συγγενεύει πολύ με τη θρησκευτική εμπειρία. Εκφράζει τη λαχτάρα των ανθρώπων να υπερβούν τα όρια της ατομικής τους φθαρτότητας.
Ο άγιος αποστρέφεται με φρίκη τον φιλήδονο, χωρίς να συνειδητοποιεί τη βαθύτερη συνάφεια που υπάρχει ανάμεσα στα ανομολόγητα πάθη του φιλήδονου και στα δικά του. Το πεδίο του ερωτισμού είναι επίσης το πεδίο της βίας και της βιαιοπραγίας. Οι ερωτικές παρορμήσεις τρομοκρατούν το ανθρώπινο πνεύμα. Αλλά ο άνθρωπος -γράφει ο Μπατάιγ- «δύναται να υπερβεί αυτό που τον τρομάζει, μπορεί να το κοιτάξει κατά πρόσωπο».

ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/12/2001



ΚΡΙΤΙΚΗ

Για πολλούς το όνομα του Ζωρζ Μπατάιγ (1897-1962) εξακολουθεί να παραπέμπει στον σκοτεινό και καταραμένο κόσμο της πορνογραφίας. Ωστόσο τα φωτεινότερα πνεύματα της γαλλικής αλλά και της παγκόσμιας διανόησης, με προεξάρχοντες τον Μισέλ Φουκό, τον Ρολάν Μπαρτ και τον Ζακ Ντεριντά, δεν διστάζουν να τον τοποθετήσουν δίπλα στον Σαρτρ, στον Λακάν και στον Μπλανσό, στο πάνθεον των μεγάλων στοχαστών του 20ού αιώνα που κατόρθωσαν να συνδυάσουν τη φιλοσοφική ή ψυχαναλυτική παράδοση με τη λογοτεχνική κληρονομιά.
Το εύρος των ενδιαφερόντων αυτού του βιβλιοφάγου, επί μακρόν υπαλλήλου της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας, υπήρξε τεράστιο και εκτείνεται από την ιστορία και τη φιλοσοφία ως την κοινωνιολογία, την ανθρωπολογία και τον φροϋδισμό (είναι ίσως από τους πρώτους γάλλους συγγραφείς που αρχίζει ψυχανάλυση στα 1927) ή την πρωτοποριακή αισθητική. Τη δεκαετία του 1920 έρχεται σε επαφή με τη δραστική σκέψη του Νίτσε που θα τον σφραγίσει ανεξίτηλα και την επομένη εντρυφεί συστηματικά στο έργο του Εγέλου παρακολουθώντας τα σεμινάρια του Kojeve για τη «Φαινομενολογία του πνεύματος», ενώ σταθερά τον έλκουν η περιοχή της θρησκειολογίας και η αιρετική γραφή του Σαντ. Πιστεύοντας στη δυναμική των συλλογικών χειρονομιών πρωτοστατεί συχνά στη δημιουργία περιοδικών, μυστικών ή δημοσίων εταιρειών, όπως τα «Documents» (πολεμική μηχανή κατά των υπερρεαλιστών, με τους οποίους αργότερα θα συμφιλιωθεί), ο «Ακέφαλος» ή το βραχύβιο «Κολέγιο κοινωνιολογίας» (College de sociologie) που, με συνιδρυτές τον Leiris, τον Caillois και τον Klossowski, συσπειρώνει για μια διετία (1937-1939) γύρω από ενδιαφέροντες κύκλους διαλέξεων την αφρόκρεμα της γαλλικής σκέψης. Το διαρκέστερο δημιούργημά του είναι το περιοδικό «Critique», που ίδρυσε στα 1946 και παραμένει ως σήμερα ένα από τα εγκυρότερα βήματα της γαλλικής κριτικής στην περιοχή των επιστημών του ανθρώπου.
Θα πρέπει λοιπόν να αποσυνδέσει κανείς την Ιστορία του ματιού ή τη Μαντάμ Εντουαρντά και τα λοιπά ερωτογραφήματα του Μπατάιγ από το πλαίσιο της σκανδαλοθηρίας που τα έκανε προσιτά στο μεγάλο κοινό και να τα εντάξει στον θεωρητικό λόγο του συγγραφέα τους για να γίνει κατανοητή η πρωτότυπη ανατρεπτικότητά τους. Τουλάχιστον Η εσωτερική εμπειρία (L experience interieure, 1943) και Το καταραμένο μερίδιο (La part maudite, 1949) είναι δύο από τα προαπαιτούμενα δοκιμιακά έργα για κάθε περαιτέρω ανάγνωση συγκεκριμένων κειμένων του Μπατάιγ. Συνέχεια και συμπλήρωση του δευτέρου επρόκειτο να αποτελέσει η Ιστορία του ερωτισμού, που τελικά αναχωνεύθηκε στην εκδοχή του Ερωτισμού λίγα χρόνια αργότερα, το 1957, όταν οι τρεις βασικοί εκδότες του Μπατάιγ (Gallimard, Minuit, Pauvert) αποφάσισαν να γιορτάσουν τα εξηντάχρονα του συγγραφέα με την εμφάνιση τριών βιβλίων του: Η λογοτεχνία και το κακό, Ο ερωτισμός και Το γαλάζιο του ουρανού (όλα μεταφρασμένα στα ελληνικά).
Πολλαπλασιάζοντας τις παρεκβάσεις, τα αποσπασματικά σχεδιάσματα και τις παραλλαγές το έργο του Μπατάιγ έρχεται σε ρήξη με τις παραδοσιακές μορφές της γραμμικής, γενεαλογικής ή διαλεκτικής έκθεσης, με τη συνεκτική οργάνωση ενός τετελεσμένου συνόλου. Τα δύο μείζονα θέματα που απασχολούν αδιαλείπτως τη σκέψη του, ο ερωτισμός και ο θάνατος, μοιράζονται από κοινού την υπέρμετρη θυμική φόρτιση (αγωνία ή έκσταση) με μια βία που τείνει να καταργήσει τον (ορθό) λόγο. Η αμφιλεγόμενη ζώνη της υπερβολής, της έντασης, της ακρότητας που δοκιμάζει την αντοχή των ορίων ανάμεσα στον πόνο και στην ηδονή ερεθίζει την περιέργεια του Μπατάιγ και αποτελεί τον τόπο όπου ακροβατεί επικίνδυνα μέσω της γραφής του. Ο ερωτισμός του δεν είναι ροζ αλλά μαύρος και έλκεται από τη γοητεία του τρόμου και της φρικίασης. Η στιγμή του «μικρού θανάτου» της συνουσίας είναι προάγγελος του μεγάλου, αναπόδραστου θανάτου, ενέχει το «ένστικτο του θανάτου», κάτι που ο ιδεαλισμός μας τείνει να απωθεί αρνούμενος να αντιμετωπίσει κατάματα την τραγικότητα και συνάμα την ιερότητα της οριακής αυτής κατάστασης. Ο ερωτισμός δεν έχει εν προκειμένω την περιορισμένη σημασία της αναψυχής ή της ανώδυνης τέρψης· συγκροτεί μια ανθρώπινη ιδιότητα στον ίδιο βαθμό με την ομιλία ή τον νου και μάλιστα χαρακτηρίζει την εμπειρία που μπορεί ο άνθρωπος να βιώσει για το ιερό, ανεξαρτήτως θρησκείας, την εμπειρία της υπερβολής, της ανάλωσης. Η περιοχή του είναι η περιοχή της βίας, της βιαιοπραγίας, του βιασμού, δηλαδή η περιοχή του κακού, της διονυσιακής γιορτής, της κατάλυσης των κατεστημένων μορφών, σε αντίθεση με την περιοχή της εργασίας, της παραγωγής των υλικών και πνευματικών αγαθών. Το γνώρισμά του είναι η παράβαση των απαγορεύσεων που επιτρέπει την πρόσβαση στη διακεκριμένη σφαίρα του ιερού.
Ο ερωτισμός διαιρείται σε δύο μέρη: το πρώτο και μεγαλύτερο (13 κεφάλαια) εξετάζει ακριβώς το ζήτημα της απαγόρευσης και της παράβασης, στήνει το θεωρητικό, εννοιολογικό πλαίσιο, κατά κάποιον τρόπο, όπου εντάσσεται το δεύτερο μέρος (7 κεφάλαια), το οποίο επιμερίζεται σε συγκεκριμένες μελέτες για τον ερωτισμό (του Σαντ, λ.χ., ή τον αιμομεικτικό κτλ.). Ο Μπατάιγ σπεύδει εξαρχής να διευκρινίσει ότι διαφοροποιεί ριζικά τον ερωτισμό από τη σεξουαλικότητα: ο πρώτος ανήκει τελεσίδικα στην εσωτερική ζωή του ανθρώπου και σηματοδοτεί ουσιαστικά το πέρασμα από το ζώο στον άνθρωπο. Η σεξουαλική δραστηριότητα των ανθρώπων δεν είναι απαραιτήτως ερωτική, διατείνεται ο Μπατάιγ, αλλά διεκδικεί αυτόν τον χαρακτηρισμό μόνο όταν δεν είναι υποτυπώδης, δηλαδή απλώς ζωική. Ο ερωτισμός αποστρέφεται τη μεθοδική και μετρημένη δράση, ενώ έλκεται φυσικά από την ελεύθερη ορμή των ενστίκτων, τη βίαιη αταξία, εξ ου και μαζί με την εξέγερση είναι από τα ασφαλέστερα μέσα για να οδηγήσουν τον άνθρωπο στην απεριόριστη ευδαιμονία. Ο Μπατάιγ υπογραμμίζει επίσης ιδιαίτερα την παιδικότητα, την αθωότητα που διακρίνει τόσο τη λογοτεχνία όσο και τον ερωτισμό ­ όχι βεβαίως με τον τρόπο που το εννοεί η τρέχουσα ηθική, γιατί πρόκειται για μια σκληρή, μαύρη αθωότητα. Και ακριβώς επειδή συνδέεται με την παιδικότητα γίνεται η λογοτεχνία επικίνδυνη: είναι το κομμάτι του εαυτού μας που ανοίγεται στην ανεξέλεγκτη παιδικότητα και στην αγριότητά της, «άνευ ορίων, άνευ όρων».
Εχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να δει κανείς στο πρώτο (ιστορικο-θεωρητικό) μέρος της μελέτης του Μπατάιγ πώς κατά καιρούς οι κοινωνίες ρύθμισαν το σύστημα της αφροδίσιας ζωής με δέσμες απαγορεύσεων συγκροτώντας τη θεμιτή και την αθέμιτη σεξουαλικότητα (με κυρίαρχη, σχεδόν οικουμενική, την απαγόρευση της αιμομειξίας), πώς επινόησαν συγκεκριμένους κώδικες οργανωμένης βίας που κλωνίζουν τα απαγορευτικά όρια (ο πόλεμος, π.χ.), πώς όρισαν την πορνεία και τις καταραμένες όψεις του ερωτισμού, ποια σχέση μπορεί να συνδέει τη σεξουαλική διέγερση με τον θάνατο, με τι όρους το θείο ενδέχεται να συμπίπτει με την ακολασία, ο μυστικισμός με τον αισθησιασμό ή τη διαστροφή. Ο αναγνώστης του Ερωτισμού θα είναι σε θέση να κατανοήσει καλύτερα την αιρετικότητα του Μπατάιγ έτσι όπως την όριζε ο ίδιος: «Θα υποστήριζα ευχαρίστως ότι εκείνο για το οποίο αισθάνομαι υπερήφανος είναι πως ανακάτεψα την τράπουλα, συσχέτισα δηλαδή το πιο θορυβοποιό, προκλητικό και σκανδαλώδες γέλιο με το πιο βαθύ θρησκευτικό πνεύμα».
Ελλείψει εισαγωγής ή οιουδήποτε ενημερωτικού σημειώματος που θα όφειλε να δώσει το στίγμα και το εκτόπισμα του συγκεκριμένου βιβλίου στη σύγχρονη γραφή παραπέμπουμε τον φιλοπερίεργο αναγνώστη στη γενική, χρηστική εισαγωγή του Δ. Δημητριάδη στην Ιστορία του ματιού (Αγρα, 1980). Υπενθυμίζουμε επίσης ότι η έκτη μελέτη του δεύτερου μέρους («Η αγιοσύνη, ο ερωτισμός και η μοναξιά») είχε κυκλοφορήσει προ ετών (1993) ως αυτόνομο τευχίδιο από τις εκδόσεις Το Ροδακιό.

Λίζυ Τσιριμώκου (αναπληρώτρια καθηγήτρια Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)
ΤΟ ΒΗΜΑ , 20-01-2002



ΚΡΙΤΙΚΗ

Ο Georges Bataille είναι αναμφίβολα από τους μεγαλύτερους στιλίστες της γραφής του εικοστού αιώνα. Εκπροσωπεί επίσης μία δοκιμιογραφική παράδοση ιδιαίτερα γαλλική, παράδοση που λαμπρύνεται από ονόματα όπως του Andre Malraux, του Pierre Clossowski, του Maurice Blanchot, του Roger Caillois, του Jean-Paul Sartre, του Albert Camus, του Jean Wahl κ.ά., για τους οποίους ο θεωρητικός αναστοχασμός είναι αδιαχώριστος από τη μέριμνα για την ποιητική έκφραση και στις περισσότερες περιπτώσεις το έργο τους κατανέμεται ισομερώς ανάμεσα στο φιλοσοφικό δοκίμιο και τη λογοτεχνική γραφή -συνηθέστερα το μυθιστόρημα. Χάρη στα μυθιστορήματα τους, άλλωστε, οι περισσότεροι απ αυτούς έγιναν γνωστοί σ ένα ευρύτερο κοινό και αυτό ισχύει κατεξοχήν για τον Bataille, ο οποίος μέσα από μυθιστορήματα όπως η Ιστορία του ματιού, η Μαντάμ Εντουαρντά κ.ά. κέρδισε μια εκτεταμένη, και κάπως επιπόλαιη, φήμη ως λογοτεχνικός εκπρόσωπος του «καταραμένου ερωτισμού» -μιας άλλης φιλολογικής παράδοσης του εικοστού αιώνα, η οποία έρχεται διαθλασμένη μέσα από το σουρεαλισμό και τους άμεσους προδρόμους του... Εν πάση περιπτώσει, λίγοι στάθηκαν πρόθυμοι να αντιμετωπίσουν τον Bataille ως φιλόσοφο με την παραδοσιακή έννοια του όρου, παρ ότι μέσα από μια σειρά ασυνήθιστα πυκνών δοκιμίων -όπως Η εσωτερική εμπειρία, η Θεωρία της θρησκείας, Το καταραμένο απόθεμα, Η λογοτεχνία και το κακό, Τα δάκρυα του έρωτα- ξετυλίγει έναν βαρυσήμαντο οντολογικό στοχασμό, ο οποίος σε όλα του τα σημεία τροφοδοτείται από/και απολήγει σε μια γενική θεωρία του πολιτισμού. Αυτός ο Bataille είναι ωστόσο που μας ενδιαφέρει εδώ και αυτός αναδεικνύεται με τον πιο αντιπροσωπευτικό τρόπο στο σώμα των μελετών που εκδόθηκαν το 1957 υπό το γενικό τίτλο Ο ερωτισμός.
Η πρόσφατη έκδοση της «Ινδίκτου», με καινούρια μετάφραση του Κωστή Παπαγιώργη, παρουσιάζει σε ενιαίο τόμο (αντίστοιχο προς την έκδοση του πρωτοτύπου) τα δύο μέρη που παλαιότερα είχαν εκδοθεί χωριστά από τις εκδόσεις «Θεωρία» με τους τίτλους Ο ερωτισμός και Μελέτες για τον ερωτισμό (1982 και 1983, σε μετάφραση Μίκας Χουλιαρά και Τασίας Χατζή, αντίστοιχα). Ιδίως στο πρώτο μέρος, όπου αναπτύσσει με μεγαλύτερη συνεκτικότητα τη θεμελιώδη του θέση, αναγνωρίζουμε όλα τα μοτίβα που διαπερνούν τη δοκιμιογραφία και σφραγίζουν την κοσμοαντίληψη του Georges Bataille. Αυτό που ονομάζει «ερωτισμό», εν πρώτοις διαφέρει από τη φυσιολογία της αναπαραγωγής κατά τον τρόπο που διαφέρει -όπως ο ίδιος θα το διατυπώσει- η σκέψη από τον εγκέφαλο: πρόκειται για ένα εσωτερικό γεγονός, ένα βίωμα, σύλληψη η οποία καθιστά εξ ορισμού αναρμόδια κάθε επιστημονική προσέγγιση και τοποθετεί εξαρχής το εγχείρημά του στο πεδίο του αυτοστοχασμού· ταυτόχρονα όμως είναι ένα ιδιαζόντως ανθρώπινο βίωμα, που διαφέρει ποιοτικά από το αντίστοιχο βίωμα των ζώων -διότι η υποκειμενικότητα, το βίωμα, δεν είναι βεβαίως προνόμιο του ανθρώπου, ούτε καν μόνο των πολύπλοκα αναπτυγμένων οργανισμών- κατά το ότι προϋποθέτει την αυτοσυνείδηση και το είδος της ασυνέχειας που η τελευταία εγκαθιστά ανάμεσα στο εξατομικευμένο ον και τον κόσμο. Είναι, με λίγα λόγια, το βίωμα του αποκομμένου όντος, το οποίο, μέσα από μια υπερβολή ζωικότητας και πάθους, επιζητεί να πεθάνει ως ατομικό ον και να επανενωθεί με την αδιαφοροποίητη ολότητα του είναι -«όπως το νερό μέσα στο νερό».
Στην πραγματικότητα, όπως και σε πολλά άλλα μεμονωμένα ζητήματα, ο Bataille ξεκινάει από τον Ντε Σαντ, επιχειρώντας να δείξει ότι η θεμελιώδης ενόραση του Σαντ σχετικά με την ταυτότητα του ερωτισμού και του θανάτου δεν μπορεί να απαξιωθεί ως απλή διαστροφή: περιέχει μία βαθύτατη οντολογική αλήθεια, την οποία, από τη μεριά της, έρχεται να επικυρώσει η θρησκεία, με την κύρια πρακτική που τη θεμελιώνει -τη θυσία. Η θυσία για τον Bataille είναι η κατεξοχήν πράξη με την οποία αποκαθίσταται συμβολικά μία οντολογική συνέχεια εκεί που υπήρχαν μόνο ασυνεχείς όροι -ο θύτης, το σφάγιο, ο θεός- και η σύνδεση της θυσίας με τον ιερό γάμο, τουλάχιστον στις αρχαϊκές μορφές θρησκευτικότητας, αποκαλύπτει τη βαθύτερη ταυτότητα των δύο τελέσεων: τόσο στη θυσία όσο και στη σεξουαλική αποχαλίνωση αίρεται το θεμελιώδες ταμπού ολόκληρου του πολιτισμού, το ταμπού του φόνου, και το ατομικό ον πεθαίνει ως τέτοιο, προκειμένου να επανενωθεί με την ακατάβλητη πλημμυρίδα της ζωής, που είναι ο κόσμος, η φύση, το Είναι. Ο ιερός τρόμος απέναντι στη σεξουαλικότητα και όλα τα πολιτισμικά ταμπού που τη συνοδεύουν πηγάζουν από αυτή την καταγωγική σχέση της με τη βία του θανάτου· και αν η συνείδηση του θανάτου είναι από τους κύριους παράγοντες της ανθρωποποίησης, είναι ταυτόχρονα εκείνο που ο πολιτισμός έπρεπε να αρνηθεί μέσα από την τάξη της εργασίας και την κοινωνική οργάνωση. Αυτή η απαγόρευση είναι εντούτοις καταδικασμένη να αίρεται, κυρίως μέσα στις στιγμές της σεξουαλικής παραφοράς ή του ιερού δέους, επειδή μέσα της κρατάει φυλαγμένο το μυστικό της ενότητας του ανθρώπου με τον κόσμο, ενότητα την οποία διέρρηξε ο ίδιος ο πολιτισμός. Η ταυτότητα, λοιπόν, του ερωτισμού -στις ανώτερες στιγμές του- με το θρησκευτικό βίωμα, βασιζόμενη στην απώτερη σύνδεση και των δύο με τη βία του θανάτου που απεξατομικεύει, και η διπλή τροπικότητα της απαγόρευσης/παράβασης, η οποία διέπει όλα τα φαινόμενα που έλκονται στη σφαίρα τόσο του ερωτισμού όσο και του ιερού, μαζί με μια βαθύτερη ενόραση του όντος ως διαρκούς και ανεξάντλητης σπατάλης, ροής που υπερεκχειλίζει θραύοντας όλους τους ατομικούς φραγμούς, είναι οι θεμελιώδεις ιδέες με τις οποίες ο Bataille κατανοεί τον κόσμο και με τις οποίες θα επιχειρήσει, εν συνεχεία, να ερμηνεύσει μία ολόκληρη σειρά φαινομένων της κοινωνίας και του πολιτισμού.
Θα είχα μόνο να κάνω λίγες παρατηρήσεις γύρω από τη μετάφραση, επειδή μου φαίνονται κρίσιμες. Σε ένα έργο τόσο αποφασιστικά βασισμένο στη γλώσσα το έργο του μεταφραστή γίνεται εξαιρετικά ευαίσθητο και ευπαθές. Λίγη παραπάνω οίηση εκ μέρους του αρκεί για να καταστρέψει το αποτέλεσμα, και αυτή νομίζω είναι η παγίδα στην οποία έπεσε ο Κωστής Παπαγιώργης. Χρησιμοποιώντας μία γλώσσα επιθετικά λόγια, με βυζαντινίζοντες μανιερισμούς, όχι μόνο κάνει σε ορισμένα σημεία δυσκολονόητο εκείνο που θα μπορούσε να είναι απλό, αλλά και διαστρέφει το κατεξοχήν μοντερνικό ιδίωμα στο οποίο γράφει ο Georges Bataille. Και το πράγμα επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο από την κατά τόπους εκκεντρική ανάμιξη αρχαΐζουσας εκφραστικής με μαλλιαρισμούς -η «γκαρδιακή ένωση», όπως και να το κάνουμε, δεν πάει με το «φρονεί» (σελ. 29), ούτε η «καλντεριμιτζού» με το «καθόσον» (σελ. 204), και όταν μεταφράζουμε από την ιεροπρέπεια της λατινικής του Αυγουστίνου inter faeces, δεν λέμε ακριβώς «μέσα στα σκατά» (σελ. 82)- ή, ακόμα χειρότερα, με αδόκιμους νεολογισμούς, όπως «υπεροχική επιθυμία» (σελ. 219) και «λαότητες» (σε όλο το μήκος του βιβλίου), μέχρι και κατάφωρα γραμματικά λάθη, όπως η γενική «ενός δέλεαρ» (σελ. 195)! Οπως και σε τόσες άλλες τέχνες, η υπερβάλλουσα αυτοπεποίθηση του καλού μεταφραστή μπορεί να γίνει πολυ πιο επισφαλής από την αδεξιότητα του πρωτάρη...

ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 04/10/2002

29 Haziran 2014 Pazar

Για την Ομορφια και τις Πραγματικές γυναικες που Αγαπουμε !

Για την Ομορφια και τις Πραγματικές γυναικες που Αγαπουμε !


το πραγματικό δεν είναι ποτέ ωραίο. Το ωραίο εναι μια αξία πού δεν θα μπορούσε ποτέ να ισχύσει παρά γαι το φανταστικό και πού συνεπάγεται την μηδενοποίηση του κοσμου στην ουσιώδη του διαρθρωση. Γιαυτό και είναι βλακώδες να συνδεουμε την ηθική με την αισθητική.
Οι αξίες του Καλού προυποθετουν το είναι -μέσα στον Κοσμο σκοπούν τις διαγωγές μέσα στο πραγματικό και υπόκεινται πρωτα στον ουσιαστικό παραλογισμό της υπαρξης. Το να λέμε ότι ‘’παιρνουμε’’ απένατι στη ζωή στάση αισθητική είναι σαν να συνχεουμε αδιάκοπα το πραγματικό με το φανταστικό .

Συμβαινει εν τούτοις να παιρνουμε τη στάση της αισθητικής θεωρησης απέναντι γεγονότων ή αντικειμένων πραγματικών
Στην περιπτωση τούτη ο καθενας μπορει να διαπιστώσει στόν εαυτό του ενα είδος οπισθοδρόμησης σχετικά με το θεωρούμενο αντικείμενο πού γλιστραει το ίδιο στην ανυπαρξία.Είναι διοτι , απ εκείνη τη στιγμη, δεν γίνεται πιά αντιληπτό’ λειτουργεί σαν αναλογον του εαυτού του, δηλαδή μια εικόνα μη πραγματική αυτού πού είναι , εκδηλώνεται για μας διαμέσου της τωρινής παρουσίας της
…Ταυτόχρονα το αντικείμενο ,...γίνεται αθικτο, εξ ου και αυτό το ειδος οδυνηρής ελλειψης ενδιαφεροντος γιαυτό

  • Υπό αυτήν την έννοια μπορούμε να πούμε : η υπερβολική ομ
    ορφια μιας γυναικας σκοτώνει τον πόθο μας γιαυτήν … Για να την ποθούμε πρεπει να λησμονήσουμε ότι είναι ωραία, γιατί ο πόθος είναι μια βουτιά στην καρδια της υπαρξης σ ότι πιο ωραίο και παραλογο έχει…”
Σαρτρ Το Φανταστικό Μετ. Αιμ. Χουρμουζιου …..
Σχόλιο από Νοσφερατος Φεβρουάριος 13, 2008


απο

http://pontosandaristera.wordpress.com/2008/02/06/6-2-2008/

27 Haziran 2014 Cuma

στον έρωτα .....

στον έρωτα - εννοώ στον Γνήσιο έρωτα - δεν ανακαλύπτουμε παρα εκείνη την αίσθηση ανακούφισης και Μητρικής αγάπης που αισθανόμασταν στην αγκαλιά της μανας μας όταν πίναμε το γάλα από το μητρικό στήθος .. Γι αυτό και οι ερωτευμένοι αποκαλούν ο ένας τον άλλον /ην ''Μωρο μου'' Και επειδή αγάπη και κανιβαλισμός πάνε συχνά μαζί γιαυτο και λένε ''Θα σε Φάω ''!!!

22 Haziran 2014 Pazar

Σε τι μοιάζει ο έρωτας με τον θάνατο;

Σε τι μοιάζει ο έρωτας με τον θάνατο; Στο ότι δεν υπάρχει ποτέ προηγουμένη εμπειρία ..Κάθε φορά είναι ένα ταξίδι στο εντελώς άγνωστο ..Σαν να πεθαίνεις η σαν να ξανά γεννιέσαι.. Όχι όμως ο iδιoς - ποτέ ο ίδιος

17 Haziran 2014 Salı

Μαρκήσιος ντε Σαντ – Ζυστίν ή οι δυστυχίες της αρετής αναδημοσιευση απο το μπλογκ pandoxeio

Μαρκήσιος ντε Σαντ – Ζυστίν ή οι δυστυχίες της αρετής

Οι deSade-justine-coverPRπολλαπλές αναγνώσεις του σαδισμού
Αποδείξαμε ότι οι μοναχικές αποκλίνουσες ηδο­νές είναι εξίσου απολαυστικές με τις άλλες και, μά­λιστα, πολύ πιο εξασφαλισμένες. Επομένως, η από­λαυση, αν την εξετάσουμε ανεξάρτητα από το αντι­κείμενο που μας χρησιμεύει, όχι μόνον απέχει πολύ απ’ οτιδήποτε μπορεί να αρέσει στο αντικείμενο, αλλά είναι και αντίθετη προς τις δικές του ηδονές. Προχωρώ ένα βήμα παραπέρα: η απόλαυση μπορεί να αντληθεί κατ’ εξοχήν μέσω της πρόκλησης πό­νου στον άλλο, μέσω της κακομεταχείρισής του και της υποβολής του σε μαρτύρια – μη σου φαίνεται παράξενο-, με μόνο σκοπό την αύξηση της ηδονής του αφέντη που προστάζει τέτοιες πρακτικές. Ας προ­σπαθήσουμε τώρα να το αποδείξουμε. [σ. 272]
DesadeJustine1Μπορεί σήμερα να διαβαστεί το έργο του ντε Σαντ και με ποιους τρόπους μας αφορά; Είναι δυνατόν η ανάγνωσή του να μας προσφέρει μια πλήρη εικόνα του κόσμου την εποχή κατά την οποία γράφτηκε; Συνομιλεί καθόλου με την σύγχρονη συγκυρία ή αποτελεί απλώς ένα μνημειωμένο έργο αναφοράς; Τι είδους αναγνωστικό ενδιαφέρον και τι πνευματικό νόημα μπορεί να έχει η ιστορία της Ιουστίνης, μιας νεαρής γυναίκας που εκτίθεται ανυπεράσπιστη στην κοινωνία, γίνεται υποχείριο εκμετάλλευσης και εξευτελισμών και καταλήγει σ’ ένα μοναστήρι όπου υφίσταται πάσης φύσεως βιασμούς, σεξουαλικά βασανιστήρια και ψυχολογικές ταπεινώσεις, που υποβάλλεται σε κάθε είδους διαστροφές και «διαστροφές»; Κι όμως, είναι ακριβώς σήμερα όπου η Ιουστίνη είναι ανοιχτή σε πολλαπλές αναγνώσεις. Μπορεί λοιπόν ο αναγνώστης…
Marquis_De_Sade_by_ScreetownGhost…να διαβάσει το βιβλίο ως οργανικό μέρος του προ- και νεωτερικού διαλόγου για την ανθρώπινη φύση· ενός διαλόγου που μέχρι σήμερα ταλανίζει την ερμηνεία του κακού· να διχαστεί ανάμεσα στο κατά Χομπς έμφυτο του κακού στην ανθρώπινη φύση και στην ακριβώς αντίθετη θέση του Ρουσσώ. Να ανοίξει τα μάτια του απέναντι στο φοβερό ενδεχόμενο της επιλογής του κακού από αμέτρητους ανθρώπους, στην οποία σήμερα συνεχίζουμε να εθελοτυφλούμε. Να συλλογιστεί πάνω στα μη- όρια της ανθρώπινης φύσης και στην απόλυτη σχετικότητα θεμελιωδών εννοιών όπως η αρετή, η απόκλιση, η διαστροφή, ο έρωτας, η ευχαρίστηση, η υποταγή. Να τεθεί στο μέσο της διαμάχης ανάμεσα στην επικράτηση του ενστίκτου ή του ορθού λόγου, στην υπηρέτηση του πάθους ή την υπηρεσία του ιδανικού, ανάμεσα στις δυο αντιδιαμετρικά αντίθετες στάσεις ζωής, ανάμεσα στην αρετή και την ακολασία, την εγκαρτέρηση και την έκλυση.
MessenoireΝα το διαβάσει ως κείμενο που βρίσκεται στον αντίποδα της θρησκείας, που συνάμα την παρωδεί με ανελέητο τρόπο, ακόμα και με την ίδια την μορφή της γραφής: ως ένα χριστιανικό μαρτυρολόγιο (το μοναστήρι ως τόπος, οι βασανιστές ως διάβολοι, τα μαρτύρια ως δοκιμασία, οι εξαντλητικές περιγραφές τους ως θεμελίωση της διδασκαλίας) αλλά και ως μια ειρωνική αγιολογία της Ζυστίν που ακριβώς λόγω της καρτερίας και της καθαρότητάς της παρά την υποταγή της εμπνέει για ιδιαίτερη λατρεία – άλλη μια ομοιότητα με την αγιογραφίες των μαρτύρων των περισσότερων θρησκειών. Και πάνω απ’ όλα ως καυστική κριτική για την υποτίμηση και τον εξευτελισμό του σώματος στην χριστιανική κοσμοθεωρία αλλά και τον μισογυνισμό της χριστιανικής εκκλησίας.
Η συγκίνηση της λαγνείας δεν είναι τίποτε άλλο πα2875417_bukobjectρά ένα είδος δόνησης που παράγεται στην ψυχή μας μέσω των παλμών τους οποίους η φαντασία προκαλεί στις αισθήσεις μας με την ανάμνηση του αντικειμένου της λαγνείας…Έτσι, η λαγνεία μας, αυτό το ανεξήγητο γαργαλητό που μας οδηγεί σε παρεκτροπές, που μας με­ταφέρει στην ψηλότερη κορυφή ευτυχία; όπου μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος, μπορεί να προκληθεί με δύο τρόπους. Είτε όταν αντιληφθούμε ότι το αντικείμενο που χρησιμοποιούμε διαθέτει πραγματικά ή στη φαντασία μας το είδος της ομορφιάς που μας ευφραίνει περισσότερο, είτε όταν δούμε αυτό το αντικεί­μενο να βιώνει την ισχυρότερη δυνατή αίσθηση. Κι όμως, αίσθηση πιο ζωηρή από τον πόνο δεν υπάρχει. Οι εντυπώσεις που προκαλεί ο πόνος είναι βέβαιες, δεν είναι καθόλου παραπλανητικές όπως οι εντυπώσεις της ηδονής, που μονίμως τις υποκρίνονται …[σ. 273]
Justine_ou_les_Malheurs_de_la_vertu_(ménage_à_trois)Να αντιληφθεί τους τρόπους με τους οποίους διαμορφώνεται ο ερωτισμός και οι πρότυπες συμπεριφορές του· να δει ξεκάθαρα την σκοτεινή δίοδο που συνδέει τον ερωτισμό με την βία αλλά και το ενδεχόμενο της αδυναμίας της απόλαυσης της σάρκας εξαιτίας των αιωνόβιων απαγορεύσεων και καταπιέσεων. Να αποδεχτεί, ανεξάρτητα από την δική του θέση, την σεξουαλικότητα ως μια απόλυτη αλήθεια σε κάθε άνθρωπο· να αντιληφθεί το ανθρώπινο σώμα ως τόπο όπου δεν χωρεί ο ορθός λόγος και οι ηθικές επιταγές.
Να συλλογιστεί πάνω στην φιλοσοφία του Ντε Σαντ ως απόλυτη κατάφαση της προσωπικής ηδονής του κάθε ανθρώπου, μιας ηδονής που δεν γνωρίζει άλλη ηθική από την δική της και δεν λογοδοτεί πουθενά, προτείνοντας ακόμα – σε αντίθεση με ό,τι συχνά φαίνεται και παρά τις εμφανείς αντιφάσεις– ακόμα και την πλήρη ισότητα και αμοιβαιότητα ανάμεσα στην επικράτηση των ατομικών επιθυμιών. Να επεκτείνει την παραπάνω φιλοσοφική παραδοχή ως μόνη και απόλυτη tumblr_m3bmdt1W981r62zy2προϋπόθεση πλήρους ελευθερίας, που αγνοεί κάθε είδους κοινωνικό θεσμό και κάθε μορφή εξουσίας και καταναγκασμού, ως το ενδεχόμενο της ανυπακοής σε κάθε εκτός σώματος επιταγή.
Να το διαβάσει ως ανάγνωσμα που επανήλθε στα ελευθέρια τέλη της δεκαετίας του ’60, όπου η σεξουαλική απελευθέρωση είτε στους δρόμους του επαναστατημένου Παρισιού, είτε στα κοινόβια των απανταχού χίππις και ψυχεδελιστών αναζητούσε ανάλογα έργα. Να αναζητήσει τα κείμενα των διανοητών που την ίδια εποχή αλλά και προγενέστερα θεωρητικοποίησαν τα διονυσιασμένα πάθη και τις μύριες παρεκτροπές τους, από τον Φουκό και τον Λακάν, μέχρι τον Μπλανσό και τον Μπατάιγ, τον Κλοσόφσκι και τον Ονφρέ.
Να το διαβάσει ως απόλυτα καλλιγJustineραφημένο λογοτέχνημα, αναζητώντας εντός του και τους κανόνες της ερωτικής λογοτεχνίας, της ψυχολογίας, του γοτθικού μυθιστορήματος ή του μυθιστορήματος τρόμου, της φιλοσοφικής πραγματείας, της πολιτικής καταγγελίας, της πορνογραφίας, της αισθησιακής αισθητικής. Να το απολαύσει ως εξαιρετικό λογοτέχνημα, που τηρεί μια σειρά τεχνικών ώστε να ελκύει διαρκώς το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Να το διαβάσει ως δική του αναγνωστική, ψυχολογική και συνειδησιακή δοκιμασία, δοκιμάζοντας τις αντοχές του απέναντι στα ίδια τα γραφόμενα αλλά και στην απόλαυση των περιγραφομένων από τους ίδιους τους φορείς.
quillsΝα το διασχίσει ως μια ιστορία του σώματος, των παθών της σάρκας και των βασάνων που υφίσταται σε όλη την ανθρώπινη Ιστορία. Ή ως μια απροκάλυπτη πρόκληση στα ήθη και στα πρέποντα, ακόμα και ως εγχειρίδιο πάνω στο ακρότατο είδος ηδονής, εκείνο που αφορά την καταστροφή της ίδιας της ζωής και την τελετουργία του θανάτου. Να συμπαθήσει την Ιουστίνη ως υποκείμενο απόλυτης ψυχικής αντίστασης σε κάθε είδους βιασμό και εξαχρείωση, ακόμα και όταν – ή κυρίως όταν – η άρνηση της υποταγής της ακριβώς αυξάνει τους βασανισμούς και την κακομεταχείριση.
tumblr_mji7g6d9251s4pbxso1_1280Να επιστρέψει στην περίοδο που γράφτηκε και να το διαβάσει ως ένα μνημείο λόγου μιας εποχής όπου η Ιστορία ετοιμαζόταν να αλλάξει οριστικά την οπίσθια πορεία της, ως ένα λογοτέχνημα που γράφτηκε λίγο πριν την Γαλλική Επανάσταση, υπονοώντας εκείνα που την προκάλεσαν και προοιωνίζοντας εκείνα που θα αλλάξουν. Να μην αγνοήσει την εντός του έργου αντανάκλαση του συγγραφέα, ως ένα κάτοπτρο των δικών του διώξεων, εξευτελισμών και φυλακίσεων που αποτέλεσαν το τίμημα του ελεύθερου λόγου του και της επιθυμία για συνέπεια λόγων και πράξεων· ως το ύστατο μέσο έκφρασης της αλήθειας ενός συγγραφέα που έζησε κυνηγημένος, καταδικασμένος σε θάνατο, έγκλειστος σε άσυλα, μισητός τοις πάσι.
Η Ζυστίν/Ιουστίνη αποτελεί την τελική εκδοχή ενός έργου που άρχισε να γράφεται το 1787 στην Βαστίλη και ολοκληρώθηκε ως Νέα Ιουστίνη το 1791. Η έκδοση του βιβλίου οδήγησε οδηγώντας τον συγγραφέα ξανά στη φυλακή και το βιβλίο στην καταστροφή. Η έκδοση περιλαμβάνει τις γκραβούρες του 1797.
«Σας 1041129426ξαναρωτώ: είμαστε μήπως κύριοι των γού­στων μας; Δεν οφείλουμε να υποκύπτουμε στις ορέ­ξεις που μας έχει δώσει η φύση, όπως το περήφανο κεφάλι της βαλανιδιάς λυγίζει στη μανία της θύελ­λας; Αν η φύση προσβαλλόταν από αυτά τα γούστα, δεν θα μας τα ενέπνεε. Είναι αδύνατον να μας έχει δώσει ένα συναίσθημα φτιαγμένο για να την προ­σβάλλει. Και με την ίδια απόλυτη βεβαιότητα μπο­ρούμε να αφεθούμε στα πάθη μας, όποια κι αν είναι, όσο βίαια κι αν είναι, σίγουροι ότι κάθε ατυχής αντίκτυπός τους ανήκει αναπόφευκτα στα σχέδια της φύσης, της οποίας δεν είμαστε παρά άβουλα όργανα. Και τι μας αφορούν οι επιπτώσεις; Όταν κάνεις κάτι και θέλεις να το χαρείς, δεν τίθεται ζή­τημα επιπτώσεων» [σ. 274 – 275]
Εκδ. Νεφέλη [Ερωτική λογοτεχνία], 2011, μτφ. Δημήτρης Γκινοσάτης, 544 σελ. [Μarquis de Sade, Justineou les Malheurs de la vertu, 1791]