Κωστας ΓεμενετζηςΠερι ανεκρων και θνητων[1] * Δημοσιεύεται με την άδεια του συγγραφέα
Περιληψη
Θα δοκιμασω να προσεγγισω το θεμα "Τεχνη και τρελα" στην οπτικη ενος φαινομενου που στην ψυχοπαθολογια ειναι γνωστο ως "Διασχιση" (Dissociation) και περιλαμβανει την "αποπροποσωποποιηση" και την "αποπραγματοποιηση": Ο εαυτος η/και τα πραγματα γινονται ξενα, αποκοσμα: η ταυτοτητα τους καταρρεει οπως ενα κτισμα σε σεισμικη δονηση.
Καποτε το κλεισιμο και η αμυνα απεναντι στην "διασχιση" εμφανιζεται σε μια μορφη "τρελας" - σε βουβο, ανειπωτο βασανο, αλλα και στην καταθλιψη, στην σχιζοφρενεια, στις ψυχαναγκαστικες ιδεες και πραξεις.
Πιο σπανια η "διασχιση", το ανοιγμα του σχισματος της, γινεται χωρος φιλοξενιας. Τοτε εαυτος η/και πραγματα χανονται στην ξενωση τους, για να προβαλουν, σε ευτυχεις ωρες, κεκαθαρμενα, εμπλουτισμενα κατα την μηδενικοτητα που τα διαπερασε. Προβαλλουν, μεταξυ πολλων αλλων τροπων, και ως εργα τεχνης. Αλλα και ως "ερμηνεια" σε μια θεραπευτικη συναντηση, η οποια, σ' αυτην την οπτικη, θα μπορουσε να συγγενευει περισσοτερο με την τεχνη παρα με μια επιστημονικη της παρασταση.
Ομιλια
Ο Martin Heidegger γραφει καπου οτι οι ανθρωποι ειναι οι θνητοι. Και το διευκρινιζει: Αποκαλουνται οι θνητοι διοτι μπορουν να πεθαινουν.
Εκεινο το "μπορουν" ξενιζει. Μπορω π.χ. να διορθωσω μια πριζα. Εχω αυτην την δυνατοτητα. Ομως μπορω και να φωναξω ηλεκτρολογο. Το οτι μπορω να διορθωσω την πριζα δεν σημαινει διολου και καποια αναγκαιοτητα, οτι θα την διορθωσω εγω ουτως η αλλως. Ομως τι θα πει "μπορω να πεθανω"; Ειναι κι αυτο δυνατοτητα μου; Μπορω και να μην πεθανω;
Διαβαζω την τελευταια παραγραφο απο την "Δικη" του Franz Kafka. Ειναι το βασικο προσωπο, ο Κ, και οι δυο κυριοι που τον παρακολουθουν σ' ολη την διαρκεια της ιστοριας:
Ομως τα χερια του ενος κυριου τοποθετηθηκαν στον λαρυγγα του Κ, ενω ο αλλος του εχωσε το μαχαιρι βαθια στην καρδια, κι εκει το εστριψε δυο φορες. Ο Κ, καθως εσβυνε το φως των ματιων του, προφτασε να δει πως οι κυριοι, εμπρος και κοντα στο προσωπο του, τα μαγουλα τους ακουμπωντας το ενα στο αλλο, παρατηρουσαν την εκβαση. "Σαν σκυλι!", ειπε, ηταν λες κι η ντροπη επροκειτο να τον επιζησει.
Και μια αλλη ιστορια που καποιοι ακουσαμε απο τις μητερες μας:
Ενας νεος ανδρας ερωτευεται παραφορα. Η κοπελα δεχεται να τον παρει με εναν ορο: Να σκοτωσει την μανα του και να της φερει την καρδια της. Ο νεος, χωρις δευτερη σκεψη, την σκοτωνει, της ξεριζωνει την καρδια και τρεχει αλαφιασμενος να την παραδωσει στην καλη του. Στην βιασυνη του σκονταφτει στο καλντεριμι και πεφτει. Και η καρδια του λεει: "Χτυπησες αγορι μου;"
Η ντροπη επιζει τον Κ, η μητρικη αγαπη επιζει την μητερα. Ντροπη και μητρικη αγαπη δεν πεθαινουν μαζι τους. Τους επιζουν διοτι, οπως λεει ο Freud για τα πραγματα τπυ ασυνειδητου, δεν εχουν σχεση με τον χρονο. Ντροπη και μητρικη αγαπη ειναι αχρονα (zeitlos). Μοιαζουν με απολιθωματα - που ηταν παλλομενη ζωη, οργανικα αρμοσμενη σε μια ιστορια με αρχη και τελος, και καποτε ξεφυγαν απο τον χρονο, εγιναν πετρα, μετεπεσαν σε μια τελειως αλλη διασταση, εξω απο τον κοσμο, χωρις να επικοινωνουν πια, και πλεον διαγουν αδιαφορα στον αιωνα τον απαντα.
Φερνουμε τετοια απολιθωματα μαζι μας. Οταν π.χ. η λιγοτερο, η περισσοτερο μονιμη ανταποκριση καποιου σε μια κατασταση ειναι το "φταιω / φταις", σε διαφορες παραλλαγες, τοτε αυτη η ανταποκριση εχει πολυ λιγο να κανει με την ιδιαιτεροτητα, με την ενικοτητα της εκαστοτε καταστασης. Πολυ περισσοτερο το "φταιω / φταις" προβαλλει σχεδον μηχανικα, λες και ακολουθει μια δικη του, αποπροσωποποιημενη νομοτελεια. Και τουτο το "φταιω / φταις" θα τον επιζησει. Π.χ. με το να εκλαβει και τον ιδιο του τον θανατο ως τιμωρια, δικη του, η των αλλων.
Οπως ειπα, φερνουμε τετοια σκληραδια μαζι μας. Μιλαμε, θυμιζω, για ακαμπτες επαναληψεις μιας συμπεριφορας λιγοτερο η περισσοτερο αποκομμενης απο την ζωντανη επικοινωνια. Οπως μεσα στον σπιτικο πουρε κομματια πατατας που δεν ελιωσαν. Τετοια σκληραδια μπορουν να ειναι το αγχος, η καταθλιψη, οι φοβιες, η ασφαλεια και η ανασφαλεια, η συμβιβαστικοτητα και η εριστικοτητα, η αδικια και η εκδικηση, αλλα και η ολιγαρκεια και η απληστια, η αγαθοσυνη και η καχυποψια, η εκμεταλλευση και η υπηρετικοτητα κλπ. κλπ.
Παντου εδω κατι απ' αυτα εχει αναπτυξει ενα πεδιο βαρυτητας που κρατα τον φορεα του καθηλωμενο στην τροχια του. Απ' ολα τα πραγματα, αυτο το ενα εχει γινει κυριαρχο και στριμωχνει καθε συμπεριφορα στο καλουπι του. Οπως η κοιτη του ρεματος, που σ' αυτο θα κυλησουν ολα τα νερα απο τις βροχες και τα χιονια που λιωνουν.
Αυτοι οι ανθρωποι, και τετοιοι ειμαστε ολοι μας, πεθαινουν χωρις να μπορουν να πεθανουν. Ο θανατος τους ερχεται παντοτε ακαιρα. Ο Κ και η μητερα και ολοι οι αλλοι δεν ειναι θνητοι. Κατι τους επιζει. Αυτο το κατι, ως απολιθωμα, δεν ειναι ζωντανο και ετσι δεν μπορει και να πεθανει. Ειναι ανεκρο. Μιλαμε για μια παθολογια που εκτεινεται πολυ ευρυτερα απο το οπτικο πεδιο της ψυχιατρικης και της ψυχολογιας. Ισως μιλαμε για μια παραλλαγη αυτου που ο Martin Heidegger αποκαλεσε "εκπτωση στα οντα".
Οσο περισσοτερο "χαρακτηρα" εχει κανεις, δηλαδη οσο βαθυτερα εχουν εγχαραχτει επανω του μονιμα καναλια σκεψης και αισθησης, συμπεριφορας και επικοινωνιας, τοσο λιγοτερο ζωντανος ειναι - και τοσο λιγοτερο μπορει να πεθανει.
Καποιες φορες το ανεκρο αφορα οχι ενα κατι αλλα το ιδιο το προσωπο, την ιδια την υπαρξη καποιου. Κανεις γινεται αυτος καθαυτον απολιθωμα. Ανεκρος.[2]
Ο Erwin Hügin ηταν ενας χρονιος σχιζοφρενης που γνωρισα σε μια κλινικη της Ζυριχης την δεκαετια του '70. Ο φακελλος του περιειχε πληθωρα ποιηματων. Σε ενα απ' αυτα με τιτλο "Χαμενος στους δρομους" γραφει:
τελειως αποσυνδεμενος απο ανθρωπους
περναω δρομους
που ειναι πηγμενοι απο
ανθρωπους
βλεπω στα προσωπα
κοιταζω τα σωματα
κοιταζω τα χερια
καμια σπιθα δεν μεταπηδα -
λοιπον δεν υπαρχει ζωη
στους ανθρωπους
η μηπως δεν ειναι καν ανθρωποι;
ειναι συναρμολογημενες μηχανικες
κουκλες, ναι,
βλεπω πως ετσι πρεπει να ειναι -
τα ιδια εκεινα δευτερολεπτα που
αυτο το αντιλαμβανομαι,
εγω δεν πηγαινω, πηγαινομαι, παρατηρουν
απο μεσα μου δυο γυαλινα ματια, πισω
απο τα οποια η ζωη εχει φυγει, απ' ολο το σωμα εχει φυγει - για που;
Και τωρα οι μηχανισμοι -
βηματιζουν εν-δυο.
Που που που ειναι η ζωη;
Που ειναι η ζωη; Ενα αλλο ποιημα του Hügin αναφερεται στον θεραποντα ιατρο του Schöl:
Βλεπω μια εικονα: πλησιαζω τον κυριο Schöl με
λεξεις, λεω: θα ηθελα να ειμαι κοντα σας, ναι
λαχταραω να βρεθω στην ζεστασια σας, κοντα σας
παω να τον συναντησω, αυτος απλωνει το χερι του,
τουτο γινεται υπερμετρα μεγαλο και δυνατο
Χερι Μολυβι Schöl
με ριχνει προς τα κατω
κατω στο σκοταδι
σε λαγουμι απο πετρα
θανατος
λιγο πριν απ' τον θανατο: δικαστηριο
δικαστης: δεν επιτρεποταν να νοιωθεις
να πλησιασεις ανθρωπο
σου ηταν απαγορευμενο!
εγω: ακομα τα φερνω μεσα μου
ζωη αισθηση ηχους ποθο
δικαστης: γεννηθηκες για να μην αισθανεσαι
θα ζεις κατ' επιφαση μονο κι ακομα,
χωρις να 'ναι αντιληπτο σε κανενα, τον θανατο μεσα σου
θα φερνεις, τον θανατο
ακους, τον θανατο
Η κατ' επιφαση ζωη και ο κατ' επιφαση θανατος. Αυτος ειναι ο ανεκρος. Ο ανεκρος παραειναι νεκρος για να ζει και παραειναι ζωντανος για να πεθανει. Μια ψυχοπαθολογικη μορφη του ειναι αυτη της λεγομενης "Διασχισης" (Dissociation) και περιλαμβανει την "αποπροποσωποποιηση" και την "αποπραγματοποιηση". Τις ειδαμε στα παραδειγματα που αναφερθηκαν. Απανταται μονη της σε κρισεις απο βουβο, ανειπωτο βασανο, αλλα και στο πλαισιο της καταθλιψης, στην σχιζοφρενεια, στις ψυχαναγκαστικες ιδεες και πραξεις.
Γνωρισα την Διασχιση. Φοιτητης ιατρικης, καποια στιγμη εμαθα την επιστημονικη εκδοχη της ορασης: Ενα αντικειμενο Χ εκπεμπει φωτεινη ακτινοβολια, ο αμφιβληστροειδης την προσλαμβανει ως εικονα και μεσω του οπτικου νευρου στελνει αντιστοιχα ηλεκτρικα ερεθισματα στον οπτικο φλοιο οπου η εικονα αποκαθισταται, σε συνεργασια με τα υπολοιπα μερη του εγκεφαλου ταυτοποιειται, εντοπιζεται στον χωρο κλπ. Αυτο λοιπον το εζησα ως εμπειρια: Τα ματια μου ειχαν γινει κατι σαν παραθυρα, τα πραγματα στο δωματιο εμπαιναν απ' αυτα και προβαλλαν πισω απο τα ματια και μεσα στο κεφαλι μου, ηταν εκει οπως σπιτακια και ανθρωπακια μεσα σε μια γυαλινη σφαιρα που οταν την κουνησεις πεφτει χιονι - ομως τωρα το ζουσα σαν εφιαλτη. Εκει εξω ειχε απομεινει κατι σαν σεληνιακο τοπιο, τα αντικειμενα Χ, που σηματοδοτουνται και νοηματοδοτουνται, λεει, πρωτα στη συνειδηση και στον εγκεφαλο. Καμια εμπειρια, στα λιγα λεπτα που διηρκεσε, δεν με ταρακουνησε, δεν με αρρωστησε σε τετοιο βαθμο.
Γνωρισα την Διασχιση και με αλλον τροπο. Καποια φορα που χρειαστηκε να συνταξω ενα βιογραφικο, ξεκινησα με την φραση "Ο Κωστας Γεμενετζης γεννηθηκε το 1944..." και κατευθειαν μου ηρθε να συνεχισω: "...και πεθανε...". Ηδη παιδι μου γεννηθηκε μια απορια με το ονομα μου. Ο κοσμος μου αποτεινονταν και με προσφωνουσε "Κωστα...", "Κωστακη...", "Γεμενετζη...". Καποια στιγμη λοιπον αναρωτηθηκα: Περιεχομαι, περα για περα, στο ονομα μου; Η απαντηση μου ηταν σαφης: Οχι! Αυτοι που μου μιλουν, αποτεινονται σ' εμενα. Και, αν το "Κωστας" δεν καλυπτει το "εμενα", εχει η αντ-ωνυμια "εμενα" ενα ονομα, αντι του οποιου λεγεται; Η απαντηση μου ηταν και παλι σαφης: Οχι! Πολλα χρονια αργοτερα ειδα, με ανακουφιση, πως με την απορια μου δεν εστεκα μονος. Καπου στον Kierkegaard διαβασα: "Κοιταζω μεσα στην υπαρξη - και δεν βλεπω τιποτα." Η απορια ειχε αρχισει να ησυχαζει και να δινει τη θεση της στην αποδοχη ενος αναλαφρου "τιποτα", που με αποδιδει πολυ περισσοτερο απο καθε ονομα. Αποδοχη ενος αναλαφρου "τιποτα" που συνοδευει το ονομα μου, του αφαιρει καθε απολυτοτητα, το επαφηνει στο λικνο της παροδικοτητας του, και σε καθε "γεννηθηκα" υπαγορευει το "πεθανα".
Το ονομα μου δεν ηταν το μονο που με εκ-κενωνε. Καποιες φορες ηταν και ενα ειδος απελπισιας με την ζωη, οπου η μονη διεξοδος ηταν φυγη προς τα εμπρος, προς τα ακρα, χωρις επαναπαυση σε μισολογα, σε ημιμαθειες. Ειναι οπως αυτο που συμβαινει στην Αρετουσα, στον "Ερωτοκριτο" του Βιντσεντζου Κορναρου. Οταν ο βασιλιας των Αθηνων Ηρακλης μαθαινει για τον ερωτα της κορης του Αρετουσας με τον Ερωτοκριτο, την ριχνει στην φυλακη. Εκει λοιπον, ο ποιητης γραφει:
Θωρωντας τοσα βασανα η Aρετη, και παθη, 485
η ταξη εγινη αποκοτια, κ’ η ταπεινοτη εχαθη.
Tης γλωσσας τα µποδισµατα, το δειλιασµα του νου τση
επαψαν, και µ’ αποκοτιαν εµιλειε του Kυρου τση
Ο Ερωτοκριτος εξοριζεται, συμβαινουν ενα σωρο πραγματα, και καποτε γυριζει πισω και θελει να δοκιμασει την Αρετη. Παριστανει εναν φιλο του που θα της πει για την τυχη του Ερωτοκριτου και κανονιζουν μια συναντηση. Την βρισκει
... σαν ξεπεριορισµενη.
Στο παραθυρι εσιµωσε, κ’ η Aρετη αρχινιζει,
αποκοτα να του µιλει, να τον αναντρανιζει.
Δεν εχει πλιο την κρατηξιν, δε ντρεπεται, µα οι πονοι 635
την εντροπην εδιωξασι, τα’χωνε φανερωνει.
Kαι λιγωµαρα τσ’ ηδιδε, το γληγορα να µαθει,
αν ειν’ και ζει ο Pωτοκριτος, γ-η αποθανε, κ’ εχαθη.
Τα βασανα και τα παθη και οι πονοι "ξεπεριοριζουν" την Αρετη. Χανονται ταξη και ταπεινοτητα που εφερναν στην γλωσσα εμποδια και φοβο στην ψυχη της. Οι πονοι διωχνουν την ντροπη. Η Αρετη, η πριγκηποπουλα με τους τροπους που της αρμοζουν, ταξη και ταπεινοτητα και ντροπη, απο-χαρακτηριζεται: χανει την αρετη της. Χανει - το ονομα της. Γινεται ανωνυμη και απροσωπη. Αποπροσωποποιειται. Βασανα, παθη και πονοι την "ξεπεριοριζουν" - την εκ-κενωνουν.
κατω απ' την προσωπιδα ενα κενο.
λεει στον "Βασιλια της Ασινης".
Κι ακομα:
Πισω απο τα μεγαλα ματια τα καμπυλα χειλια τους βοστρυχους
αναγλυφα στο μαλαματενιο σκεπασμα της υπαρξης μας
ενα σημειο σκοτεινο που ταξιδευει σαν το ψαρι
μεσα στην αυγινη γαληνη του πελαγου και το βλεπεις:
ενα κενο παντου μαζι μας
Τι συμβαινει μ' αυτο το κενο; Leonard Cohen, Anthem:
There is a crack in everything
That's how the light gets in
Μια ρωγμη υπαρχει στο καθε τι
Ετσι μπαινει μεσα το φως
Τετοια πραγματα εμελλε να σημαδεψουν την εξελιξη μου, μεταξυ αλλων και ως θεραπευτη.
Καπως ετσι εζησα μια αποστροφη του Elias Canetti που γνωρισα πολυ αργοτερα:
... μια πληγη που γινεται σαν πνευμονας και διαμεσου του ανασαινεις
Ισως πλεον εχει να κανει και με την προχωρημενη μου ηλικια, αυτην που οι παλιοτεροι, που ζουσανε και πεθαινανε συντονοι με τον χρονο, αποκαλουσαν "γεραματα". Ενα χαρακτηριστικο των γηρατειων ειναι λοιπον οτι κανεις, μετα απο τα πολλα "του κυκλου τα γυρισματα", στην γειτονευση πια με τον θανατο, χανει την ντροπη: Σε εναν αγνωστο μου, π.χ. στο μετρο, οταν ζητω να περασω για να κατεβω στην επομενη σταση, θα απευθυνθω με μια οικειοτητα σαν να τον ηξερα απο παντα. Κι αυτο ειναι ενα φαινομενο αποπροσωποποιησης: Τα προσωπα μας, δηλαδη ανθρωποι, αυτος κι εγω, με ολοτελα διαφορετικη ιστορια, αναφορες, προσωπικοτητες, ειναι παντελως αδιαφορα. Η οικειοτητα, με την οποια του, η της, απευθυνομαι, ειναι μια τελειως αλλη, που δεν βασιζεται σε τιποτα που να μας ενωνει, η να μας χωριζει. Η οικειοτητα του "ξεπεριορισμου".
Η αποπροσωποποιηση θα μπορουσε λοιπον να μην συνιστα οπωσδηποτε στερητικο φαινομενο, αλλα την επανοδο σ' ενα πρωτο. Η ψυχοπαθολογια δεν το γνωριζει. Ο ορος, υπο τον οποιο ταξινομουνται αποπροσωποποιηση και αποπραγματοποιηση, ειναι, ειπαμε, "Διασχιση", μεταφραση του "Dissociation". Υποβαλλει την πεποιθηση οτι το φυσιολογικο ειναι το "Association", μια συνδεση και συνεχεια που τωρα διακοπτεται, κατι σαν ενα νοητικο καταγμα. Ομως η Διασχιση θα μπορουσε να ειναι οχι επεισοδιο αλλα δομικη ιδιοτητα της υπαρξης. Ο ανεκρος θα μπορουσε να ειναι η μητρα επωασης του θνητου. Εκεινου που ειναι στον χρονο και που οταν λεει "γεννηθηκα", λεει συναμα και "πεθανα".
Αυτο το, ευεργετικο τωρα, σχισμα της διασχισης, ειναι καποτε και ο τοπος που κατοικει η τεχνη. Το εργο της θα μπορουσε να εννοηθει επισης ως απολιθωμα, σαν να ειχε κοιταξει την Μεδουσα καταπροσωπο. Ο ποιητης Paul Celan λεει σε μια ομιλια του κατα την απονομη του βραβειου Büchner:
Ο Lenz, δηλαδη ο Büchner, εχει [...] πολυ περιφρονητικα λογια για τον "ιδεαλισμο" [...] Και αυτην την πεποιθηση για την τεχνη την λεει τωρα παραστατικα με ενα βιωμα: "Καθως χθες ανηφοριζα διπλα στην κοιλαδα, ειδα δυο κοπελλες να καθονται πανω σ’ εναν βραχο: η μια εδενε τα μαλλια της, η αλλη την βοηθουσε· και τα χρυσαφενια μαλλια επεφταν κατω, κι ενα σοβαρο χλωμο προσωπο, κι ομως τοσο νεανικο, κι η μαυρη στολη, κι η αλλη να νοιαζεται με τοση φροντιδα. Οι ωραιοτερες, οι βαθυτερες εικονες της παλιας γερμανικης σχολης δεν αποδιδουν τιποτε απ’ αυτο. Μερικες φορες κανεις θα ‘θελε να ‘ναι μεδουσοκεφαλη για να μπορεσει ενα τετοιο συμπλεγμα να το μεταμορφωσει σε πετρα και να φωναξει τον κοσμο."
Και ο Celan συνεχιζει:
Κυρίες και Κυριοι, προσεξτε παρακαλω: "Κανεις θα ‘θελε να ‘ναι μεδουσοκεφαλη" για να ... συλλαβει το φυσικο ως το φυσικο μεσω της τεχνης!
Οποιος εχει την τεχνη εμπρος στα ματια και στον νου του, αυτος ειναι – εδω ειμαι στην αφηγηση για τον Lenz –, αυτος ειναι φευγατος. Η τεχνη δημιουργει διασταση απο το Εγω. Η τεχνη απαιτει εδω σε μιαν ορισμενη κατευθυνση μια ορισμενη αποσταση, εναν ορισμενο δρομο.
Κι η ποιηση; Η ποιηση, η οποια και βεβαια εχει να παρει τον δρομο της τεχνης; Τοτε εδω θα ειχε μαλιστα πραγματι δοθει ο δρομος προς μεδουσοκεφαλη και αυτοματα!
Για την διασταση του καλλιτεχνη απο το εγω, την συγγενεια του με την μεδουσοκεφαλη και τα αυτοματα μιλα και ο ποιητης T. S. Eliot σε ενα δοκιμιο με τον τιτλο "Tradition and the Individual Talent"[3]. Ο Eliot χρησιμοποιει την λεξη "αποπροσωποποιηση" για να υποδηλωσει την αναλογια αναμεσα στην καλλιτεχνικη δημιουργια και την επιστημη. Το διευκρινιζει με ενα παραδειγμα απο την χημεια:
Οταν τα δυο αερια που αναφερθηκαν προηγουμενως [οξυγονο και διοξειδιο του θειου] αναμειγνυονται με την παρουσια νηματων πλατινας, σχηματιζουν θειικο οξυ. Αυτος ο συνδυασμος συμβαινει μονο οταν ειναι παρουσα η πλατινα· παρ' ολα αυτα το νεο οξυ που παραχθηκε δεν περιεχει ιχνος πλατινας, και η ιδια η πλατινα ειναι προφανως ανεπαφη· εμεινε αδρανης, ουδετερη, και αναλλοιωτη. Ο νους του ποιητη ειναι το κομματι της πλατινας. Μπορει εν μερει, η αποκλειστικα, να λειτουργει επανω στην πειρα του ιδιου του ανθρωπου· ομως, οσο τελειοτερος ειναι ο καλλιτεχνης, τοσο πιο ξεχωρα μεσα του θα ειναι ο ανθρωπος που υποφερει και ο νους που δημιουργει· τοσο τελειοτερα ο νους θα αφομοιωνει και θα μεταλλασσει τα παθη που ειναι το υλικο του.
[...] Ο νους του ποιητη ειναι οντως ενα δοχειο για την αποθηκευση αναριθμητων αισθηματων, φρασεων, εικονων, που παραμενουν εκει εως οτου ολα τα στοιχεια που μπορουν να ενωθουν για να σχηματισουν ενα νεο μιγμα, να ειναι παροντα μαζι.
Ο καλλιτεχνης περνα απο την "αυτο-θυσια", οπως λεει ο Eliot, της αποπροσωποποιησης, και τοτε τα αποπραγματοποιημενα κομματια, καποτε, ισως, "ενωνονται για να σχηματισουν ενα νεο μειγμα" - οπως η γυμνη παρουσια της πλατινας οδωνει τον σχηματισμο του θειικου οξεος. Τωρα η διασχιση δεν εξοριζει απο τον χρονο, δεν δημιουργει ανεκρους, αλλα ακριβως αρμοζει τον χρονο, παρελθον της παραδοσης και παρον του σημερινου εργου τεχνης, χαριζει θνητοτητα.
"Τι καλλιτεχνης ειστε;", ρωτα ο ψυχαναλυτης Wilfred Bion νεους θεραπευτες σε ενα σεμιναριο. "Και αν δεν ειμαστε καλλιτεχνες;", αντερωτα καποιος. Η απαντηση του Bion: "Τοτε ειστε σε λαθος επαγγελμα."
Ετσι λοιπον η ψυχαναλυση θα μπορουσε να συνιστα μια ιδιαζουσα περιπτωση του θεματος του συνεδριου μας, ενα "και", δηλαδη εναν τοπο οπου "Τεχνη και Τρελα" συναπαντωνται. Σ' αυτο το "και", στις ευτυχεις περιπτωσεις, συμβαινει μια αμοιβαια ανταλλαγη: Η "τεχνη" συνισταται στο οτι ο θεραπευτης γινεται πιο τρελος απο τον πελατη του. Και τουτος, ο "τρελος", μεσα απο το "εργο τεχνης" της συναντησης τους, βρισκει τη λυτρωση του.
Τι θα πει τωρα οτι εγω ως θεραπευτης γινομαι πιο τρελος απο τον πελατη μου; Ας θυμηθουμε το "φευγατο" του Celan και την "αποπροσωποποιηση" του Eliot. Στα ανεκρα πραγματα του πελατη μου, που δεν μπορουν να πεθανουν, αντιτασσω μια δικη μου αποπροσωποποιηση, εναν δικο μου θανατο. Θα πει: τα δεχομαι ολα, τα δεχομαι ακομα σε ενα ευρος και βαθος που ο πελατης μου δεν θα διανοουνταν. Ειναι μια δεκτικοτητα του νεκρου: χωρις προσδοκια, χωρις συμφωνια και διαφωνια, χωρις αντισταση και χωρις αντιρρηση. Πολλες φορες και μ' ενα γελιο, που το μοιραζομαστε, και που, διχως να γελοιοποιει, αφαιρει απο τα πραγματα την σοβαροτητα και την βαρυτητα που εμοιαζε να εχουν.
Σ' αυτο το αποπροσωποποιημενο ματι, η ερμηνεια, αν ειναι να διατηρησουμε αυτην την βεβαρυμενη λεξη, εχει κατι απο την καλλιτεχνικη δημιουργια που ακουσαμε απο τον Eliot: Η ερμηνεια προσλαμβανει τα πραγματα του παρελθοντος και τα συγκεντρωνει σε μια ολοτελα νεα συνθεση. Και τουτο σε ενα κλιμα που θα μπορουσε να αποδοθει με εναν στιχο του Γιωργου Σεφερη:
μα πρεπει να μ' αρμηνεψουν [συμβουλεψουν] οι πεθαμενοι
Και γιατι ιδιαιτερα οι πεθαμενοι μπορουνε να συμβουλευουν; Σε ενα αλλο ποιημα μιλουν οι ιδιοι, οι "αδυναμες ψυχες μεσα στ' ασφοδιλια":
εμεις που τιποτα δεν ειχαμε, θα τους διδαξουμε τη γαληνη.[4]
[1] Συνεδριο "Τεχνη και τρελα" (Εταιρεια Μελετης Πολιτισμικης Ετεροτητας), Οκτωβριος 2014, Αθηνα
[2] Σε αντιθεση με το φαντασμα, που ειναι ενα ον πνευματικα δραστικο, ομως χωρις φυσικο σωμα, ο ανεκρος ειναι ενα ον με φυσικο σωμα, ομως πνευματικα νεκρο - πνευματικο απολιθωμα. Δημοφιλη παραδειγματα ειναι τα ζομπι και ο Δρακουλας. Ανεκρος ειναι και ο homo sacer, ο καταραμενος ανθρωπος του Agamben: Οι Εβραιοι στα στρατοπεδα συγκεντρωσεως, οι κρατουμενοι στο Guantanamo, αυτοι που δεν εχουν χαρτια, αυτοι που ζητουν ασυλο, οι οποιοι, σε εναν χωρο εκτος νομου, περιμενουν την απελαση τους, η και οι ασθενεις στον θαλαμο εντατικης θεραπειας οι οποιοι φυτοζωουν συνδεδεμενοι σε σωληνες.
[3] Στο: The Sacred Wood, Edinburgh 1920, σσ. 42-54