4 Ağustos 2014 Pazartesi

Για μια μινι - πολυπολιτισμικότητα Ποιες οι εναλλακτικές λύσεις; Μια νέα ιδέα για την Ολλανδία και, κατ’ επέκταση για την Ευρώπη του Dick Pels σε μετάφραση Βασίλη Μπογιατζή/ αναδημοσιευση απο το μη μαδάς τη μαργαρίτα

Δευτέρα, 4 Αυγούστου 2014

Για μια μινι - πολυπολιτισμικότητα



Ποιες εναλλακτικές λύσεις μπορούμε να κινητοποιήσουμε απέναντι στον εθνικισμό και την απολυτοποίησή του και στην «εθνικοποίηση» της ελευθερίας και της δημοκρατίας; Νομίζω ότι πρώτα από όλα χρειάζεται να απορρίψουμε ριζικά την έννοια της κυριαρχίας, τόσο στην ατομική όσο και στη συλλογική της μορφή. Πρέπει να «απο-εθνικοποιήσουμε» και να «από-απολυτοποιήσουμε» τόσο την έννοια της ατομικής ελευθερίας όσο και αυτή της εθνικής ταυτότητας. Πώς να το κάνουμε αυτό; Στο βιβλίο μου Μια αδυναμία για την Ολλανδία (A Weakness for the Netherlands) το 2005 επιχειρηματολόγησα υπέρ μιας «αδύναμης ταυτότητας» και ενός «ενεργού σχετικισμού» ως κεντρικών αξιών για μια ολλανδική [και κατ’ επέκταση Ευρωπαϊκή] δημοκρατική κουλτούρα. Τέτοιες ιδέες προκαλούν φυσικά τρόμο σε εκείνους [λαϊκιστές και νεοσυντηρητικούς] που βλέπουν τον πολιτισμικό σχετικισμό ως πηγή παρακμής, μηδενισμού και κάθε πολιτισμικού κακού, και τον ταυτίζουν με την πολιτισμική «αυτο-υπονόμευση» και το ξεπούλημα των πλέον εξυμνημένων θεμελιωδών αξιών μας.
Αλλά μια «νέα ιδέα για την Ολλανδία», υποστηρίζω, δεν πρέπει να αναπτυχτεί με όρους ισχυρής, αλλά μάλλον με όρους μιας ασθενούς ταυτότητας. Η Ολλανδία είναι ένα ταιριαστά ασαφές, πολυποίκιλο και δυναμικό σύνολο, το οποίο διαρκώς αναδομείται και τίθεται υπό αμφισβήτηση, όχι μία τελειωμένη και οριοθετημένη οντότητα ή μια περιοριστική ουσία που μπορεί να «συλληφθεί» κατά παραγγελία από τα βάθη της ιστορικής πραγματικότητας. Η Ολλανδία επαν-επινοείται και επαν-ανακαλύπτεται κάθε μέρα από όλους εκείνους που έχουν δεσμούς ή που ενδιαφέρονται για αυτή. Δεν πρέπει να επιχειρήσουμε να επιδιορθώσουμε τεχνητά αυτή την «οντολογική αδυναμία». Μπορούμε να κάνουμε χωρίς τη δυναμική, μαχητική αι περήφανη εθνική ταυτότητα, όπως αυτή υποστηρίζεται από τη λαϊκιστική δεξιά. Η δύναμη του ολλανδικού εθνικού χαρακτήρα βρίσκεται ακριβώς σε μία «αδυναμία χαρακτήρα», η οποία τροφοδοτείται από τη μετριοπάθεια και τη μετριοφροσύνη σχετικά με τις αξίες και τα επιτεύγματά μας, και κατ’ αυτό τον τρόπο δίνει τη δυνατότητα να αναδύονται διαρκώς διαφορετικές απόψεις σχετικά με το ποιες είναι αυτές οι αξίες και τα επιτεύγματα. Όχι μια αλαζονική βεβαιότητα σχετικά με ένα σκληρό κανονιστικό πυρήνα, αλλά μια αβέβαια ιδέα για την Ολλανδία προσφέρει το καλύτερο σημείο αφετηρίας, τόσο για τη συμπερίληψη των «ξένων» πολιτισμών μέσα στην «κοινωνία» μας, όσο και για την ενσωμάτωση της δικής μας κουλτούρας στην Ευρώπη και στον ευρύτερο κόσμο.
Αυτό είναι διαφορετικό και από την πολυπολιτισμικότητα και από την ίση κανονιστική μεταχείριση όλων των πολιτισμών («κακός σχετικισμός»). Αλλά είναι εξίσου διαφορετικό και από τη «μονο-πολιτισμικότητα» μιας «ηγεμονεύουσας» και υπέρτερης ολλανδικής εθνικής κουλτούρας, η οποία δικαιολογημένα κυριαρχεί όλες τις άλλες. Αντιθέτως, επιχειρηματολογώ υπέρ μιας «μίνι-πολιτισμικότητας» (miniculturalism)  η οποία καταφάσκει τις κανονιστικές και υλικές προϋποθέσεις προκειμένου μόνιμα να διατηρούνται ανοιχτά κανάλια επικοινωνίας: διαρκής συζήτηση και διαμάχη, εγγυημένη πρόσβαση για τον καθένα σε αυτή, πλουραλισμός των αξιών και των ιδεών, ανεκτικότητα, και ενδυνάμωση/ενίσχυση του καθενός προκειμένου να αναπτύξει εκείνες τις δεξιότητες και αξίες που απαιτούνται για να συμμετέχει σε αυτή τη συζήτηση και αντιπαράθεση. Αυτό προϋποθέτει μια ελάχιστη βούληση να σχετικοποιεί κανείς τις δικές του αξίες και αλήθειες ως «εισιτήριο» σε μια τέτοια συζήτηση και αντιπαράθεση: η ικανότητα να «αντέχει» (σ)την κριτική, να δείχνει ανεκτικότητα στις πολιτισμικές διαφορές και να είναι ανοικτός στην αμφιβολία, την πολυπλοκότητα και την αμφιταλάντευση. 
   
Το γεγονός ότι στη γνώριμη απαρίθμηση των αποκαλούμενων αδιαπραγμάτευτων «θεμελιωδών αξιών» της Δυτικής κουλτούρας –όπως είναι ο διαχωρισμός της εκκλησίας από το κράτος, η ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών και ετερο- και ομοφυλοφίλων, η ελευθερία του λόγου, η ελευθερία της θρησκείας, το συνταγματικό κράτος και το κράτος δικαίου– δεν περιλαμβάνεται άλλη μια θεμελιώδης αξία προκαλεί υποψίες. Μια κρίσιμη Διαφωτιστική αξία συστηματικά εξαλείφεται και υποβαθμίζεται η σημασία της (με αυτή την έννοια, ο Διαφωτισμός απάγεται από τη δεξιά), ενώ έχει τη δυνατότητα ακριβώς να απαλύνει και να παρεμποδίσει τη δυνητική απολυτοποίηση όλων των υπολοίπων: η ικανότητα να είμαστε αυτοκριτικοί, να σχετικοποιούμε και να μετριάζουμε την κουλτούρα και την ταυτότητά μας. Κατά έναν ενδιαφέροντα τρόπο, πράγματι αποδεχόμαστε πλήρως αυτές τις αξίες, αλλά ταυτόχρονα βρισκόμαστε σε μια διαμάχη δίχως τέλος η οποία αφορά το ακριβές νόημα και τα ακριβή τους όρια (π.χ., της ελευθερίας του λόγου, του διαχωρισμού εκκλησίας-κράτους). Αυτό που μας ενώνει, επομένως, δεν είναι τόσο ένα σύνολο «αδιαπραγμάτευτων αξιών», όσο η συζήτηση και διαμάχη (η δίχως τέλος διαπραγμάτευση) σχετικά με το περιεχόμενο, τα όρια και τη σημασία τους.

Ένα δημοκρατικό συνταγματικό κράτος είναι περήφανο όχι επειδή κατέχει μια σαφώς ορισμένη ταυτότητα, αλλά επειδή προσφέρει χώρο για μια πολλαπλότητα ταυτοτήτων. όχι μια κοινή εθνική κουλτούρα ή δημόσια ηθικότητα, αλλά τη διατήρηση ενός δημόσιου χώρου (forum) που επιτρέπει να εκδηλωθούν οι διαφορές και να εκφραστούν οι διαφωνίες. Αυτό που μας ενώνει, είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη συναίνεσης και συμφωνίας σχετικά με το τι είναι αυτό που μας ενώνει: μια δίχως τέλος συζήτηση και διαμάχη όσον αφορά το ποιοι είμαστε και τι θέλουμε να γίνουμε. Η καλή ζωή (ευδαιμονία, ευ ζην) μπορεί επίσης να οριστεί ως ένας τρόπος ζωής σύμφωνα με τον οποίο έχουμε τη δυνατότητα διαρκώς, ελεύθερα και πολιτικά να συζητούμε για το νόημα της καλής ζωής. Πιστεύω ότι δεν έχουμε ανάγκη από μια ισχυρότερη αξιακή βάση πέρα από αυτή την από κοινού συμφωνία σχετικά με τις προϋποθέσεις μιας δημοκρατικής συζήτησης και αντιπαράθεσης (στην οποία όλοι έχουν δικαίωμα). Τίποτα περισσότερο, αλλά επίσης και τίποτα λιγότερο.

«Μια αδυναμία για την Ευρώπη»

Αυτή η οπτική μπορεί να επεκταθεί λίγο περισσότερο και να μετασχηματισθεί σε μια «αδυναμία για την Ευρώπη». Το κεντρικό ευρωπαϊκό σλόγκαν είναι «ενότητα-στη-διαφορά», αλλά ποιο πρέπει να είναι το βάρος του κάθε σκέλους σε αυτή την ισορροπία; Πόση ενότητα χρειαζόμαστε, πόση διαφορά μπορούμε να αντέξουμε; Χρειάζεται πράγματι να γίνουμε «ένα» προκειμένου να είμαστε επαρκώς συνεκτικοί; Η αναζήτηση για μια ομόφωνη, αναμφισβήτητη ευρωπαϊκή ταυτότητα, για την Ευρώπη ως μια μονοδιάστατη κοινότητα αξιών έχει μακρά ιστορία. Κάποιοι την εντοπίζουν στον Χριστιανισμό, άλλοι στον κοσμικό ουμανισμό ή στον φιλελευθερισμό της αγοράς.

Το 1998 ο Fortuyn έγραψε ένα μικρό βιβλίο με τον τίτλο Άψυχη Ευρώπη στο οποίο υποστήριζε την άποψη ότι οι εθνικές κουλτούρες, όπως λ.χ. η ολλανδική, διέθεταν «ψυχή», κάτι το οποίο είναι απόν από την Ευρώπη. Ότι η ευρωπαϊκή κουλτούρα και ταυτότητα δεν υπάρχει στην πραγματικότητα, τουλάχιστον όχι ανάμεσα στους καθημερινούς ανθρώπους. Ότι το έθνος-κράτος είναι το αληθινό οικογενειακό μας σπίτι. Ότι η Ευρώπη δεν αποτελεί έναν «λαό», δεν διαθέτει «λαϊκή βούληση» και δεν υπάρχουν ευρωπαίοι πολίτες. Κατά την άποψή του, η Ευρώπη ποτέ δεν θα μπορούσε να γίνει μια πραγματική δημοκρατία.
Πρέπει να δώσουμε τέλος σε αυτή την ουσιοκρατική αναζήτηση και αυτο-εξέταση. Μια νέα ιδέα για την Ευρώπη είναι μια ασθενής ιδέα της Ευρώπης. Δεν είναι μια μεγάλη οικογένεια με μια μοναδική κουλτούρα, γλώσσα, περιοχή ή ιστορία, αλλά ένα χαλαρό σύμπλεγμα (μια οντότητα, όχι μια ενότητα) με ασαφή σύνορα και με μια λεπτή μάλλον παρά ισχνή ταυτότητα. Αυτή η έλλειψη μιας σαφούς φυσιογνωμίας και ταυτότητας δεν αποτελεί έλλειμμα, αλλά πηγή ισχύος. Αυτό είναι το ιδεώδες της Ευρώπης ως μιας «κοινότητας ζωής» («το ευρωπαϊκό ταξιδιάρικο φως»), η οποία συνέχει μέσω των διαρκώς εξελισσόμενων ευρω-αγγλικών, των τρένων υψηλής ταχύτητας, του Ευρώ και του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
Ενδεχομένως, η νέα Ευρώπη να μπορεί να γίνει αντιληπτή με τους όρους μιας «Μεγάλης Ολλανδίας». Αυτό σημαίνει: το μοντέλο δεν είναι η ενοποιημένη μοναρχία που δημιουργήθηκε μετά το 1813, αλλά η Δημοκρατία που προηγήθηκε αυτής. Η Ολλανδική Δημοκρατία και οι Επτά (όχι και τόσο) Ενωμένες Επαρχίες της ήταν αξιοσημείωτα επιτυχημένη στην εποχή της, ακριβώς εξαιτίας της χαλαρά συγκολλημένης πολιτικής της κοινότητας, της πολυεπίπεδης δομής συνεργασίας και ανταγωνισμού και της επισφαλούς πολιτισμικής της ενότητας-στη-διαφορά. Ίσως λοιπόν, να είναι ταιριαστό αυτός ο έπαινος της αδυναμίας και η υπεράσπιση της δημοκρατικής αβεβαιότητας να πρέπει να πηγάσει από την Ολλανδία.


[Απόσπασμα από το Dick Pels, “Populism, National Identity and Europe: Populism and National Identity, the Dutch case”. 
Το πλήρες κείμενο στα αγγλικά, προσβάσιμο στο http://gef.eu/fileadmin/user_upload/GEF_GA_Pels_Populism_the_Dutch_Case_02.pdf]                    

3 Ağustos 2014 Pazar

Η μετατροπή του Κοινού σε Μάζα /danger.few!!! Το επίσημο blog των happyfew

Η μετατροπή του Κοινού σε Μάζα


C. W. Mills
(1916-1962)
«Η μετατροπή του κοινού σε μάζα μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα, διότι μας βοηθάει ουσιαστικά να καταλάβουμε τι εστί εξουσιαστική ελίτ. […] Πρέπει να εξετάσουμε τέσσερα σημεία για να κατανοήσουμε τη διαφορά μεταξύ κοινού και μάζας.

1. Πρώτα-πρώτα, την αριθμητική σχέση ανάμεσα σ΄εκείνους που εκφέρουν και σ’ εκείνους που δέχονται απόψεις. Είναι ο πιο απλός τρόπος για να αποτιμήσουμε την κοινωνική σημασία των μμε. Στο μετασχηματισμό αυτής της σχέσης συναντάμε, περισσότερο από κάθε άλλο παράγοντα, το πιο ουσιώδες στοιχείο των προβλημάτων του κοινού και της κοινής γνώμης στην σύγχρονη εξέλιξη της δημοκρατίας. Στο ένα άκρο της κλίμακας του επικοινωνείν έχουμε δυο ανθρώπους που απευθύνονται προσωπικά ο ένας στον άλλον. Στο άλλο άκρο, έχουμε ένα φερέφωνο που μιλάει απρόσωπα μέσα από ένα δίκτυο μέσων επικοινωνίας σε εκατομμύρια ακροατές και θεατές. […]

2. Η δεύτερη διάσταση που πρέπει να μας απασχολήσει, είναι η δυνατότητα απάντησης σε μια άποψη χωρίς να επισύρονται μέτρα καταστολής προερχόμενα από το εσωτερικό ή το εξωτερικό της χώρας. Η τεχνική ολοκλήρωση των μμε δημιουργεί μια αριθμητικά ασθενέστερη σχέση ανάμεσα σ’ εκείνους που μιλούν κι εκείνους που ακούνε, καταργώντας από τους δεύτερους κάθε δυνατότητα να απαντήσουν ελεύθερα. Μπορούν άλλωστε να υπάρχουν σιωπηροί κανόνες γύρω από το εργασιακό καθεστώς και την ανεπίσημη δομή των μμε, μέσα από τους οποίους θα αποφασίζεται ποιος θα μιλήσει, πότε και για πόση ώρα. Οι κανόνες αυτοί μπορεί να τηρούν ή και να μην λαμβάνουν καθόλου υπόψη τους επίσημους κανόνες και το νομικό καθεστώς που διέπει τα μμε. Οριακά, είναι δυνατόν να οδηγηθούμε σε ένα απόλυτο μονοπώλιο της άποψης, την οποία θα εξακοντίζουν καταπάνω σε καθυποταγμένες ομάδες καταλανωτών των μμε, που δεν θα έχουν καμιά δυνατότητα απάντησης, ούτε έστω “κατ’ ιδίαν”. […]

3. Πρέπει επίσης να εξετάσουμε τη σχέση ανάμεσα στη διαμόρφωση των απόψεων και την πραγμάτωσή τους με τη μορφή μιάς κοινωνικής δράσης, την ευκολία με την οποία η κοινή γνώμη μπορεί να επηρεάσει σημαντικές αποφάσεις. Φυσικά, η δυνατότητα που έχουν οι άνθρωποι να βάλουν συλλογικά σε πράξη τις απόψεις τους, περιορίζεται από τη θέση την οποία έχουν μέσα στη δομή της εξουσίας. Αυτή η δομή μπορεί να είναι τέτοια, που να περιστέλλει δραστικά τη δυνατότητά τους να δράσουν∙ ή, πάλι, να είναι τέτοια που να επιτρέπει ή ακόμα και να ευνοεί τη δράση τους. […]

4. Τέλος, πρέπει να δούμε σε ποιο βαθμό η θεσμική εξουσία, με το νομικό καθεστώς της και τα μέσα δράσης που διαθέτει, διεισδύει μέσα στο κοινό. Το πρόλημα εδώ είναι να εξετάσουμε αν υπάρχει δυνατότητα αυθεντικής αυτονομίας του κοινού έναντι της θεσμικής εξουσίας. Στο ένα άκρο, το αυτόνομο κοινό κινείται ελεύθερα χωρίς παρεμβολές από τη θεσμική εξουσία. Στο άλλο άκρο, το κοινό τρομοκρατείται και γίνεται ομοιόμορφο με την διείσδυση ρουφιάνων εντός του και την καλλιέργεια μιας γενικής καχυποψίας. […]


Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΜΕΤΑΞΥ ΚΟΙΝΟΥ ΚΑΙ ΜΑΖΑΣ

Στο κοινό,

α) εκείνοι που εκφράζουν άποψη είναι τόσοι όσοι κι εκείνοι που προσλαμβάνουν∙

β) τα μέσα δημόσιας επικοινωνίας οργανώνονται με τέτοιο τρόπο, ώστε ο καθένας έχει άμεσα και πραγματικά τη δυνατότητα να απαντήσει σε κάθε άποψη που εκφράζεται δημόσια∙

γ) η άποψη που διαμορφώνεται μέσα από μια τέτοια συζήτηση, οδηγεί ανεμπόδιστα σε μια πραγματική δράση, η οποία, εάν αυτό είναι αναγκαίο, μπορεί να κατευθύνεται και εναντίον της κατεστημένης εξουσίας∙

δ) οι θεσμοί εξουσίας δεν διεισδύουν στο κοινό, το οποίο λειτουργεί, επομένως, με περισσότερη αυτονομία έναντι της εξουσίας.

Όταν πληρούνται και οι τέσσερεις αυτές συνθήκες, τότε το πρακτικό μοντέλο μιας κοινότητας κοινών και αυτό το μοντέλο συμβαδίζει στο μέγιστο δυνατό βαθμό με τις θεμελιώδεις αρχές της κλασικής δημοκρατικής θεωρίας.

Απεναντίας, στη μάζα,

α) υπάρχουν πολύ λιγότεροι διαμορφωτές γνώμης από τους δέκτες −στην πραγματικότητα, η κοινότητα κοινών καταντάει ένα αφηρημένο σύμφυρμα ατόμων, που καθηλώνεται μπροστά σε μέσα μαζικής επικοινωνίας∙

β) η διάδοση των απόψεων οργανώνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε είναι πολύ δύσκολο ή και τελείως αδύνατο στο άτομο να απαντήσει άμεσα και πραγματικά σε αυτά που του λένε∙

γ) η μετατροπή της άποψης σε δράση κατευθύνεται από την εξουσία, η οποία την οργανώνει και καναλιζάρει∙

δ) η μάζα δεν έχει καμιά αυτονομία έναντι της θεσμικής εξουσίας∙ απεναντίας, εντεταλμένοι της εξουσίας διεισδύουν στη μάζα περιστέλλοντας κάθε δυνατότητα διαμόρφωσης των απόψεων μέσα από μια ελεύθερη συζήτηση.

ΜΜΕ ΚΑΙ ΜΑΖΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ο πιο εύκολος τρόπος για να διακρίνουμε το κοινό από τη μάζα, είναι να συγκρίνουμε τους κυρίαρχους τρόπους επικοινωνίας που αντιστοιχούν στο καθένα.

Σε μια κοινότητα κοινών, η συζήτηση αποτελεί το πρωταρχικό μέσον επικοινωνίας και τα μμε, αν υπάρχουν, μεριμνούν απλώς και μόνο για τη διεύρυνση και τοζωντάνεμα της συζήτησης, συνδέοντας το κοινό που έθεσε το θέμα με τα άλλα κοινά.

Απεναντίας, σε μια μαζική κοινωνία τα οργανωμένα μέσα επικοινωνίας προωθούν μόνο τον κυρίαρχο τύπο επικοινωνίας και το κοινό μετατρέπεται σε καταναλωτικό κοινό απόψεων, σε αγορά απόψεων, τις οποίες εκπέμπουν οι ειδικοί διαμορφωτές κοινής γνώμης.

Από όποια μεριά κι αν το δούμε λοιπόν, βλέποντας τι εστί κοινό, αντιλαμβανόμαστε ότι σήμερα κινούμαστε ολοταχώς προς τη μαζική κοινωνία. […]

Στη μαζική κοινωνία, τα μμε λένε στο μαζικό άνθρωπο

- ποιος είναι: του δίνουν μια ταυτότητα

- ποιος θέλει να είναι: του δίνουν βλέψεις και στόχους∙

- πώς θα τους πετύχει: του δίνουν μια τεχνική∙ και τέλος

- με ποιον τρόπο θα έχει την εντύπωση ότι πέτυχε ακόμα κι όταν έχει αποτύχει: τον βοηθούν να αποδράσει από την πραγματικότητα.

Το χάσμα ανάμεσα στην ταυτότητα και τις βλέψεις οδηγεί στην τεχνική και/ή στην απόδραση. Αυτή είναι η θεμελιώδης ψυχολογική συνταγή, στην οποία στηρίζονται τα σύγχρονα μμε.

Όμως αυτή η συνταγή δεν υπηρετεί την εξέλιξη του ανθρώπου. Είναι η συνταγή ενός ψεύδο-σύμπαντος, το οποίο εφευρίσκουν και συντηρούν τα συγχρονα μμε.»

Τσαρλς Ράιτ Μιλλς, Power Elite (1956)∙
στα ελληνικά Η αριστοκρατία της εξουσίας στις ΗΠΑ, εκδ. «Αρσενίδης» (1991)


Σημ. τ. H.SΑκόμα ένα «προφητικό» κείμενο για την προπαγάνδα, που, όπως και του Βανς Πάκαρντ, μας έρχεται από την Αμερική του 1956. Στα ελληνικά κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του Η κοινωνιολογική φαντασία (1959) από τις εκδόσεις «Παπαζήση» (1985), Οι χαρτογιακάδες (1951) από τις εκδόσεις «Κάλβος» (χχ).

Στην αυτοβιογραφία του έγραψε: «Με ρωτάς ποιος θα έλεγα πως είμαι. Σου απαντώ: Είμαι ένας Wobbly. Πνευματικά και πολιτικά. Και με αυτό δεν εννοώ τόσο ένα πολιτικό προσανατολισμό όσο ένα συγκεκριμένο πολιτικό ήθος.»

Blog Mutfağınızı Zorlamayın, Misafir Olarak Doyun

Bu yazı, HızlıAdam isimli blogun sahibi Bünyamin Kapıcıoğlu tarafından Blog Hocam için yazılmıştır.

 

Geçen ay BlogHocam için yazdığım, Bloğundan Gelir Elde Edemeyenlerin Güzin Ablası başlıklı makaleden ötürü mail kutuma gelen sorulara yetişemez oldum. Dikkatimi çeken en önemli soru/sorun "Blogların spesifik olamama problemi" 

Blog yazarları özellikle bu konuda destek isteyince kolları sıvadım.

 

hizliadam

 

Buyrun Efendim. Bu Makaleyi Yan Masadan Gönderdiler.


Önceki yazımda belirttiğim gibi: bir konuda uzman görünüme sahip ve konu dışına taşmayan bloglar daha başarılı oluyor. Bunu siz de farketmiş olmalısınız. Sebebi barizdir zaten: Otomobil bloğunda yemek tarifi yayınlamanın gayet amatörce olacağını söylediğimi hatırlıyorum. Sahip olduğunuz bloğun adını "Kişisel Blog" koyarak spesifik olmanın zincirlerini kırmaya çalışmayın. Bu sadece bir şekil kaçış olacaktır. Her ne kadar kişisel blog da olsa çok iyi anladığınız konularda yazıyor olmalısınız. Bir insan herşeyi bilemez. Bildiğini iddea edercesine her telden yazılar yazmaya kalkarsa şüphesiz "samimiyetsiz" imajı çizecektir. (Özür dilerim ama öyle malesef)

 

Yazacabileceğiniz birden fazla alan var ve bu alanlar birbirinden bağımsız ise ne yapmalı?


Her konu için ayrı bir blog mu açmalı? ki buna enerjiniz yetmez. Ya da her telden çalan bir blog mu yazmalı? Bu da profesyonel olmaz. Gelin bu işe bir çözüm üretelim. Dikkat ederseniz; birden fazla konuya hakim olamazsınız demiyorum. Tabiki de onlarca farklı alanda içerik üretme yeteneğiniz ve bilginiz olabilir. Tek derdim mekan ilişkisi. "Taş yerinde ağırdır" der atalarımız. Uygun taş(makale) uygun tarlaya(bloga) gönderilirse nasıl olur sizce? Tarla sahibi olmak şart mı? Değil!


Misafir Blogculuk / Misafir Yazarlık dediğimiz sistem var ve şuan okumakta olduğunuz blog (bloghocam) bu sistemin Türkiye'deki en bilinir temsilcilerinden. Blog sahibi olan Serdar bey, bu sistemi Türkiye'de işler hale getirmek için çok emek sarf etmiş. Sonuç: Gayet başarılı.

 

Peki Siz Misafir Blogculuğa Ne Gözle Bakıyorsunuz?


Tamam; PR değeri için önemli, Tamam; blog ağımız ve arkadaş çevremiz genişliyor. Hımm... başka parmakları göreyim??? Evet. Söylediklerinizin hepsi doğru. Neticede misafir yazarlığın hiçbir zararı olmadığı gibi bir sürü faydası var. Yine de dahasını merak edenler bu sayfadan misafir yazarlığın faydalarını öğrenebilir > Misafir Blogculuk 

 

Durum böyleyken kendi blog konseptinize uymayan yazıları neden misafir olarak göndermeyesiniz ki?

 

Sizin mutfağınız o an yazacağınız konuya uygun değilse zorlamanın anlamı yok. Zaten blog konunuzla alakasız yazıları yayınlarsanız sabit takipçileriniz dahi pek fazla ilgilenmeyecektir yazınızla. Düşünsenize teknoloji bloğunu takip ediyorsunuz, sabah bir göz atayım dediniz. O da ne! "Masa örtüsü dantel örnekleri" başlıklı bir makale var. Okur musunuz? Bırakın okumayı; hayal kırıklığı yaşadığınız için küfretme ihtimalinizi bile görür gibiyim. Google amca desen zaten sevmez her telden çalan blogları. Bu durumda size organik aramalardan pek fazla ziyaretçi göndermeyecektir. Ne oldu peki? Yazmak için aç kurt gibi oturmuş fakat doyurucu sonuçlar alamamış olacaksınız. Bu yüzden bence izlenmesi gereken yol şudur:

 

Misafir Yazarlığı Verimli Kullanmak:

 

- Kendi konseptinize uymayan fakat sizin o konuda kayda değer düşüncelerinizin olduğu yazıları ilgili bloglara gönderin

 

- Takip ettiğiniz bloglara, en iyi üretebileceğiniz alanlardaki blogları da ekleyin, (Bu şekilde yazacağınız her farklı konu için en uygun bloga teklif gönderebilirsiniz)

 

- Sahip olduğunuz blogda misafir ağırlayın. (Karşılıklı çaya gitmek daha samimi ve sağlıklı olur)

 

- Eserlerinizi göndereceğiniz bloglar hakkında seçici olun. (En az sizin bloğunuz kadar kaliteli olmasına dikkat edin. Neticede yayın yaptığınız, misafir olduğunuz blog sizin için referans niteliğindedir)

 

- Misafir olduğunuz blogda yazınıza gelen yorumları takip ederek cevaplayın. (Bu davranış etkileşimi arttırır. x bloğun sabit ziyaretçisi sizin de sabit ziyaretçilerinizden biri olmak isteyebilir)

 

- Misafirlikte fayda yüklü makaleler hazırlayın. Çünkü kimse kendinizi ya da kayda değmez bir anınızı anlatın diye sizi ağırlamak istemez (Ropörtaj ve başarı hikayeleri hariç)

 

- Unutmayın. Her blog yazarı okuruna fayda sağlayacak makaleler yayınlamak ister.

 

- Misafirlikte kurabiyeleri cebinize atmaya çalışmayın. (Sırf ziyaretçiyi kendi bloğunuza çekmek istercesine yazılar yazmayın)

 

Yukarıdaki maddelere dikkat ederek bol bol misafirliğe giderseniz sonuçların herzaman lehinize işleyeceğiniz göreceksiniz. Aynı zamanda misafir olduğunuz bloğun yeni ve özgün bir makaleyi google'a indexletmesini sağlamış olacaksınız. Yani sizi ağırlayan blog yazarı da bu durumdan maximum fayda sağlamış olacaktır. Bu şekilde bloğunuz çöplüğe dönmemiş olur. Başkalarına fayda sağlamış, blog dayanışmasını desteklemiş ve sonuçlarından siz de kârlı çıkmış olursunuz. Üstelik bloğunuz spesifik olma özelliğini korurken yazılarınızı tam da hedef kitleye okutmuş olursunuz. İyi Bloglar...

 

Yazar Hakkında: Annemin anlattıkları ve benim hatırladıklarıma göre 5 yaşımdayken gazetedeki araba resimlerini makasla kesip biriktirirmişim. Bozuk para saymayı da yine 5-6 yaşımda öğrenmişim. Bu durum dedemin çok hoşuna gittiği için bana saydırmak üzere bozuk para biriktirmeye başlamış. Çelik kasadan bihaber olan ben, sahip olduğum bozuk paraları muhafaza edebilmek için konserve kutusuna benzeyen kumbaralardan almışım. 7 yaşımda ise oynamadığım oyuncaklarımı mahallede satarak ticarete başlamışım. O gün bugündür ticareti ve para kazanmayı severim. Gelirinizi arttıracak ve iş hayatınızda hızınıza hız katacak makaleler okumak isterseniz benim bloğuma da beklerim.

www.HizliAdam.com

2 Ağustos 2014 Cumartesi

Η επινόηση του έρωτα, Πέτρος Θεοδωρίδης/ ENEKEN PERIODIKO Eπιθεώρηση Πολιτισμού




Όταν ρωτούν τον Γούντυ Άλεν στην ταινία Ο Υπναράς (Sleeper, 1973) έχοντας διαγράψει πολιτική, θρησκεία και επιστήμη, διακηρύσσει: «Πιστεύω στο σεξ και στο θάνατο, δύο εμπειρίες που έχουμε μια φορά στη ζωή μας».1 Ο Άλεν μας υποδεικνύει, όπως άλλωστε παλιότερα και ο Φρόυντ, πως η σεξουαλικότητα είναι θέμα εξαιρετικά σοβαρό, κάτι που επιβεβαιώνει και ο ήρωας του μυθιστορήματος του Philip Roth Το ανθρώπινο στίγμα, ο εβδομηνταπεντάρης κοσμήτορας Σιλκ, όταν λέει: «Παίρνω βιάγκρα, Νέιθαν. Όλη αυτή την ταραχή, όλη αυτή την ευτυχία την οφείλω στο βιάγκρα (...). Χωρίς το βιάγκρα θα είχα την αξιοπρέπεια ενός ηλικιωμένου κύριου, απαλλαγμένου από την επιθυμία, ο οποίος θα συμπεριφερόταν ευπρεπώς. (...) Χάρη στο βιάγκρα, αρχίζω να καταλαβαίνω τις ερωτικές μεταμορφώσεις του Δία. Έτσι θα έπρεπε να το ονομάσουν, Δία, κι όχι Βιάγκρα».2 
   Υπάρχουν όρια στη σεξουαλική απόλαυση; Ο Φρόυντ στο περίφημο έργο του, Τρεις Μελέτες για τη θεωρία της σεξουαλικότητας,3 που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1905, προσπάθησε να αποδείξει πως τα σεξουαλικά γνωρίσματα που συνδέονται με τις διαστροφές, είναι ιδιότητες κοινές στη σεξουαλικότητα του καθένα και ότι, σε καμία περίπτωση δεν περιορίζονται σε μικρές κατηγορίες διεστραμμένων ατόμων. Κατά συνέπεια, καταλήγει ο Φρόυντ, είναι «αθέμιτο να χρησιμοποιούμε την καθ’ έξιν διαστροφή ως μομφή» και «θα θυμίσουμε πόσο κοντά βρίσκεται η διευρυμένη σεξουαλικότητα με τον “έρωτα” του θεσπέσιου Πλάτωνα».4 
   Αλήθεια, ποιος θυμάται σήμερα τον Reich; Ο Willhem Reich θεωρούσε τη σεξουαλικότητα ως βασική πηγή ευτυχίας, καθώς κάποιος που έχει «μια αίσθηση ότι ζει τη ζωή», έχει και μια αυτονομία, που προέρχεται από την καλλιέργεια των δυνατοτήτων του εαυτού του. Η ανθρώπινη δυστυχία «προέρχεται από τη θωράκιση του χαρακτήρα» καθώς, για τον Reich, ο χαρακτήρας είναι ένα προστατευτικό μόρφωμα, μια πανοπλία. Η θωράκιση του Eγώ προσλαμβάνει το περιεχόμενό της μέσω της ταύτισης με μια πραγματικότητα της ματαίωσης. Η επιθετικότητα, η οποία προκαλείται από τις ματαιώσεις, παράγει άγχος που στρέφεται κατά του εαυτού, μπλοκάροντας την κινητήρια έκφραση των ενεργειών ενός ατόμου, οι οποίες γίνονται αναστολές. Έτσι, σε πολλούς ανθρώπους, η ικανότητα για αυθόρμητη ευχαρίστηση —η οποία έχει τις ρίζες της στη σεξουαλική ηδονή— έχει διαστρεβλωθεί από το σαδισμό, την απληστία και τον εγωκεντρισμό. Ο χαρακτήρας —πανοπλία—, αποτελεί ένα δείκτη ανειλικρίνειας, ο οποίος όμως μπορεί να αλλάξει κατά τρόπο που θα παράγει ευτυχία. Η νευρωσική ισορροπία μπορεί να διασπαστεί με την απελευθέρωση της λίμπιντο από προγενετήσιες καθηλώσεις. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας ενεργοποιείται εκ νέου το βρεφικό γενετήσιο άγχος αλλά ως μέσο αναθεμελίωσης της «ικανότητας για οργασμό», που χάθηκε, ως αποτέλεσμα της διαστρεβλωμένης ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης.5 
Για τη σημασία της σεξουαλικότητας

   Η ανισότητα άνδρα και γυναίκας αποτελούσε εγγενές χαρακτηριστικό της παραδοσιακής οικογένειας. Για χιλιάδες χρόνια η έννοια της θηλυκότητας, ως χαρακτηριστικό της γυναικείας ταυτότητας, προερχόταν και προσδιοριζόταν από τους άνδρες. Θηλυκό θεωρείτο ό, τι ήταν ντροπαλό, δεκτικό, υποταγμένο. Φυσικά, η ανισότητα ανδρών γυναικών επεκτεινόταν και στη σεξουαλική ζωή. Σε όλη σχεδόν τη διάρκεια της ιστορίας, οι άνδρες χρησιμοποιούσαν ευρέως ερωμένες, εταίρες και πόρνες. Οι άνδρες ωστόσο ήθελαν να εξασφαλίσουν ότι οι γυναίκες τους θα ήταν οι μητέρες των παιδιών τους. Γι’ αυτό, τα αξιοσέβαστα κορίτσια, επαινούνταν για την παρθενία τους και οι γυναίκες για την πίστη και τη σταθερότητά τους.
   Η «φυσική» και αυτονόητη αντίληψη της ανισότητας, που χαρακτήριζε την παραδοσιακή κοινωνία, έφθανε και στον ίδιο τον πυρήνα των σχέσεων: την σεξουαλικότητα ή, ας το πούμε έτσι, το δικαίωμα στην απόλαυση, την ηδονή. Στη θεμελιώδη ανισότητα της παραδοσιακής κοινωνίας δεν ήταν νοητή η απόλαυση αυτού που έχει κατώτερη κοινωνική θέση, δηλαδή της γυναίκας ή του δούλου. Η θεμελιακή ανισότητα στη σχέση των δύο φύλων επισημαίνεται και από το μεγάλο μελετητή της σεξουαλικότητας, τον Μισέλ Φουκό με αφορμή τον αμφιλεγόμενο ομοφυλόφιλο Έρωτα στην αρχαιότητα: «Η ελληνική ηθική της ηδονής», λέει ο Φουκό,« ήταν συνδεδεμένη με μια ανδρική κοινωνία, με τη δισυμμετρία, με τον αποκλεισμό του άλλου, με μια ιδεοληψία με την εισχώρηση»6, γιατί, σύμφωνα με τον Φουκό: «Στις σεξουαλικές σχέσεις, μπορείτε να εισχωρήσετε στους άλλους ή αυτοί να εισχωρήσουν σε σας»7 και «η (αρχαία) ελληνική ηθική ήταν συνδεδεμένη με μια καθαρά ανδρική κοινωνία με δούλους, όπου οι γυναίκες ήταν καταδυναστευόμενοι άνθρωποι, των οποίων η ηδονή δεν είχε σημασία (...). Μια γυναίκα, ένας δούλος μπορούσαν να είναι παθητικοί: αυτή ήταν η φύση τους, η (κοινωνική) θέση τους».8
   Η ανάπτυξη των οικογενειών στο ρόλο των «τριχοειδών» επεκτάσεων του κοινωνικού συστήματος έλεγχου, στη νεωτερικότητα, που περιέγραψε λεπτομερώς ο Μισέλ Φουκό, απαιτούσε μια εμπεριστατωμένη νομοθετική προσπάθεια, συντονισμένη κοινωνική δράση και έντονη προπαγάνδα νέων προτύπων. Ένας από τους πολλούς παράγοντες της γενικής αναδιοργάνωσης ήταν ο επαναπροσδιορισμός τής θέσης του παιδιού. Ένας άλλος συνυφασμένος με τον πρώτο ήταν ο επαναπροσδιορισμός του σεξ και των σεξουαλικών πρακτικών.
   Έτσι σε αντίθεση με την παραδοσιακή οικογένεια, τη νεωτερική οικογένεια την χαρακτηρίζει το κλείσιμο στην οικογενειακή εστία, η περίφραξη της κατοικίας, το πλέξιμο ενός πυκνού δικτύου έντονων και συναισθηματικά διαποτισμένων και αμοιβαίων προσκολλήσεων στους γονείς και στα αδέλφια και η ανύψωσή της στη θέση έλεγχου της εκπαίδευσης του παιδιού.
   Κύρια λειτουργία της νεωτερικής οικογένειας έγινε η κοινωνικοποίηση των παιδιών και, παράλληλα, όπως έλεγε ο Τάλκοτ Πάρσονς, η «σταθεροποίηση της προσωπικότητας των ενηλίκων».9 Μέσα στην οικογένεια, οι γονείς έπρεπε να βρουν καταφύγιο από τις αντιξοότητες και πιέσεις της «έξω ζωής». Ο καταμερισμός εργασίας που επικράτησε μέσα στους κόλπους της οικογένειας ανάμεσα στα δύο φύλα, αναπαρήγαγε πιστά την κοινωνική αντίθεση ανάμεσα στην προσωπική ζωή και στον κόσμο της εργασίας και διευκόλυνε και εξυπηρέτησε τη λειτουργία της οικογενειακής μονάδας, ως καταφύγιου από τη σκληρότητα του βιομηχανικού καπιταλισμού. Οι γυναίκες ταυτίσθηκαν με τη συναισθηματική ζωή και την ψυχική ισορροπία της οικογένειας, οι άντρες με τον αγώνα για την οικονομική της επιβίωση και ευημερία. Τα καθήκοντα της συζύγου μητέρας, εκτός από την πρακτική φροντίδα του νοικοκυριού και των παιδιών, επεκτάθηκαν και στη διαφύλαξη συναισθημάτων οικειότητας: αγάπη, συμπαράσταση, συντροφικότητα. Αντίθετα, ο άντρας επωμίσθηκε το ρόλο του βιοπαλαιστή και ταυτόχρονα του προστάτη της γυναίκας από τον «έξω κόσμο».
   Ο νεωτερικός ρόλος της γυναίκας «φυσικοποιήθηκε». Η «φυσική γυναίκα» είναι μια επινόηση του 18ου και 19ου αιώνα. Στη νεωτερική κοινωνία, στην οποία διατυπώθηκαν τα ίσα δικαιώματα για όλους τους ανθρώπους, οι γυναίκες κατέχουν τη θέση του ξένου, του εξωτικού. Το θηλυκό εμφανίζεται ως το αντίθετο του πολιτισμού. Την ίδια στιγμή που το αρσενικό υποκείμενο συγκροτείται ως κυρίαρχο, αυτόνομο άτομο, το οποίο οριοθετεί τον εαυτό του απέναντι στη φύση και τις αισθήσεις, οι γυναίκες ξαναρίχνονται στη φύση. Για αυτήν τη φυσικοποίηση του ρόλου της γυναίκας, κινητοποιήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα των επιστημών του ανθρώπου, οι οποίες βρίσκονταν τότε στο ξεκίνημα τους. Έτσι, ο Γάλλος Διαφωτιστής Ντιντερό έγραφε: «Οι γυναίκες βρίσκονται σε μια επιδημική κατάσταση αγριότητας (...). Εξωτερικά είναι πολιτισμένες όπως κι εμείς, αλλά εσωτερικά έχουν παραμείνει αληθινά άγριες (...) έχουν διατηρήσει σ Χόλη τους τη φυσική δύναμη, την ιδιοτελή αγάπη και τον εγωισμό».10 
   Όπως μας δείχνει το έργο του Φίλιπ Αριές Αιώνες παιδικής ηλικίας11, έως τον 16ο αιώνα περίπου τα παιδιά αντιμετωπίζονταν στην Ευρώπη ως «ενήλικες μικρότερου μεγέθους»: δηλαδή θεωρούνταν ότι διέφεραν από τους υπόλοιπους ανθρώπους, απλώς και μόνον επειδή είχαν αδύναμους μυς και πνεύμα. Δεν υπήρχαν ξεχωριστού είδους κάμαρες η ξεχωριστά υπνοδωμάτια των γονέων, η ζωή των ενηλίκων δεν είχε μυστικά για τα παιδιά, δεν υπήρχαν πολιτισμικά αναγνωρισμένες ενδυματολογικές διαφορές που να οριοθετούν μια ειδική κατάσταση της παιδικής ηλικίας, τα παιδιά φορούσαν ρούχα που δεν έκαναν πια στα μεγαλύτερα αδέλφια τους ή που δεν φορούσαν πια άλλοι συγγενείς τους.12 Όλα αυτά αλλάζουν στην αυγή του 17ου αιώνα αρχικά στα ανώτερα στρώματα και βαθμιαία στα χαμηλότερα. Μια ξεχωριστή διαγωγή και ειδικές δραστηριότητες επινοήθηκαν για τα παιδιά, και τμήματα των οικογενειακών χώρων διατηρήθηκαν αποκλειστικά για τις δραστηριότητες των ενηλίκων και χαρακτηρίσθηκαν απαγορευμένοι χώροι για τα παιδιά κάτω από μια ορισμένη ηλικία. Για να σημανθεί και συμβολικά η αλλαγή αυτή, τα ενδύματα των παιδιών σχεδιάζονταν πια έτσι ώστε να τονίζεται η κατώτερη, «ατελής» κατάστασή τους —μέσω μιας μίμησης: αρχικά των ενδυμάτων που φορούσαν οι κατώτερες τάξεις ή, στην περίπτωση των αγοριών, των γυναικείων φορεμάτων.13 
   Σύμφωνα με τον Φίλιπ Αριές, η αλλαγή στην αντιμετώπιση και τη μεταχείριση των παιδιών συνέπεσε με την ανακάλυψη του παιδιού ως ενός πλάσματος με ξεχωριστά δικά του χαρακτηριστικά και ιδιαίτερες ιδιότητες. Το παιδί πια αντιμετωπιζόταν ως εύθραυστο πλάσμα που απαιτούσε μεν διαρκή και στενή επίβλεψη και παρέμβαση: ένα αθώο πλάσμα, αλλά ακριβώς λόγω της αθωότητάς του, απειλούμενο συνεχώς ότι θα «χαλάσει», ανήμπορο να αποσοβήσει και να πολεμήσει από μόνο του τους κινδύνους. Το παιδί χρειαζόταν την καθοδήγηση και τον έλεγχο του ενήλικα: μια μελετημένη, προσεκτικά σχεδιασμένη επιτήρηση, υπολογισμένη ώστε να αναπτύξει τη λογική του παιδιού, ως ένα είδος φρουράς, που ο κόσμος των ενήλικων άφηνε στο εσωτερικό της προσωπικότητας του παιδιού.14 
   Η νεωτερική σημασία της έννοιας της «επιτήρησης» του παιδιού χρωματίσθηκε και διαδραματίσθηκε έντεχνα, από τον πανικό που προκλήθηκε σχετικά με τη ροπή των παιδιών προς τον αυνανισμό, που ειδώθηκε ως ένας κίνδυνος ανεπανόρθωτα ολέθριας δυναμικής. Ήταν καθήκον των γονέων αλλά και των δασκάλων να υπερασπιστούν τα παιδιά ενάντια στον κίνδυνο αυτό, να εντοπίσουν την παρουσία του σε κάθε αλλαγή της διαγωγής, κάθε χειρονομία και κάθε γκριμάτσα, να υποταχθεί συνολικά η τάξη της ζωής των παιδιών στην ανάγκη να καταστεί ανέφικτη αυτή η νοσηρή πράξη. Γονείς και δάσκαλοι ήταν σε εγρήγορση και είχαν την υποψία ότι όλα τα παιδιά ήταν ένοχα. Η προσέγγιση στην σεξουαλικότητα αναπτυσσόταν μέσω της εξέτασης και της επίμονης παρατήρησης. Έτσι —και μέσω της ανάγκης επιτήρησης του παιδιού— οι νεωτερικές κοινωνίες οδηγούνται σε έναν επαναπροσδιορισμό της σεξουαλικότητας...

Απόσπασμα από το βιβλίο του Πέτρου Θεοδωρίδη, Η απατηλή υπόσχεση της αγάπης, εκδόσεις ΕΝΕΚΕΝ