Ιστορια etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster
Ιστορια etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster

17 Ocak 2015 Cumartesi

Gill Page , οι Έλληνες πριν τους Οθωμανούς , ο Εθνισμός στο Ύστερο Βυζάντιο , μετάφραση Γιάννης Αβραμίδης- Αργύρης Παπασυριόπουλος .εκδόσεις Θύραθεν-Cambridge University Press, 2014 Βιβλιοπαρουσίαση του Πέτρου Π. Θεοδωρίδη Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΝΕΚΕΝ



Gill  Page , οι  Έλληνες πριν τους Οθωμανούς , ο Εθνισμός στο Ύστερο Βυζάντιο , μετάφραση Γιάννης Αβραμίδης- Αργύρης  Παπασυριόπουλος .εκδόσεις Θύραθεν-Cambridge University Press, 2014
                                                                Του  Πέτρου Π. Θεοδωρίδη
Η Gill Page  ,ειδικευμένη  στην Μεσαιωνική βυζαντινή ιστορία με  διδακτορική διατριβή με θέμα την ελληνική εθνοτική ταυτότητα   στα χρόνια της Φραγκοκρατίας, με το βιβλίο της  αυτό,  αναδεικνύει άγνωστες πτυχές του Βυζαντινού ύστερου Μεσαίωνα ,αποκαλύπτει τις νοοτροπίες και ιδεολογίες της εποχής εκείνης, εστιάζοντας ιδιαίτερα στις εθνοτικές ταυτότητες των Ελλήνων και στις σχέσεις τους με τους δυτικούς κατακτητές. Ας δούμε μερικές από τις  παρατηρήσεις αυτού του άκρως ενδιαφέροντος βιβλίου  :
Σύμφωνα  με την Page  μπο­ρούμε πράγματι να μιλάμε για ύπαρξη ρωμαϊκής εθνοτικής ταυτότητας την παραμονή της φρα­γκικής κατάκτησης του 1204.Τούτη η ταυτότητα είχε τρεις μείζονες συνιστώσες:πο­λιτική, θρη­σκευτική και πολιτισμική. Η πολιτική συνιστώσα εδραζόταν στο γεγο­νός της αυτοκρατορικής εξουσίας της Κωνσταντινούπολης και, δυνάμει, την μοιράζονταν από κοινού οι υ­πήκοοι της αυτοκρατορίας. Η ρω­­μαϊκή αυτοκρα­τορική εξουσία συνδεόταν άμεσα με την ιδέα ότι ό­λοι ό­σοι ζούσαν εντός των συνόρων της ήταν Ρω­μαίοι η ιδιό­τη­τα του Ρω­μαίου α­ντιπαραβαλλόταν με εκείνη του βαρβάρου, στη βάση ε­νός δυ­α­δικού μοντέλου: οι Ρωμαίοι ήταν αρ­χαίοι και πολιτισμένοι, οι βάρβαροι ήταν νεήλυδες, νομάδες και χωρίς αξιόλογους θεσμούς· οι Ρω­μαίοι ήταν χρι­στιανοί, ενώ οι βάρβαροι πα­γα­νι­στές· οι Ρωμαίοι ζού­σαν ε­ντός της ε­πικράτειας, οι βάρβαροι εκτός: δεν είχαν πόλεις, ήταν νομάδες, ζούσαν στην ύπαιθρο, δεν είχαν γραπτούς νόμους, η συμπε­ρι­­­­φο­ρά τους ήταν ανεξέλεγκτη. δεν ήξεραν ελληνικά, ήταν απαίδευτοι.
 Ιδιαίτερα σε  ότι αφορά στη θρησκευτική συνιστώσα της ρωμαϊκής ταυτότη­τας η συγγραφέας  μας θυμίζει πως  η Βυζαντινή Ρωμαϊκή αυτοκρατορία –η οικουμένη– ήταν η επί γης βασιλεία των χριστιανών· το να είσαι χριστιανός σή­μαι­­νε ότι ήσουν υπήκοος της αυτοκρατορίας, και αντιστρό­φως. Συ­νε­πώς ο ρόλος του αυτοκράτορα ως επίγειου ηγεμόνα ή­ταν ιερός.Παρ’ ότι υπήρχαν ανέκαθεν θρησκευτικές αι­ρέσεις ε­ντός της βυζαντινορωμαϊκής οικουμένης, το ορθόδοξο δόγ­μα σταδι­α­κά επι­βλή­θηκε ως το μόνο έγκυρο και συνδέθηκε στενά με τον αυτο­κρα­τορι­κό θεσμό· οι δεσμοί σφυρηλατήθηκαν την πε­ρί­ο­­δο της Εικο­νο­μαχίας κυ­ρίως  οπότε η νομι­μό­τη­­τα της εξουσίας συν­δέ­θηκε άρρηκτα με την θρη­σκευτική Ορθοδοξία.
Αυτή όμως η πολι­τι­κή έκφαν­ση της θρησκευτικής ταυτότητας συνάντησε μεγάλες δυ­σκο­λίες καθώς συγκροτούνταν πολ­­λά χριστιανικά κρά­τη που δεν α­να­­γνώ­ρι­ζαν την βυζαντινορωμαϊκή υπεροχή – είτε με την έν­νοια της πο­λι­τικο-θρησκευτικής πρωτοκαθεδρίας, είτε με την έννοια ότι δεν α­να­γνώ­ρι­ζαν την ορθότητα της Ορθοδοξίας. Οι εξωτερικές εκ­φάν­σεις της ορ­θό­δο­ξης θρησκείας ταυτίζονταν ολοένα και πε­ρισ­σό­τε­ρο με τη ρω­μα­ϊ­κό­τητα, με τρόπο που περιόριζε την Ορθόδοξη πί­στη σε μία μόνο ο­μάδα Χριστιανών, ώσπου τελικά ήταν φανερό πως μό­­νο οι Ρω­μαίοι μπο­ρού­σαν να είναι Ορθό­δο­ξοι, πράγμα που ερχόταν σε αντί­φα­ση με το ιδεώ­δες του θρησκευτικού οικουμενισμού. Από την άλλη, η Ορθοδοξία εξαπλωνόταν πέρα α­πό τα σύνορα της βυζαντινο­ρω­μαϊ­κής επικράτειας· έτσι το κράτος έ­χανε την αποκλειστικότητα του ιε­ρού του ρό­λου και, με­γάλο μέρος του ιδεολογικού του ο­­πλο­στα­σίου. Η  ταξινόμησή των βαρ­βάρων γινόταν όλο και πιο δύσκολη όταν αυτοί άρχισαν να εκχριστιανίζονται (π.χ οι Βούλ­γα­­ροι) και  σχηματίστηκε  έτσι   μια σκιώδη ζώνη που ιδεολογικά δεν ή­ταν ούτε ρω­μα­­ϊκή ούτε εξ ολοκλήρου βαρβαρική: οι « μιξοβάρβαροι»
Πέρα από την  πο­λιτική και τη θρησκευτική όψη της,η βυζαντινορωμαϊκή ταυτότητα –σύμφωνα πάντα με την Gill  Page  -είχε και την γλωσσική. Στην ανατολή τα ελληνικά πάντα υπήρχαν ως μια –τουλάχιστον παράλληλη– γλώσσα , πάνω απ’ όλα ήταν η γλώσσα της καθη­με­ρι­νής επικοινωνίας, των συναλλαγών και του πολιτισμού, η  γλώσσα της φιλοσοφίας και  η πιο χρήσιμη κοινή γλώσσα . Για την εθνο­τι­κή ρω­μαϊ­κή ταυτότητα η ελληνομάθεια είχε θεμελιακό χαρακτήρα. Όμως θα πρέπει να ξεχωρίσουμε  την τεράστια πλειονότητα η οποία δεν είχε καμία εκπαίδευση  από την πολύ μικρή μειονότητα εκείνων που σπού­δα­ζαν στην Κωνσταντινούπολη και εξοικειώνονταν με τα αρχαία πρότυ­πα. Απόρροια του τεραστίου χάσματος παιδείας ανάμεσα στην άρ­χου­σα ε­λίτ και τη μεγάλη μάζα του πληθυσμού ήταν η διγλωσσία .Παιδεία και γλώσσα ήταν ένας διχαστικός παράγοντας με­τα­­ξύ πρωτεύουσας και ε­παρ­χιών.
Στις συνθήκες κρίσης του 12ου αιώνα, κατά την Gill  Page,η ελληνική γλώσσα έγινε ακόμη πιο σημαντική ως τρόπος αυτο­προσ­διορισμού μιας ομάδας πολιορκημένης από άλλες α­πει­λητι­κές ο­μά­δες. Οι Φράγκοι  εν τελει  με­τέβα­λαν και τα γλωσσικά  δεδομένα: τα ελληνικά, εν μέρει τουλάχιστον, έπαψαν να εί­ναι η γλώσσα της εξουσίας
Η ονοματοθεσία Ελλην και Γραικός  ενείχε και αυτή την σημασία της σύμφωνα με την συγγραφέα:      Στη χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, για αιώνες η χρήση του ονόματος  ‘Ελληνείχε μει­ωτικό χαρα­κτή­ρα καθώς .τα ελληνικά θεωρούνταν  γλώσσα του πα­γα­νισμού στο εσωτερικό της ανατολικής αυτοκρατορίας. Όμως παρά τις αρνητικές συνδηλώσεις, ο ελληνισμός απέκτησε τεράστια σημασία στους κύκλους της κωνσταντινουπολίτικης ελίτ του 12ου αιώνα. Ορισμένοι Βυζαντινορωμαίοι συγγραφείς άρ­χισαν να αυτοαποκαλούνται  Έλληνες, και το  Ελλην --σύνδεση με ένα έν­δοξο παρελ­θόν- χρησιμοποιήθηκε προς επίρρωση του κύρους των Βυζαντινορωμαίων. Πέραν της κωνσταντινουπολίτικης ελίτ ό­μως, οι α­ντι­λήψεις για τους αρχαίους ήταν πολύ διαφορετικές, από τον μεσαίωνα μέχρι τα νεώτερα χρό­νια η λα­ϊ­κή α­ντί­­­ληψη για τους Έλληνες ήταν πως υπήρξαν κάποτε στο πα­ρελ­θόν μια μυθική φυλή γι­γά­ντων
 Στους πρώτους αιώνες της αυτοκρατορίας, το εθνώνυμο Γραικός, που προέρχεται από τη λατινική ονομασία για τους αρχαίους Έλ­λη­νες, χρησιμοποιούταν ευρέως, ως λιγότερο μειωτικό, αντί του  Ἕλλην .Ωστόσο, από τον 9ο αι­ώνα και μετά το Γραικός περιέπεσε σε αχρησία, εξαιτίας του ότι οι δυ­τι­κοί α­ποκαλούσαν έτσι (Graeci) τους κατοίκους της αυτοκρατορίας και τον ηγεμόνα τους imperator Graecorum. Οι βυζαντινορωμαίοι το εισ­έ­­πρατταν ως προσ­βολή, ως άρνηση της ρωμαϊκής αυτοκρατορικής κλη­ρονομιάς τους.
Για την συγγραφέα η  φραγκική κατάκτηση υπήρξε γεγονός καταλυτικό για τη βυ­ζα­ντινορωμαϊκή ταυτότητα: Επέφερε μια ρήξη ανάμεσα στη ρωμαϊκή θρη­σκευ­τι­κή ταυτότητα και την αντίστοιχη πολιτική και σφυρηλάτησαν  νέες εθνοτικές ταυτότητες. το γε­γο­νός ότι οι α­­­­­φέντες ήταν Λατίνοι και όχι Ρωμαίοι ανέδειξε τις πολιτι­σμι­κές και θρη­­­σκευτικές διαφορές μεταξύ Ρωμαίων και Λατίνων, δίνο­ντάς τους πρόσθετη δύναμη ως εκδηλώσεων της ρωμαϊκότητας κόντρα στη «λα­τι­νικότητα», κι έτσι, μέσω της διαφοράς, οι υ­πο­τελείς Ρωμαίοι απέκτη­σαν μια νέα αίσθηση ομαδικής ταυτότη­τας. Με τη σειρά της, η ε­θνο­­τι­κή έννοια της ρωμαϊκότητας, έκφανση της οποίας ήταν τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά, ήρθε σε πρώτο πλάνο. Μπορούσες τώρα να είσαι Ρω­­μαίος χωρίς να είσαι υπήκοος του αυτοκράτορα των Ρωμαίων,πράγ­­­μα που αποδυνάμωνε το κύρος της αυτοκρατορίας.

Η Gill  Page θεωρεί ότι  επί Παλαιολόγων, αναζωογονήθηκε γι’ άλλη μια φορά η ιδέα περί πε­πρω­μέ­νου της αυτοκρατορίας, ενώ παράλληλα επιδιώχτηκε η αναψηλάφηση του αρχαιοελληνικού πα­ρελ­­θόντος. Όμως έξω από τους κύκλους της μορφωμένης ελίτ, η πολιτική -αυτοκρατορική συ­ν­ιστώσα της ρωμαϊκής ταυτότη­τας έχανε τη σπου­δαι­ότητά της, ενώ οι φραγκικές κατακτήσεις έδωσαν περαιτέρω ώθη­ση στις χωριστικές τά­σεις που είχαν ήδη εκδηλω­θεί στα τέλη του 12ου αιώνα. Παρ’ όλο που οι Βυ­ζαντινορωμαίοι μπόρεσαν να επανε­δραι­ώ­σουν την εξουσία τους στην Πε­λοπόννησο τον 14ο αιώνα, για πολλούς ντόπιους η ρω­μαϊκή ταυτότητα σχετιζόταν πολύ περισσότερο με την καταγωγή, και  την Ορθοδοξία και την πολιτισμική σκευή.Η φρα­γκική κατάκτηση διέσπασε τον ρωμαϊκό κόσμο, οπότε εμφανίστηκαν βιώσιμες εναλλακτικές μορφές εξουσίας είτε δυ­τι­κών είτε ντόπιων αρ­χόντων, που μπόρεσαν να εκ­μεταλλευ­τούν το χάος που είχε προκύψει. Από την άλλη, η στάση απέναντι στους δυτικούς δεν ήταν η ίδια πα­ντού, αλλά κυμαινόταν ,από τη λυσ­σαλέα αντίδραση μιας μερίδας των Κωνσταντινουπολιτών μέχρι τα θολά ε­θνοτικά περιγράμματα στην Πελοππόννησο: η συγγραφέας  υπενθυμίζει ότι σε μερικές δημώδεις μυθιστορίες της εποχής υπάρ­χουν ι­σχυρές εν­δεί­ξεις ότι ορισμένοι δυ­τικοί τρόποι και στυλ είχαν γίνει αντικείμενο θαυμασμού.
Με  ενδελεχή  ανάλυση των πηγών  της περιόδου , με γραφή πυκνή και στιβαρή , με λόγο επιστημονικό και όχι  ιδεολογικό το βιβλίο της Gill  Page αποτελεί ένα  πολύτιμο βοήθημα  τόσο για ιστορικούς της υστεροβυζαντινής  εποχής όσο και για μελετητές των ιστορικο-κοινωνικών  φαινομένων του     έθνους και εθνικισμού.

·

10 Aralık 2014 Çarşamba

ενα παλιο μου σχόλιο για τον θεωρητικό του Ναζισμου Καρλ Σμίτ ,την κατασταση εκτακτης αναγκης και την Ιστορια

απο μια παλια συζητηση αμεσως μετα τις εκλογές του 2007

Νοσφεράτος

ο Καρλ Σμιττστην Γερμανια του μεσοπολεμου διεκρινε μια ταση Ολοκληρωτισμου στα κομματα (δεξια και αριστερα ) .
Δηλαδή εναν απολυτο φανατισμό , ενα κλεισιμο των οπαδων του καθε κομματος στον μικροκοσμο της κομματικής ζωής …
Και μια αδιαφορια για το Κρατος.

Προτεινε λοιπόν μια διαρκή κατασταση Εκτακτης αναγκης ,
ενα πέρασμα απο τον Ολοκληρωτισμό των κομματων
στον Ολοκληρωτισμό του Κρατους .
Ο Καρλ Σμιτ , ηταν σπουδαιος συνταγματολογος και πολιτικός φιλοσοφος της μεσοπολεμικής Γερμανιας καιΘεωρητικός του Ναζισμου.
Νοσφεράτος

Επισης ηταν ο πρωτος που διατυπωσε με ακριβεια την αναγκη Κατασκευής ενος εσωτερικου εχθρού που να δικαιολογει την κατασταση εκτακτης αναγκης …


Κατι σαν την Ασυμετρη απειλή .
Νοσφεράτος

το κακό με την Ιστορια (ενα απο τα κακά )
ειναι οτι πολύ σπανια αντιλαμβανομαστε το ποτε αλλάζει …

το πότε παιρνει αλλη τροπή , το πότε δηλαδή απο ιστορία γινεται Ιστορία.

29 Kasım 2014 Cumartesi

Ο Στάλιν πατέρας της Ουκρανίας;(αναδημοσίευση απο το βημα)


Ο Στάλιν πατέρας της Ουκρανίας;

Επί διακυβέρνησής του σχηματίστηκε ένας τόπος με ισχυρή ουκρανική εθνική συνείδηση
Ο Στάλιν πατέρας της Ουκρανίας;

2

εκτύπωση 
 
Πριν από οκτώ χρόνια, η Βουλή της Ουκρανίας ανακήρυξε «γενοκτονία» τον λιμό του 1931-3, που σκότωσε 5 ως 7 εκατ. Σοβιετικούς την εποχή του Στάλιν. Το Σάββατο, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Πέτρο Ποροσένκο άφησε ένα δοχείο με σπόρους σιτηρών κοντά στον ποταμό Δνείπερο στο Κίεβο για να τιμήσει την επέτειο.

Η διακυβέρνηση του Στάλιν συνδέεται με δυο από τα πιο φοβερά επεισόδια στην ιστορία της Ουκρανίας: τον λιμό και τις μαζικές εκτελέσεις ουκρανών διανοούμενων και πολιτικών το 1937-8 _ αμφότερα συνέβησαν σε ολόκληρη τη Σοβιετική Ένωση.

Αλλά υπάρχει και μια άλλη πλευρά: επί Στάλιν, σχηματίστηκε ένας τόπος με ισχυρή ουκρανική εθνική συνείδηση. Ναι, ήταν ένας δολοφονικός τύραννος αλλά ήταν και πατέρας της σημερινής Ουκρανίας.

Η Ουκρανία προέκυψε από την τσαρική Ρωσία ως χωριστή χώρα ως αποτέλεσμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, της επανάστασης του 1917, της γερμανικής στρατιωτικής κατοχής και των προσπαθειών των ουκρανών εθνικιστών. Ενάντια στις επιθυμίες άλλων σοβιετικών αξιωματούχων, που ήθελαν να πατάξουν τον εθνικισμό, ο Στάλιν υποστήριξε να τον αποδεχθούν _ και να τον εκμεταλλευτούν.  

Λόγω της καταγωγής του από τη Γεωργία, ο Στάλιν γνώριζε ότι το εθνικό αίσθημα ήταν υπερβολικά ισχυρό για να καταπιεστεί. Γνώριζε επίσης ότι οι κομμουνιστές θα μπορούσαν να το μεταχειριστούν για να κερδίσουν αφοσίωση και να πετύχουν τον οικονομικό εκσυγχρονισμό.

Η Ουκρανία είχε παραμείνει ουσιαστικά ανεξάρτητη ακόμη και μετά την ανακατάληψή της από τους Μπολσεβίκους στον ρωσικό εμφύλιο του 1918-21. Το 1922 ο Στάλιν πρότεινε την ένταξη της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας και του Καυκάσου στη Σοβιετική Ρωσία επιτρέποντάς τους να διατηρήσουν σημαντική αυτονομία.  Αλλά ο Λένιν ζήτησε μια Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών στην οποία η Ουκρανία και η Ρωσία θα ήταν δήθεν ίσες. Η αντιπρόταση του Λένιν βασιζόταν όχι στην αφοσίωσή του προς την αυτοδιάθεση αλλά, όπως και του Στάλιν, σε στρατηγικούς υπολογισμούς.  

Ο Στάλιν υπέκυψε στον Λένιν και εφάρμοσε επιδέξια το όραμα του μπολσεβίκου ηγέτη για τον σχηματισμό της Σοβιετικής Ένωσης στα τέλη του 1922. Το 1991 η Σοβιετική Ένωση διαλύθηκε. Η Ουκρανία, που κατάφερε να μην απορροφηθεί από τη Ρωσία χάρη στον Λένιν, έγινε ανεξάρτητη. Αλλά το νέο έθνος κάλυπτε τόσο μεγάλη επικράτεια χάρη στον Στάλιν.

Όταν πρωτοσχηματίστηκε, η Σοβιετική Ουκρανία δεν είχε φυσικό σύνορο στα ανατολικά με την Σοβιετική Ρωσία. Η χάραξή του απογοήτευσε όλες τις πλευρές και αποτελεί τον χώρο του σημερινού εμφυλίου με τους αυτονομιστές.

Στα δυτικά, ως αποτέλεσμα της συμφωνίας του 1939 με τον Χίτλερ, ο Στάλιν απέκτησε την ανατολική Πολωνία την οποία ένωσε με την Ουκρανία. Με την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας το 1945, ο Στάλιν προσάρτησε την Υπερκαρπαθία, που ανήκε στην Τσεχοσλοβακία και σήμερα αποτελεί το νοτιοδυτικό άκρο της Ουκρανίας. Τέλος, η Κριμαία, που τότε ήταν κυρίως ρωσική, πέρασε στην Ουκρανία κατόπιν απόφασης του Στάλιν η οποία όμως εφαρμόστηκε μετά τον θάνατό του, το 1954.

Λέγεται ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν είπε στον πρόεδρο Τζορτζ Μπους σε μια σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008 ότι «η Ουκρανία δεν είναι καν κράτος». Αλλά ο ρώσος πρόεδρος δεν μπορεί να αποφύγει την πιο πρόσφατη ιστορία.

Η προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία έκανε την Ουκρανία ακόμη πιο ουκρανική και συνέβαλε στην εκλογή της πρώτης ουκρανικής Βουλής στην οποία πλειοψηφούν οι ευρωπαϊστές. Ο Πούτιν δεν μπορεί απλά να καταπιεί στην Ουκρανία. Και αντίθετα προς τον Στάλιν, δεν μπορεί να προσελκύσει την Ουκρανία στη νέα «ευρασιατική» ένωση με τη Ρωσία.

Οι Ουκρανοί δεν τρέφουν καμία συμπάθεια προς τη δικτατορία του Στάλιν αλλά ο σημερινός τους αγώνας οφείλει πολλά στην κληρονομιά του Στάλιν.  

*Ο κ. Stephen Kotkin είναι καθηγητής Ιστορίας στο πανεπιστήμιο του Πρίνστον

13 Kasım 2014 Perşembe

Enzo Traverso, Διά πυρός και σιδήρου. Περί του ευρωπαϊκού εμφυλίου πολέμου 1914-1945, μετάφραση από τα γαλλικά: Γιάννης Ευαγγέλου, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2013, 401 σελ.Δέσποινα Ι. Παπαδημητρίου Όλα ήταν ένας ευρωπαϊκός εμφύλιος/αναδημοσιευση απο το THE BOOKS' JOURNAL

Κυριακή, 01 Δεκεμβρίου 2013

Όλα ήταν ένας ευρωπαϊκός εμφύλιος

Δημοσιεύθηκε στο Τεύχος 37
Ζωγραφική απεικόνιση από τον William Orpen (1878–1931) της υπογραφής της Συνθήκης των Βερσαλλιών (28 Ιουνίου 1919), με την οποία δόθηκε τέλος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αναπαρίσταται η μεγάλη Αίθουσα των Καθρεπτών και τα κεφάλια των ευρωπαίων ηγετών ενώ συσκέπτονται. Μπροστά: ο Dr. Johannes Bell (Γερμανία) υπογράφει μαζί με τον Herr Hermann Müller. Μεσαία σειρά, καθιστοί, από αριστερά: Στρατηγός Tasker H. Bliss, Συνταγματάρχης E.M. House, Henry White, Robert Lansing, ο πρόεδρος Γούντροου Γουίλσον (ΗΠΑ), ο Ζωρζ Κλεμανσώ (Γαλλία), D. Lloyd George, A. Bonar Law, Arthur J. Balfour, Viscount Milner, G.N. Barnes (Μεγάλη Βρετανία), Μαρκήσιος Σαγιόνζι (Ιαπωνία). Πίσω σειρά, από αριστερά: Ελευθέριος Βενιζέλος (Ελλάδα), Dr. Affonso Costa (Πορτογαλία), Λόρδος Riddell, Sir George E. Foster (Καναδάς), Νικόλα Πάχιτς (Σερβία), Stephen Pichon (Γαλλία), Στρατηγός Sir Maurice Hankey, Edwin S. Montagu (Μεγάλη Βρετανία), ο Μαχαραγιάς του Μπικάνερ (Ινδία), Vittorio Emanuele Orlando (Ιταλία), Paul Hymans (Βέλγιο), Στρατηγός Louis Botha (Νότια Αφρική), W.M. Hughes (Αυστραλία). Ζωγραφική απεικόνιση από τον William Orpen (1878–1931) της υπογραφής της Συνθήκης των Βερσαλλιών (28 Ιουνίου 1919), με την οποία δόθηκε τέλος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αναπαρίσταται η μεγάλη Αίθουσα των Καθρεπτών και τα κεφάλια των ευρωπαίων ηγετών ενώ συσκέπτονται. Μπροστά: ο Dr. Johannes Bell (Γερμανία) υπογράφει μαζί με τον Herr Hermann Müller. Μεσαία σειρά, καθιστοί, από αριστερά: Στρατηγός Tasker H. Bliss, Συνταγματάρχης E.M. House, Henry White, Robert Lansing, ο πρόεδρος Γούντροου Γουίλσον (ΗΠΑ), ο Ζωρζ Κλεμανσώ (Γαλλία), D. Lloyd George, A. Bonar Law, Arthur J. Balfour, Viscount Milner, G.N. Barnes (Μεγάλη Βρετανία), Μαρκήσιος Σαγιόνζι (Ιαπωνία). Πίσω σειρά, από αριστερά: Ελευθέριος Βενιζέλος (Ελλάδα), Dr. Affonso Costa (Πορτογαλία), Λόρδος Riddell, Sir George E. Foster (Καναδάς), Νικόλα Πάχιτς (Σερβία), Stephen Pichon (Γαλλία), Στρατηγός Sir Maurice Hankey, Edwin S. Montagu (Μεγάλη Βρετανία), ο Μαχαραγιάς του Μπικάνερ (Ινδία), Vittorio Emanuele Orlando (Ιταλία), Paul Hymans (Βέλγιο), Στρατηγός Louis Botha (Νότια Αφρική), W.M. Hughes (Αυστραλία).

Enzo Traverso, Διά πυρός και σιδήρου. Περί του ευρωπαϊκού εμφυλίου πολέμου 1914-1945, μετάφραση από τα γαλλικά: Γιάννης Ευαγγέλου, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2013, 401 σελ.

Η αποδοχή της βίας ως τρόπος πολιτικής κατίσχυσης, η άνοδος του φασισμού, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν είναι ξεκομμένα ιστορικά φαινόμενα αλλά, όλα μαζί, ενταγμένα στη μεγάλη ευρωπαϊκή ιστορία, μπορούν να ισωθούν και ως επί μέρους επεισόδια ενός μεγάλου ευρωπαϊκού εμφυλίου, που συνεχίστηκε με την άνοδο του ναζισμού, τον Β’ Παγκόσμιο, έως και την κατάρρευση του κομμουνισμού. Τι αλλάζει στην αποτίμηση της ευρωπαϊκής ιστορίας του 20ού αιώνα η παραπάνω παραδοχή –σε συνδυασμό με την εξέταση της άποψης των ηττημένων, που αλλάζει συνήθως την ιστορική γνώση;[TBJ]
Η διάκριση μεταξύ των εννοιών αυτοπροσδιορισμού και των όρων της ανάλυσης, ή αλλιώς μεταξύ ιστορικών και αναλυτικών εννοιών, θεωρείται μείζον πρόβλημα της μεθοδολογίας των κοινωνικών επιστημών. Ο κοινωνικός επιστήμονας φτιάχνει τις δικές του κατηγορίες χάρη στις οποίες αυτονομεί την ανάλυσή του, με σεβασμό όμως στο χρόνο του αφηγητή και στην εννοιολογική διάρθρωση του κόσμου από τους εκάστοτε φορείς της ιστορικής δράσης. Ο Έντσο Τραβέρσο, καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Πικαρδίας Jules Verne στην Αμιέν, επιλέγει να στηρίξει την ανάλυσή του στην έννοια του ευρωπαϊκού εμφυλίου πολέμου, την οποία θεωρεί ως κεντρική, αφού προσδίδει στην περίοδο που οριοθετείται από την αρχή του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου ώς το τέλος του Β’, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Ο ευρωπαϊκός εμφύλιος παραπέμπει σε μία εποχή στην οποία η πολιτική συμπλέκεται με την κουλτούρα υπό την σκέπη της βίας και του φαντασιακού τού τρόμου. Η χρήση της έννοιας αυτής από το συγγραφέα εκπληρώνει μια πρόθεσή του: την αποφυγή χρήσης κατηγοριών ανάλυσης, μιας άλλης εποχής, «δικής μας εποχής», για τη μελέτη του παρελθόντος. Ακόμη περισσότερο, από ένα λάθος αναχρονισμού, η προβολή των εννοιών της σύγχρονης φιλελεύθερης δημοκρατίας την περίοδο 1914-45 αναστέλλει «κάθε προσπάθεια για ένταξη του 20ού αιώνα στην ιστορία» (σσ. 20-21).
ΤΟ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ
Ποια είναι όμως η «δική μας εποχή»; Είναι εκείνη του πρωτείου της φιλελεύθερης δημοκρατίας, όπως αυτή διαμορφώθηκε μεταπολεμικά σε τρεις –θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε– χρόνους; Κατά τη στιγμή των μεγάλων βεβαιοτήτων της Δύσης, την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία, κατά τη δεκαετία της κοινωνικής και πολιτικής αμφισβήτησης των χρόνων του 1960 και κατά τη μετακομμουνιστική εποχή του τέλους του 20ού αιώνα, όταν ο οικουμενισμός των αξιών της Δύσης φαίνεται να ενδυναμώνεται στο πλαίσιο της, σύμφωνα με τον Τραβέρσο, «μετα-ολοκληρωτικής σοφίας»; Σε μια συγκυρία εμφάνισης μιας μετανεωτερικής σκέψης που έθετε εν αμφιβόλω τις παγιωμένες και ομογενοποιημένες ταυτότητες, η αντι-ολοκληρωτική σκέψη εξακολουθούσε να εκλαμβάνει τον κομμουνισμό (μια εικόνα που αναπαρήγε κι ο ίδιος με άλλα συστατικά βεβαίως, μέσω της ιδεολογικής και προγραμματικής του συγκρότησης) ως ουσία παρά ως εμπειρίες, εν μέρει κοινές αλλά και μοναδικές, ιδιαίτερες σε κάθε επιχώρια παράδοση. Η έμφαση στην ουτοπία ή/και στο έγκλημα, συνυφασμένο με τη φύση του κομμουνισμού (κι όχι μόνον ως μετρήσιμο μέγεθος) στη μετακομμουνιστική περίοδο, η καταδίκη των ιδεολογιών, αποκαλύπτει τη λογική αυτής της προσέγγισης.
Στο συλλογικό έργο Le siècle des communismes (το οποίο μνημονεύει και ο Τραβέρσο), οι επιμελητές της έκδοσης προδιαγράφουν στην εισαγωγή τη βασική τους μέριμνα:  να αναδείξουν τις διαφορές (τις οποίες θεωρούν μείζονες) ανάμεσα στις «χώρες της Ανατολής» που αφορούν τις διαφορετικές συνθήκες ανόδου των κομμουνιστικών κομμάτων στην εξουσία, αλλά και του ιστορικού πλαισίου μέσα στο οποίο διαμόρφωσαν τα δομικά χαρακτηριστικά τους (η εμπειρία του εμφυλίου πολέμου για το ισπανικό ΚΚ, της αντίστασης και του εμφυλίου για το ΚΚΕ, η φασιστική καταστολή για το ιταλικό ΚΚ, η συμμετοχή στο Λαϊκό Μέτωπο και στον αντιφασιστικό αγώνα για το γαλλικό ΚΚ).
Παρά τις κομματικές της πλαισιώσεις, η αντιφασιστική και αντιναζιστική αντίσταση αποτελεί μείζονα ιστορική εμπειρία των ευρωπαϊκών λαών κατά την περίοδο του μεσοπολέμου και τη δεκαετία του 1940. Εν τούτοις, η καταδίκη του ολοκληρωτισμού και της επαναστατικής βίας μέσα από τη μετα-ψυχροπολεμική ανάγνωση της ιστορίας του 20ού αιώνα, διαγράφει, σύμφωνα με τον Τραβέρσο, την αντιφασιστική παράδοση συλλήβδην και, συνάμα, τη μνήμη της εξορίας και των θυμάτων του ναζισμού. Nομίζω ότι, γι’ αυτόν, το 1989 αποτελεί μια άλλη τομή, ένα άλλο κρίσιμο momentum, καθοριστικό και στο πεδίο των ανθρώπινων συνειδήσεων, με το οποίο ενδεχομένως κλείνει ο 20ός αιώνας (Hobsbawm).
Η ιστοριογραφική προσέγγιση που είναι ευαίσθητη στην κατανόηση της ιστορικότητας των κοινωνιών διαγιγνώσκοντας τις κορυφαίες ιστορικές εμπειρίες του αιώνα, οφείλει να λάβει σοβαρά υπ’ όψη αυτό που ο συγγραφέας αποκαλεί γενετικό δεσμό της φιλελεύθερης δημοκρατίας με την εποχή του εμφυλίου πολέμου. Το χρονωνύμιο αυτό που είχε, όπως είδαμε, περάσει στη συνείδηση των συγχρόνων ως τέτοιο, οριοθετούσε μια περίοδο που ξεκίνησε με τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, γεγονός καθοριστικό για τη γένεση των τριών βασικών ιδεολογιών/εμπειριών του 20ού αιώνα: τον φασισμό, τον ναζισμό και τον σταλινισμό (Traverso, Le Totalitarisme).
Η ΒΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ο πόλεμος αυτός διαμόρφωσε, εξ άλλου, ένα ήθος και μια γενιά εμποτισμένη απ’ αυτό, η οποία πρωταγωνίστησε στην προετοιμασία και την εκτέλεση της άλλης μεγάλης πολεμικής αναμέτρησης στο πλαίσιο του πρώτου μισού του αιώνα. Συνέτεινε επίσης στην εισαγωγή της βίας στην πολιτική, η οποία τραυμάτισε τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και την πολιτική ζωή των τριών επόμενων δεκαετιών. Το 1914 αποτελεί έτσι το ορόσημο για την εμπειρία της συμμετοχής στον ολοκληρωτικό πόλεμο, τη μήτρα για την αποδοχή από την πολιτική της βίας, την αρχή της εποχής του ευρωπαϊκού εμφυλίου πολέμου στον οποίο συγκρούστηκαν ιδεολογίες και κουλτούρες, όπως στην περίπτωση του Ισπανικού Εμφυλίου.
Σε τι αντιστοιχεί όμως ο ευρωπαϊκός εμφύλιος πόλεμος; Πρόκειται, στην αντίληψή μου, για ένα χρονωνύμιο που δηλώνει στο έργο του Τραβέρσο έναν κύκλο, όπου μια αλυσίδα καταστροφικών συμβάντων συμπυκνώνει μια ιστορική μεταβολή οι προϋποθέσεις της οποίας είχαν σωρευτεί στη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα μέσα από κύκλους κρίσεων, πολέμων και επαναστάσεων (σ. 63).  Περιοδολογώντας έτσι το φαινόμενο του ευρωπαϊκού εμφυλίου πολέμου, ο Τραβέρσο αναζητεί ακόμη πιο πίσω τις συνέχειές του, συγκεκριμένα στον 17ο και στον 18ο αιώνα, στους πολέμους εκείνους που εμφανίζουν αναλογίες τουλάχιστον ως προς τον ολοκληρωτικό τους χαρακτήρα: τον Τριακονταετή Πόλεμο (1618-48) και τους πολέμους της Γαλλικής Επανάστασης (1789-1815). Το ενδιαφέρον είναι ότι τα ίδια τα ιστορικά υποκείμενα είχαν αποκτήσει συνείδηση των συνεχειών, εγγύτερων ή μακρύτερων, τις οποίες αναδεικνύει ο αναλυτής. Ο Τραβέρσο επισημαίνει έτσι  ότι οι διπλωμάτες, το 1939, δεν είχαν την παραμικρή αμφιβολία ότι ο νέος πόλεμος αποτελούσε συνέχεια του πρώτου –κι ο Χίτλερ, ως γνωστόν, δήλωνε κατ’ επανάληψη την πρόθεσή του να εξαλείψει το όνειδος των Βερσαλλιών. Επίσης, τριακονταετή πόλεμο-αστραπή είχαν ονομάσει οι στρατιώτες της Βέρμαχτ τον δικό τους αγώνα.
Tο βιβλίο αυτό καταλαμβάνει ένα γνωσιακό χώρο στον οποίο τέμνεται η πολιτική ανάλυση, η διανοητική ιστορία, η σημασιολογική προσέγγιση των εννοιών και η πολιτισμική ιστορία· ο τρόπος επίσης με τον οποίο χειρίζεται τις γραπτές μαρτυρίες (τη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο), η σημασία που αποδίδει στη σχέση της ζωής των ανθρώπων με την  ιστορία, η ένταξη των κειμένων στη ζωή στην οποία ανήκουν, δίνουν στην προσέγγιση του Τραβέρσο μια εκλεπτυσμένη ψυχο-ανθρωπολογική και, εν μέρει, και κοινωνιολογική διάσταση. Ο συγγραφέας τοποθετεί το γεγονός εντός του διανοητικού και πολιτικού περιβάλλοντος και, παρακολουθώντας τη δημόσια χρήση των αισθημάτων, επιχειρεί να βαθύνει την ιστορική αντίληψη για τη βία, τον πόλεμο, την εξορία.
Εν τέλει, ο Τραβέρσο αναλύει το πολιτικό μέσω μιας ιστορικής και ανθρωπολογικής συνάμα προσέγγισης, έχοντας μάλιστα αναπτύξει ιδιαίτερα τις ευαισθησίες του ιστορικού: επισημαίνει  τις ιστορικές τομές ως σημεία στο ιστορικό συνεχές στα οποία βρίσκουμε πυκνώσεις του παλαιού και του νέου, συνθέτοντας τον καμβά του ιστορικού momentum. Περιοδολογεί, μιας και η περιοδολόγηση αποτελεί τη μεθοδολογία του ιστορικού, σύμφωνα με τον Ράινχαρτ Κοσέλλεκ (Reinhart Koselleck), από τον οποίο έχει γόνιμα επηρεαστεί στο πεδίο των ιστορικών κατηγοριών που ο γερμανός ιστορικός εισήγαγε και στον τρόπο με τον οποίο συνυφαίνονται στην ιστοριογραφία οι ποικίλες χρονικότητες. Επιπροσθέτως, θεωρεί ότι κάθε ιστορικός μετασχηματισμός τροφοδοτείται από την οπτική των ηττημένων που βαθαίνει συνήθως την ιστορική γνώση (Κοσέλλεκ). Σε αυτούς τους ηττημένους των πολέμων εστιάζει την ανάλυσή του ο Τραβέρσο, με την έγνοια να αποκαταστήσει την ιστορικότητα των εννοιών και να κατανοήσει τις δράσεις των ιστορικών υποκειμένων που βίωσαν τις εμπειρίες της γενιάς τους ποικιλοτρόπως, πολέμησαν μεταξύ τους, συγκρούστηκαν ή έμειναν στην γκρίζα ζώνη, σκοτώθηκαν ή επιβίωσαν. Οι ηττημένοι του ευρωπαϊκού εμφυλίου πολέμου ανήκουν σε όλα τα μέτωπα κι είναι από τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, τον Γκράμσι, τον Τρότσκι, τον Βάλτερ Μπένγιαμιν έως τον Γιούνγκερ και τον Καρλ Σμιτ. Μέλημά του είναι, άλλωστε, να αποκαταστήσει τους όρους της συζήτησης των χρόνων εκείνων οι οποίοι έχουν παραποιηθεί εκ των υστέρων, μέσα από τις ακλόνητες βεβαιότητες της μετα-ολοκληρωτικής αφήγησης, όπως διαμορφώνεται από το 1989 και εξής. Ο αντιφασισμός, φερ’ ειπείν, για τον συγγραφέα, υπερβαίνει την πολιτική της Μόσχας και προηγείται της συγκρότησης των λαϊκών μετώπων. Δεν ταυτίζεται, ως εκ τούτου, με τον κομμουνισμό. Ο ιταλικός αντιφασισμός, για να αρκεστούμε σε μία παράδοση του κινήματος, πυροδοτείται από τη δημοσίευση στην εφημερίδα Il Mondo, τον Μάιο του 1925, του μανιφέστου των αντιφασιστών διανοουμένων με την πρωτοβουλία του φιλελεύθερου Μπενεντέτο Κρότσε.
Οι προθέσεις του συγγραφέα είναι ξεκάθαρες. Φορέας ο ίδιος μιας συγκεκριμένης αντιφασιστικής παράδοσης, καταφέρνει να σταθεί ψύχραιμος ενώπιον της διανοητικής και ιδεολογικής κατάθεσης των ιστορικών υποκειμένων και να συνθέσει –όχι μόνον για τον ειδικό αλλά και για τον κάθε υποψιασμένο αναγνώστη– μια ιστοριογραφία που θέτει κρίσιμα ζητήματα ερμηνείας (όπως οι αντινομίες του αντιφασισμού, η μεταπολεμική νομιμότητα των νικητών του Β’ Πολέμου, η εργαλειοποίηση της Shoah και οι ευθύνες για την καταστροφή των Εβραίων της Ευρώπης, ο σταλινισμός), σέβεται την ιστορική κίνηση, τις πολλαπλές αναγνώσεις των συλλογικών εμπειριών και τα μεγάλα διλήμματα των ανθρώπων σε κρίσιμες ιστορικές συγκυρίες. Το βιβλίο έχει, τέλος, την τύχη να αντλεί έμπνευση από ένα πλουσιότατο τεκμηριωτικό υλικό, το οποίο ο συγγραφέας ελέγχει απολύτως. Το γεγονός αυτό καθιστά την ανάγνωση ελκυστική.
Σε τούτο συντείνει η άρτια μεταφραστική προσπάθεια του Γιάννη Ευαγγέλου. Το πρωτότυπο κυκλοφόρησε στα γαλλικά το 2007 με τίτλο A feu et à sang. De la guerre civile européenne 1914-1945 από τις εκδόσεις Stock.

3 Kasım 2014 Pazartesi

Paul Ricoeur – Η μνήμη, η ιστορία, η λήθη αναδημοσίευση απο το pandoxeio

Paul Ricoeur – Η μνήμη, η ιστορία, η λήθη

Ο Γάλλος φιλόσοφος ΠοRicoeur COVERλ Ρικέρ είναι ένας από τους σπουδαιότερους σύγχρονους στοχαστές και το εν λόγω έργο αποτελεί ορόσημο για την σύγχρονη φιλοσοφία. Πρόκειται για έκδοση πολύτιμη, ένα βιβλίο σαφώς εξαντλητικό στη γραφή του και εξουθενωτικό στην ανάγνωση, πυκνό και συχνά δύσκολο, που όμως ανταμείβει τον υπομονετικό αναγνώστη με τα πιο ευπρόσδεκτα δώρα που μπορεί να δεχτεί: μια σειρά από κλειδιά κατανόησης, ερμηνείας και στοχασμού πάνω στο δίπολο που αποτελεί απόλυτα κοινό κτήμα των εαυτών μας και των κοινωνιών όπου ζούμε: στη μνήμη και την λήθη, αλλά και στην αντίληψη της ιστορικής εμπειρίας και την παραγωγή της ιστορικής αφήγησης.
ricoeur_webΤο πρώτο μέρος αφιερώνεται στην μνήμη και στα μνημονικά φαινόμενα. Η προτεινόμενη φαινομενολογία δομείται γύρω από το τι της ενθύμησης και το ποιός της μνήμης. Η «αντικειμενικότροπη» αυτή προσέγγιση έχει την αφετηρία της στο πνεύμα του Husserl και γνωρίζει την μακρά φιλοσοφική παράδοση που καθιστά την μνήμη μια περιοχή της φαντασίας, σ’ ένα παρελθόν καχύποπτης μεταχείρισης από τον Montaigne ως τον Pascal. Απέναντι στην παράδοση του υποβιβασμού της μνήμης σε επικράτειες του φανταστικού, του μη πραγματικού ή της μυθοπλασίας τίθεται το εγχείρημα ακριβώς της σχετικής αποσύζευξης και την ανάδειξης των ειδοποιών στοιχείων της φαντασίας και της ενθύμησης.
PaulRicoeur-par-Isabelle-Levy-LehmannΑναπόφευκτα η εκκίνηση γίνεται από τις ελληνικές απαρχές της προβληματικής και δη την πλατωνική και αριστοτελική θεωρία· οι δυο Έλληνες δάσκαλοι προτυπώνουν αυτό που θα ονομαστεί «προσπάθεια μνήμης» από τον Bergson και «εργασία αναμνημόνευσης» από τον Freud. Ακολουθεί μια απόπειρα τυπολογίας των μνημονικών φαινομένων, η κατά Sartre αναθεώρηση της θεματικής του φαντασιακού, η κατά Bergson διάκριση μεταξύ «κοπιώδους ανάκλησης» και «στιγμιαίας ανάκλησης» αλλά και η διάκριση του Husserl μεταξύ συγκράτησης ή πρωτογενούς ενθύμησης και αναπαραγωγής κα δευτερεύουσας ενθύμησης. Η ars memoriae, η τέχνη της μνήμης που πρότεινε ο Frances Yates στο μνημειώδες βιβλίο του, η σχετική αναγωγή στο έργο του Giordano Bruno, η μνήμη των τόπων και η διαδικασία της εικονοποίησης της μνήμης ανοίγουν περισσότερο τα πεδία του σχετικού προβληματισμού.
John LockeΣτη συνέχεια αναπτύσσονται οι καταχρήσεις της φυσικής μνήμης: η εμποδισμένη, η χειραγωγούμενη και η καταχρηστικά επιβεβλημένη μνήμη. Κομβικό σημείο εδώ αποτελεί η θεωρία του Locke κατά την οποία η μνήμη ανάγεται σε κριτήριο ταυτότητας. Ο συγγραφέας ανατρέχει και σε σύγχρονα έργα, όπως το δοκίμιο του Todorov Οι καταχρήσεις την μνήμης, ένα αυστηρό κατηγορητήριο κατά της σύγχρονης φρενίτιδα των αναμνηστικών τελετών με το πλήθος των μύθων που τις συνοδεύουν. Δεν είναι ειδικότητα μόνο των ολοκληρωτικών καθεστώτων να απλώνουν το χέρι πάνω στη μνήμη, αλλά ίδιον των ζηλωτών της δόξας. Τα διακυβεύματα της μνήμης είναι πολύ μεγάλα για τα αφεθούν στον ενθουσιασμό ή στην οργή. Το γεγονός ότι υπήρξατε θύμα σας δίνει το δικαίωμα να παραπονιέστε, να διαμαρτύρεστε, να απαιτείτε έγραφε ο Todorov· πρόκειται για μια γνωστή και σήμερα στάση που γεννά ένα υπέρμετρο προνόμιο και φέρνει τον υπόλοιπο κόσμο σε θέση χρεοφειλέτη.
Frances Yates’ reconstruction of Giordano Bruno’s memory wheel from `De Umbris Idearum’1Συχνά η ίδια η εργασία του ιστορικού είναι κατ’ ανάγκη προσανατολισμένη στην αναζήτηση όχι της αλήθειας αλλά του καλού – και είναι αμέτρητες οι καταχρήσεις της μνήμης που υπάγονται στην αναζήτηση της δικαιοσύνης και μόνο. Στο ηθικό – πολιτικό επίπεδο θριαμβεύει η υποχρεωτική μνήμη. Ο Henry Rousso στο Σύνδρομο του Βισύ γνωρίζει καλά τις κατηγορίες που υπάγονται σε μια παθολογία της μνήμης: τραυματισμός, απώθηση, στοιχείωμα, εξορκισμός. Το καθήκον μνήμης λειτουργεί ως απόπειρα εξορκισμού σε μια ανεπιθύμητη ιστορική κατάσταση – στην προκείμενη περίπτωση την περίπτωση των Γάλλων στα χρόνια 1940 – 1945. Στον αντίποδα ο Pierre Nora μίλησε για αναμνηστική ιδεοληψία της εποχής και τους «τόπους της μνήμης».
Husserl10Προσωπική μνήμη: ο ιδιωτικός χαρακτήρας της είναι πρωτογενής, αρχέγονος και θεμελιώδης. Καταρχήν η μνήμη εμφανίζεται ριζικά ενική: οι αναμνήσεις μου δεν είναι δικές σας. Η μνήμη είναι ένα μοντέλο δικότητας, ένα κτήμα ιδιωτικό. Κατόπιν εδώ βρίσκεται ο καταγωγικός δεσμός της συνείδησης με το παρελθόν: η μνήμη είναι του παρελθόντος και το παρελθόν είναι εκείνο των εντυπώσεών μου. Στην μνήμη, τέλος, συνάπτεται η αίσθηση προσανατολισμού μέσα το πέρασμα του χρόνου. Από τη σχετική διδασκαλία του Αυγουστίνου μέχρι την θεωρία του Locke και του Husserl ο συγγραφέας ερευνά διεξοδικά την παράδοση του εσωτερικού βλέμματός της μνήμης.
maurice_halbwachs_by_ludilozezanje-d5eqw8xΌσον αφορά το εξωτερικό της βλέμμα, ο Maurice Halbwachs στο έργο του Συλλογική Μνήμη (ένα άλλο σπουδαίο έργο με το οποίο θα ασχοληθούμε σύντομα) απέδωσε άμεσα την μνήμη σε μια συλλογική οντότητα που ονόμασε ομάδα ή κοινωνία. Για να θυμηθεί κανείς έχει ανάγκη τους άλλους. Εδώ όμως μια αόρατη γραμμή που χωρίζει τη θέση «δεν θυμάται κανείς ποτέ μόνος» από τη θέση «δεν είμαστε ένα αυθεντικό υποκείμενο απόδοσης ενθυμημάτων». Διατρέχοντας τα τρία υποκείμενα απόδοσης της ενθύμησης [εαυτός, συλλογικότητες, οικείοι] βουτάμε στα βαθιά νερά της φαινομενολογίας του συνανήκειν, από τον Weber, στην κοινωνιολογία του οποίου ο προσανατολισμός προς τον άλλον αποτελεί μια αρχέγονη κοινωνική δομή, μέχρι της πολιτική φιλοσοφία της Arendt.
Marc Bloch, Lucien Febvre, Fernand BraudelΤο δεύτερο μέρος έχει ως ευρύτερη αναφορά έχει ιστορία και ακολουθεί μια επιστημολογική διαδρομή στον κατοικημένο χώρο (από τον πλατωνικό Φαίδρο στην Υπερβατολογική αισθητική του Kant και της Φαινομενολογία της αντίληψης του Merleau – Ponty), στον ιστορικό χρόνο (εστιάζοντας στις θέσεις του de Certeau και του Bloch) και στις τρεις φάσεις της ιστοριογραφικής διεργασίας: την μαρτυρία, το αρχείο (η γραπτότητα της ιστορίας, ο ιστορικός ως αναγνώστης), την τεκμηριακή απόδειξη, την προαγωγή της ιστορίας των νοοτροπιών (Braudel, Foucault, Elias και πάλι de Certeau και [Marc] Bloch). Η χρήση του «γιατί» και τα διάφορα εξηγητικά και κατανοητικά σχήματα, οι διαλεκτικές της αφήγησης, της αναπαράστασης και της ρητορικής, η μαγεία της εικόνας στην ιστορική αναπαράσταση και πλήθος άλλων κομβικών η παραπληρωματικών ζητημάτων ερευνώνται εξονυχιστικά μέσα από το έργο πολλών στοχαστών (Ginzburg, Barthes, Marin, Revel κ.ά.)
imageΤο τρίτο μέρος εστιάζει πάνω στην ερμηνευτική της ιστορικής συνθήκης και επιχειρεί να στοχαστεί πάνω στην επικράτεια της λήθης που χάσκει κάτω από τη μνήμη και την ιστορία. Ερευνώνται το φαινόμενο της υποτίμησης της ιστορίας και ειδικότερα η αύξηση του αισθήματος αποστασιοποίησης που τείνει να εξαλείψει το αίσθημα του χρέους των συγχρόνων απέναντι στους προγενέστερους, η κατά Kosseleck ιστορίκευση του χρόνου, η νεωτερικότητα της ιστορικής διήγησης, η [αν]αντιστοιχία ιστορικού και δικαστή, η ιστορικότητα και ιστοριογραφία, η μνήμη ως απλή περιοχή της ιστορίας. Η εξάλειψη των ιχνών υπέρ της λήθης, η οργάνωση της λήθης, η κατ’ επιταγήν λήθη (αμνηστία), οι όψεις της συγχώρησης και του συγχωρητικού πνεύματος, η ποινική και πολιτική ενοχή, η ευτυχής μνήμη και η ατυχής ιστορία, αποτελούν το αντικείμενο των ύστατων προβληματισμών του τελευταίου κεφαλαίου σε αυτό το μείζον γραπτό έργο πάνω στα μείζονα άγραφα και δύσγραφα πεδία. Όλα έχουν θέση σε τούτη τη μεγάλη μνημονική επικράτεια, ακόμα και το αιώνιο ερώτημα του Breton στο L’ amour fou: Ποιος θα μας μάθει να μεταγγίζουμε την χαρά της ενθύμησης;
Εκδ. Ίνδικτος, 2013, μτφ. Ξενοφών Κομνηνός, 845 σελ. Με ευρετήριο έργων και ονομάτων [La mémoire, L’ Histoire, L’ Oubli, 2000].
Στις εικόνες: Paul Ricoeur δις, John Locke, ο κατά Frances Yates μνημονικός τροχός του Giordano Bruno, Edmund Husserl, Maurice Halbwachs, Marc Bloch – Lucien Febvre – Fernand Braudel και ξανά ο συγγραφέας.

1 Kasım 2014 Cumartesi

..«Αἰὼν παῖς ἐστι παίζων, πεσσεύων παιδὸς ἡ βασιληίη»,

..«Αἰὼν παῖς ἐστι παίζων, πεσσεύων παιδὸς ἡ βασιληίη»,
-----------------------------------------------------------------------------------
Αυτό που συμβαίνει στην Ουκρανία  και  στην Μεση Ανατολή  ,ίσως μας βοηθήσει να αποκτήσουμε μια καλύτερη κατανόηση της Ιστορίας : Παραμένει σε πολλούς απο μας, υπορρητη η πεποίθηση πως η Ιστορία ακολούθησε μια νομοτελειακή πορεία προς αυτήν την κατάσταση που βιώνουμε τώρα , πως η Μεταπολεμική , φιλελεύθερη Ευρώπη και κόσμος ήταν περίπου κάτι το ιστορικά αναπόδραστο... Ξεχνάμε πως - κατά τη ρήση του Λεβι Στρως- η Ιστορία παίζει κάθε τόσο ζάρια και , ανάλογα με το αποτέλεσμα στρέφεται πότε προς την μια πότε προς εντελώς διαφορετική κατεύθυνση ..«Αἰὼν παῖς ἐστι παίζων, πεσσεύων παιδὸς ἡ βασιληίη», κατά τον Ηράκλειτο

31 Ekim 2014 Cuma

Η ιστορία με την Ουκρανία έχει κάτι να μας πει και για την ίδια την Ιστορία

Η ιστορία  με την Ουκρανία έχει κάτι να μας πει και γα την ίδια την Ιστορία : Την φανταζόμαστε συχνά ως επίπεδη και λεία , ασφαλτοστρωμένη και ευκολοδιάβαστη αλλά να που η ιστορία μοιάζει με σειρά από στρώματα Μνημης και Λήθης .. Θυμόμαστε επιλεκτικά και κάθε τόσο ανακαλύπτουμε πως κάτω από τις δήθεν γνώσεις μας για το πρόσφατο παρελθόν κρύβονται Αιώνες Απωθημένων...
και -όπως πάντα -τα απωθημένα επιστρέφουν: Άλλοτε ως φάρσα , άλλοτε ως τραγωδία άλλοτε ως και τα δυο μαζί : Ιλαροτραγωδία

10 Eylül 2014 Çarşamba

Η κρίση στη Φυσική και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης

Η κρίση στη Φυσική και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης

Ο τίτλος της εκπομπής που θα παρουσιάσουμε την Τετάρτη 16 Ιανουαρίου, είναι και ο τίτλος ενός βιβλίου το οποίο εξέδωσαν οι “Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης”. Και νομίζουμε πως αξίζει τον κόπο να γίνει μια εκτεταμένη συζήτηση πάνω σε αυτό το θέμα, δηλαδή πάνω στην κρίση που πέρασε η φυσική κατά τα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, κρίση που εν τέλει οδήγησε στην κβαντική μηχανική.
Στο βιβλίο υπάρχει ένας ισχυρισμός, ενός διάσημου αμερικανού επιστημολόγου, του Πόλ Φόρμαν ότι κατά της διάρκεια του μεσοπολέμου, οι μεγαλύτερες διάνοιες των γερμανόφωνων φυσικών, αναγκάστηκαν απο την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της ήττας να αποδεχθούν την αντίληψη της γερμανικής κοινής γνώμης και της γερμανικής διανόησης, ότι δεν υπάρχει αιτιοκρατία. Αυτό δεν ήταν κατ’ ανάγκην κακό αλλά η τάση αυτή τους οδήγησε στην υποστήριξη ενός ανορθολογισμού και προέβαλε το ερώτημα κατά πόσον επιτρέπεται σε επιστήμονες (και μάλιστα διακεκριμένους) να υποκύπτουν στο πολιτικό ή διανοητικό κλίμα που διαμορφώνεται και κυριαρχεί κάποια περίοδο, ή θα πρέπει να επιμένουν σε αυτό που οι ίδιοι με την επιστημονική τους γνώση και έρευνα θεωρούν ως προσέγγιση της αλήθειας.
Ποιό είναι το ενδιαφέρον για εμάς σήμερα; Πέραν του να μάθουμε πως προχώρησε η φυσική σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο, πως άρχισε να αίρεται η αιτιοκρατία σε ορισμένες περιπτώσεις, πέραν του να συζητήσουμε τι είναι αυτή η κβαντική μηχανική και κατά πόσον γίνεται αποδεκτή ακόμη και σήμερα, το κυρίαρχο ζήτημα της εκπομπής είναι, μέσα απο όλα αυτά να δούμε πως επηρεάζεται η σύγχρονη σκέψη απο την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και πως αυτό εισάγεται και ερμηνεύεται στην Ελλάδα. Πως, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα μπορεί να επηρεάσει την προσπάθεια ανασυγκρότησης μιας κοινωνίας και ποιός ο ρόλος της διανόησης και της επιστήμης. Και όλα αυτά σε μια Ελλάδα που αγωνίζεται να επιβιώσει.
Προσκεκλημένοι της εκπομπής θα είναι οι επιμελητές της έκδοσης του βιβλίου κκ. Θόδωρος Αραμπατζής, αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο Κώστας Γαβρόγλου, καθηγητής στο ίδιο τμήμα και ο κ. Γιάννης Αντωνίου καθηγητής του Μαθηματικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.http://vimeo.com/58765204


  1. Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΑΪΜΑΡΗΣ ...

    www.cup.gr/Η-ΚΡΙΣΗ-ΣΤΗ-ΦΥΣΙΚΗ-ΚΑΙ-Η-ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ-ΤΗΣ-ΒΑ...
    Περιγραφή. Το βιβλίο περιλαμβάνει τέσσερα άρθρα που εξετάζουν την περίπλοκη σχέση ανάμεσα στην κβαντική φυσική και στο κοινωνικο-πολιτισμικό περιβάλλον ...
  2. [PDF]Preview - Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

    www.cup.gr/Previews/978-960-524-335-7-Preview.pdf
    Όπως το αντιλαμβάνονται οι φυσικοί και οι μαθηματικοί .................... 8. 2. .... της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, η αιτιότητα και η κβαντική θεωρία» ....... 215.
  3. Η κρίση στη Φυσική και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης on Vimeo

    vimeo.com/58765204
    2 Φεβ 2013 - Η κρίση στη Φυσική και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Play ... της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, κρίση που εν τέλει οδήγησε στην κβαντική μηχανική.
  4. Επιστημονικές Επαναστάσεις, Φυσική, Βαϊμάρη και Αϊνστάιν ...

    www.pemptousia.gr/2014/02/επιστημονικές-επαναστάσεις-φυσική-β/
    21 Φεβ 2014 - ... κρίση στη Φυσική και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης» και «Ο Αϊνστάιν και ... της σχετικότητας και η κβαντική μηχανική θα «μεταφερθούμε» με την ...
  5. H επιστημονική παρακμή της Βαϊμάρης - βιβλία + ιδέες - Το ...

    www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=497247
    10 Φεβ 2013 - Η κρίση στη Φυσική και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης: Η πολιτισμική ιστορία της κβαντικής θεωρίας αποτελεί μια συλλογή προσεκτικά ...
  6. Eκδήλωση με θέμα: «Η κρίση στην Φυσική και η Δημοκρατία ...

    www.emdiet.gr/?p=504
    Eκδήλωση με θέμα: «Η κρίση στην Φυσική και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης – Η πολιτισμική ιστορία της Κβαντικής θεωρίας», με αφορμή την πρόσφατη έκδοση ...
  7. Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΑΪΜΑΡΗΣ ...

    www.palo.gr/eidhseis-ellada/i...sti-fysiki...dimokratia.../10155046/
    Ειδήσεις σχετικές με Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΑΪΜΑΡΗΣ Η_πολιτισμική ιστορία της Κβαντικής Θεωρίας | Palo.gr.
  8. Είναι η επιστήμη έξω από την κοινωνία; - Η Αυγή online

    3 Μαρ 2013 - ... Η κρίση στη Φυσική και η Δημοκρατία της Βαιμάρης. Η πολιτισμική ιστορία της Κβαντικής Θεωρίας, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σελ.
  9. Η κρίση στη Φυσική στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης(1), 1919 ...

    www.kar.org.gr/2013/08/01/η-κρίση-στη-φυσική-στη-δημοκρατία-της-β/
    1 Αυγ 2013 - Η κρίση στη Φυσική στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης(1), 1919-1933 ... οδήγησαν στην δημιουργία της κβαντικής φυσικής ή αλλιώς γνωστή ως ...
  10. Kβαντομηχανική και Ψυχολογία | physicsgg

    physicsgg.me/2012/12/18/kβαντομηχανική-και-ψυχολογία/
    18 Δεκ 2012 - Μόνο σε περιπτώσεις μεγάλων κβαντικών αριθμών υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ .... «Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΑΪΜΑΡΗΣ, ...


17 Ağustos 2014 Pazar

ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΚΟΥ Σχέδιο Μάρσαλ και αυταπάτες .. ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΚΟΥ

Σχέδιο Μάρσαλ και αυταπάτες

  ΠΗΓΗ :http://antonisliakos.gr/2013/10/04/%CF%83%CF%87%CE%AD%CE%B4%CE%B9%CE%BF-%CE%BC%CE%AC%CF%81%CF%83%CE%B1%CE%BB-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B1%CF%85%CF%84%CE%B1%CF%80%CE%AC%CF%84%CE%B5%CF%82/
  
Τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, προβάλλεται η ιδέα ενός νέου σχεδίου Μάρσαλ για να βγει η Νότια Ευρώπη από την ύφεση, για να καταπολεμηθεί η ανεργία και για να δρομολογηθεί ανάπτυξη. Ανταποκρίνονται όμως οι προσδοκίες αυτές στις ιστορικές πραγματικότητες ή μιλάμε στον αέρα;
Του Αντώνη Λιάκου
Το σχέδιο Μάρσαλ (που πήρε το όνομα του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ ο οποίος το εξήγγειλε το 1947) είχε την εξής λογική: Η αμερικάνικη οικονομία βγήκε από τη μεγάλη κρίση του 1929 με τον πόλεμο, όταν οι μηχανές της δούλευαν στο φουλ, η απασχόληση ήταν πλήρης και συνεχώς νέες βιομηχανίες δημιουργούνταν για να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες. Μετά τη λήξη του πολέμου υπήρχε ο κίνδυνος της οικονομικής συρρίκνωσης, αν η Αμερική δεν έβρισκε μια μεγάλη και αξιόπιστη αγορά για να εμπορεύεται. Πού όμως; Επομένως αν δεν την έβρισκε έπρεπε να τη δημιουργήσει. Και εκείνη η ήπειρος που είχε δυνατότητα να ανταποκριθεί τότε ήταν η Ευρώπη. Επομένως μαζική βοήθεια στην Ευρώπη για να ανορθωθεί.
Υπήρχε όμως και άλλος ένας, ή μάλλον δύο λόγοι, για την επιλογή της Ευρώπης. Ο πρώτος ήταν πως έπρεπε να μην επαναληφθούν τα λάθη μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν τη Γερμανία την απομύζησαν οι νικητές της για πολεμικές αποζημιώσεις, κι αυτούς η Αμερική για τα δανεικά που τους είχε δώσει. Η πολιτική αυτή θεωρούνταν δικαιολογημένα αιτία της μεσοπολεμικής κρίσης, του φασισμού και του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Επομένως το σχέδιο Μάρσαλ αποσκοπούσε όχι μόνο στο να δημιουργήσει στην Ευρώπη βιώσιμες οικονομίες, αλλά να μάθει τους Ευρωπαίους να συνεργάζονται, να καταργήσουν τον προστατευτισμό των οικονομιών τους, να προσχωρήσουν στις αρχές του ελεύθερου εμπορίου, και κυρίως να αναπτύξουν τις οικονομίες τους έτσι ώστε να είναι αλληλοσυμπληρωματικές. Η κάθε χώρα να ειδικεύεται εκεί που τα καταφέρνει καλύτερα, και η μια χώρα να παράγει προϊόντα που έχει ανάγκη η άλλη. Αυτός ήταν ο ένας λόγος που ανάγκασε πρώην εχθρούς να συνεργάζονται και άνοιξε μονοπάτι για τη μελλοντική ευρωπαϊκή ενοποίηση. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι το σχέδιο εντάχθηκε στην ανάσχεση του κομμουνισμού στην Ευρώπη. Αρχικά είχαν προσκληθεί και οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά ο Στάλιν καταλάβαινε ότι έτσι θα χάνονταν από τη σοβιετική επιρροή και τις απέσυρε.
Το σχέδιο Μάρσαλ εξέφραζε και μια φιλοσοφία. Αυτό που σήμερα αποκαλούμε κεϋνσιανισμός ήταν η μία πλευρά. Ενισχύοντας τη ζήτηση, το σχέδιο επεδίωκε να αποριζοσπαστικοποιήσει την εργατική τάξη. Οι εργάτες να αποκτήσουν το αυτοκινητάκι τους, να φύγουν από τις πνιγηρές εργατικές γειτονιές όπου ενδημούσαν ανατρεπτικές ιδέες και να βγουν στον καθαρό αέρα των προαστίων, όπου ο μπαμπάς αντί να τρέχει στις πολιτικές συγκεντρώσεις κάνει μπάρμπεκιου στην πίσω αυλή. Το σχέδιο ήταν υπέρ ενός ήπιου κορπορατισμού, που θα λειτουργούσε στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και θα εξασφάλιζε τη συνεργασία εργατικών συνδικάτων – εργοδοτικών οργανώσεων και κυβέρνησης. Χαρακτηριστική είναι η συμφωνία με την AFL-CIO, ώστε η μεταφορά της αμερικάνικης βοήθειας στην Ευρώπη να γίνεται με καράβια που το πλήρωμά τους ήταν οργανωμένο σ’ αυτά τα συνδικάτα. Αυτό τον τύπο κοινωνίας, στην οποία η εργατική τάξη θα έχανε τη ριζοσπαστικότητά της απολαμβάνοντας καταναλωτικά προϊόντα που έως τότε ήταν προσβάσιμα μόνο στα μεσαία στρώματα, οι Αμερικανοί ήθελαν να εξαγάγουν και στην Ευρώπη.
Πόσοι και ποιοι από τους παραπάνω λόγους ισχύουν σήμερα; Ούτε η Αμερική ούτε η Γερμανία είναι σε αναζήτηση αγορών. Η Kίνα, η Ινδία, οι χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας και της Λατινικής Αμερικής αποτελούν πολύ μεγάλες και υπό συγκρότηση μοντέρνες αγορές, όπου το πρόβλημα δεν είναι η απορρόφηση αλλά ο ανταγωνισμός κόστους, διαφοροποίησης και ποιότητας. Άρα, γιατί η Γερμανία να προχωρήσει σε ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ αν μπορεί να διοχετεύει τα προϊόντα της με χαμηλό συγκριτικό κόστος; Άλλωστε, η εκλογική επιβεβαίωση της Μέρκελ για τρίτη θητεία κάτι δείχνει. Ούτε η κοινωνική φιλοσοφία της αμέσου μεταπολεμικής περιόδου ισχύει σήμερα. Η νέα οικονομική και πολιτική φιλοσοφία αναπτύχθηκε σε αντίθεση με τη λογική της ενίσχυσης της ενεργού ζήτησης, της πλήρους απασχόλησης και του κορπορατισμού. Η ουσία του νεοφιλελευθερισμού είναι η κατάργηση όλων αυτών των κοινωνικών συμβολαίων και η μετατροπή της εργασίας σε απλό εμπόρευμα που ακολουθεί τους κανόνες μιας απόλυτα ελαστικής αγοράς. Η σημερινή πολιτική βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα της μεταπολεμικής. Άλλωστε οι μεταρρυθμίσεις που όλο μας λένε να κάνουμε και που όλο κάνουμε και τελειωμό δεν έχουν αποσκοπούν στο να αλλάξουν τις συμβάσεις εκείνης της μεταπολεμικής διευθέτησης. Πρόκειται για ένα τεράστιο σχέδιο κοινωνικής, νοοτροπιακής και πολιτικής αναδόμησης. Το πνεύμα τούτου του σχεδίου βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα του πνεύματος του σχεδίου Μάρσαλ.
Μια άλλη παράμετρος του σχεδίου Μάρσαλ είναι ότι τη βοήθεια καλούνταν να την διαχειριστούν οι ίδιες οι ευρωπαϊκές χώρες με βάση τα προγράμματα οικονομικής ανάπτυξης που θα εκπονούσαν, υπό την αίρεση α) ότι οι στόχοι θα ήταν συμβατοί με τους στόχους ευρωπαϊκής συνεργασίας και συμπληρωματικότητας, β) ότι θα ήταν συμβατοί με τους κοινωνικούς στόχους του προγράμματος και γ) ότι θα υπήρχε αξιόπιστος φορέας και μηχανισμός που θα αναλάμβανε την υλοποίησή τους. Λ.χ. στη Γαλλία υπήρχε ήδη πρόγραμμα και το σχέδιο Μάρσαλ αρκέστηκε στο να το χρηματοδοτήσει. Στην Ιταλία το πολιτικό κατεστημένο ήταν πιο συντηρητικό από τους κοινωνικούς στόχους του προγράμματος και έγινε διαπραγμάτευση και συμβιβασμός. Σε κάθε χώρα έγινε κάτι ανάμεσα στην αποδοχή και στη διαπραγμάτευση. Αλλά στην Ελλάδα δεν υπήρχε ούτε αξιόπιστο σχέδιο οικονομικής ανάπτυξης για να χρηματοδοτηθεί, ούτε αξιόπιστος μηχανισμός για να αναλάβει την υλοποίησή του. Την ανέλαβαν εξολοκλήρου οι Αμερικανοί δημιουργώντας μια υπηρεσία, την AMAG, η οποία ήταν μια παράλληλη κυβέρνηση που έπαιρνε τις βασικές αποφάσεις. Και λόγω του εμφυλίου πολέμου, κάτι που δεν είναι δευτερεύον, το σχέδιο Μάρσαλ στην Ελλάδα δεν πέτυχε, ή πέτυχε ένα πολύ μικρό μέρος των όσων θα μπορούσε συγκριτικά να έχει πετύχει.
Ερωτήματα αντί συμπεράσματος: 1) Δεδομένων των διαφορών ανάμεσα στο σήμερα και στον πριν 65 χρόνια κόσμο, που δεν είναι μια ευκαταφρόνητη περίοδος χρόνου, ποια μορφή θα μπορούσε να έχει ένα αντίστοιχο πρόγραμμα ανάταξης των κοινωνιών σε κρίση; Σε ποιες σύγχρονες ιστορικές τάσεις, αλλά και σε ποια φιλοσοφία θα πρέπει να ανταποκρίνεται; Πώς συνδέεται η οικονομική ανάπτυξη με το κοινωνικό συμβόλαιο σήμερα, σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης και μείωσης των δυνατοτήτων του εθνικού κράτους; Να ένα σπουδαίο φόρουμ δια-ευρωπαϊκής συζήτησης των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων. 2) Αλλά ακόμη και αν ένα νέο σχέδιο οικονομικής ανάπτυξης μπει μπροστά για τις χώρες που υποφέρουν πιο βαριά από την κρίση, υπάρχει η ανάγκη να έχει διατυπωθεί ένα σχέδιο και προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης. Χωρίς αυτό δεν γίνεται τίποτε. Υπάρχει σήμερα κάτι τέτοιο στην Ελλάδα; Γνωρίζουμε τι θέλουμε, πού θέλουμε να πάει αυτή η χώρα και πώς να πορευτεί στο σύγχρονο κόσμο; Για να διεκδικήσεις ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ πρέπει να ξέρεις τι θα το κάνεις.