αγαπη etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster
αγαπη etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster

24 Temmuz 2014 Perşembe

Zygmunt Bauman, Περί αγάπης (απόσπασμα από το νέο του βιβλίο “Πλούτος και κοινωνική ανισότητα”)ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ: Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ "ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ"

Zygmunt Bauman, Περί αγάπης (απόσπασμα από το νέο του βιβλίο “Πλούτος και κοινωνική ανισότητα”)

Γράψτε ένα σχόλιο
bauman_cover
Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Z. Bauman,  Πλούτος και ανισότητα: Μας ωφελεί όλους ο πλούτος των ολίγων;  (εκδόσεις Οκτώ). Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί. Μην το χάσετε! [Σε αγκύλες παρατίθενται οι αντίστοιχες σελίδες του βιβλίου]
[σελ. 64] (…) Τα ηλεκτρονικά γκάτζετ δεν προσφέρουν απλώς αγάπη: είναι σχεδιασμένα για να αγαπιούνται όπως όλα τα άλλα  αντικείμενα αγάπης, που όμως σπάνια το επιτρέπουν. Τα ηλεκτρονικά γκάτζετ είναι τα πιο ωφέλιμα αντικείμενα της αγάπης ∙ θέτουν τα κριτήρια και τα πρότυπα τόσο για την είσοδο στις ερωτικές σχέσεις όσο και για την έξοδο από αυτές, κριτήρια και πρότυπα που αν όλα τα άλλα αντικείμενα αγάπης, ηλεκτρονικά ή σάρκινα, έμβια ή μη, τα αγνοήσουν, τότε κινδυνεύουν να κριθούν ακατάλληλα και να απορριφθούν.
Σε αντίθεση με την περίπτωση των ηλεκτρονικών γκάτζετ, ωστόσο, η αγάπη ενός ανθρώπου για έναν άνθρωπο σημαίνει δέσμευση, αποδοχή ρίσκων, προθυμία για αυτοθυσία ∙ σημαίνει να επιλέγει κανείς μια αβέβαιη και αχαρτογράφητη, δύσκολη και ανώμαλη διαδρομή, ελπίζοντας -και όντας αποφασισμένος- να μοιραστεί τη ζωή του με έναν άλλο άνθρωπο. Ανεξάρτητα από το αν η αγάπη θα συνυπάρξει με την ανέφελη ευτυχία, δύσκολα πάντως συνυπάρχει με την άνεση και την ευκολία: ποτέ μην την προσδοκάτε με αυτοπεποίθηση, πόσο μάλλον με βεβαιότητα… Απεναντίας, η αγάπη απαιτεί [σελ. 65] την απόλυτη αξιοποίηση των δεξιοτήτων και της βούλησης μας, ενώ ακόμα και τότε προμηνύει την πιθανότητα της ήττας, την αποκάλυψη της ανεπάρκειας μας και τη διάλυση της αυτοεκτίμησης μας. Το αποστειρωμένο, λειασμένο, δίχως αγκάθια και ρίσκα ηλεκτρονικό προϊόν δεν προσφέρει αγάπη: προσφέρει ασφάλεια ενάντια στη “βρομιά”, την οποία, όπως ορθά παρατηρεί ο Φράνζεν, “η αγάπη αναπόφευκτα ρίχνει πάνω στον φοβισμένο αυτοσεβασμό μας”. Η ηλεκτρονικά κατασκευασμένη εκδοχή της αγάπης δεν αφορά, σε τελική ανάλυση, την αγάπη: τα προϊόντα της καταναλωτικής τεχνολογίας αιχμαλωτίζουν τους πελάτες τους με δόλωμα την ικανοποίηση του ναρκισσισμού τους. (….)
(…)Η αγάπη είναι, ή απειλεί να είναι, να αντίδοτο στον ναρκισσισμό. Είναι επίσης το βασικό “καρφί”, αφού ξεμπροστιάζει τις ψευδείς προφάσεις μας πάνω στις οποίες προσπαθούμε να τοποθετήσουμε την αυτοεκτίμηση μας, ενόσω αποφεύγουμε όσο μπορούμε να τη δοκιμάσουμε στο πεδίο της δράσης. Η ηλεκτρονικά αποστειρω-[σελ.66]μένη και απολυμασμένη, επίπλαστη εκδοχή της αγάπης προσφέρει ουσιαστικά ένα αντιστάθμισμα ώστε να προστατευτεί η αυτοεκτίμηση από τους κινδύνους για τους οποίους φημίζεται το αυθεντικό πράγμα. (…)
10343026_739576052768506_1545031586054317121_n
Φράση από τη σελ. 75 του βιβλίου
Δείτε και:

9 Haziran 2014 Pazartesi

Σ' αγαπώ : Απο το Ρόλαν Μπαρτ: αποσπασματα του Ερωτικού Λόγου



Ρολάν Μπαρτ
Αποσπάσματα του Ερωτικού Λόγου


πηγή:http://www.translatum.gr/books/lover-barthes.htm:




Σ' αγαπώ
Σ' αγαπώ. Το σχήμα δεν αναφέρεται στην ερωτική δήλωση, στην ομολογία, άλλα στην επαναλαμβανόμενη προφορά της ερωτικής κραυγής.
Σαν περάσει ή πρώτη ομολογία, "σ' αγαπώ" δε θα πει πια τίποτε. Είναι, απλώς, μια επανάληψη του παλαιού μηνύματος (που ίσως μάλιστα να μη διοχετεύτηκε μέσα από τις λέξεις αυτές), πού γίνεται μ' έναν τρόπο αινιγματικό γιατί φαντάζει τόσο κενός! Επαναλαμβάνω το μήνυμα ασχέτως καταλληλότητας των συνθηκών.


Έτσι, το μήνυμα βγαίνει από την κοίτη της γλώσσας, εκτροχιάζεται, και τραβάει πού;


Δε θα μπορούσα να αναλύσω την έκφραση αυτή και να μη γελάσω. Πώς! Έχουμε, λοιπόν, από τη μια μεριά το "εγώ", από την άλλη το "εσύ", και στη μέση ένα λογικό (εφόσον λεκτικό) δεσμό αγάπης; Ποιος δεν καταλαβαίνει ότι μια τέτοια ανάλυση, πού συμφωνεί ωστόσο με τη γλωσσολογική θεωρία, θα παραμόρφωνε αυτό πού εκστομίζεται με μια και μόνη κίνηση; Το αγαπώ δεν απαρέμφατο (κι αν σχηματίζει τούτο οφείλεται μόνο μεταγλωσσικό τέχνημα): υποκείμενο και αντικείμενο συναρμόζονται μέσα στη λέξη τη στιγμή πού την προφέρουμε.



Το σ' αγαπώ πρέπει να εννοηθεί (και εδώ: διαβαστεί) σαν να ήταν, π.χ., η ουγγαρέζικη έκφραση πού δηλώνει μονολεκτικά: szeretlek. Στην περίπτωση αυτή ή γαλλική γλώσσα, αποποιούμενη την ωραία της αρετή πού λέγεται αναλυτικότητα, θα γινόταν μια γλώσσα συγκολλητική (γιατί περί συγκολλήσεως, ακριβώς, πρόκειται). Το συγκρότημα αυτό καταρρέει με την παραμικρή συντακτική αλλοίωση. Κείται, σαν να λέμε, εκτός συντακτικού και δεν προσφέρεται σε κανένα δομικό μετασχηματισμό. Δεν ισοδυναμεί διόλου με τα υποκατάστατα του, πού ο συνδυασμός τους, ωστόσο, θα μπορούσε να παραγάγει το ίδιο νόημα. Είναι δυνατόν, μέρες ολόκληρες, να λέω σ' αγαπώ, χωρίς ποτέ ίσως να μπορώ να περάσω στο "τον αγαπώ": αρνούμαι να υποτάξω τον άλλον σε μια σύνταξη, σε μια κατηγορηματική διατύπωση, σε μια γλώσσα (μόνη προϋπόθεση του σ' αγαπώ είναι η απεύθυνσή του, ή επαύξησή του μ' ένα κύριο όνομα: Αριάδνη, σ' αγαπώ, λέει ο Διόνυσος).


2. Το σ' αγαπώ δεν έχει χρήσεις. Ή λέξη αυτή, όπως και οι λέξεις πού προφέρει το παιδί, δεν υπόκειται σε κανένα κοινωνικό καταναγκασμό. Μπορεί να είναι μια λέξη θεσπέσια, επίσημη, ανάλαφρη· μπορεί όμως να είναι και μια λέξη ερωτική, πορνογραφική. Από κοινωνική άποψη πρόκειται για μια λέξη-μπαλαντέρ.




Το σ' αγαπώ δεν έχει αποχρώσεις. Καταργεί τις εξηγήσεις, τις διευθετήσεις, τις βαθμίδες, τις λεπτολογίες. Κατά κάποιον τρόπο - άμετρο παράδοξο της γλώσσας -λέγοντας σ' αγαπώ είναι σαν να παραδέχομαι ότι δεν υπάρχει κανένα θέατρο της ομιλίας, και ότι η λέξη αυτή είναι πάντα αληθής (δεν έχει άλλο αναφερόμενο από την προφορά της: είναι ένας τελεστικός γλωσσότυπος).
Το σ' αγαπώ δεν έχει πέραν. Είναι ή λέξη της δυάδας (μητρικής, ερωτικής)· μέσα της, καμιά απόσταση, καμιά παραμόρφωση δεν έρχεται να χαράξει το σημείο- δεν είναι μεταφορά κανενός πράγματος.



Το σ' αγαπώ δεν είναι φράση: δε μεταβιβάζει ένα νόημα, αλλά αγκιστρώνεται σε μια οριακή κατάσταση: "αυτήν όπου το υποκείμενο αιωρείται σε μια σχέση αντικατοπτρισμού με τον άλλο". Είναι μια ολόφραση.
(Μόλο πού λέγεται δισεκατομμύρια φορές, το σ' αγαπώ κείται εκτός λεξικού· είναι ένα σχήμα λύγου πού ο ορισμός του δεν μπορεί να υπερβεί την απλή τιτλοφόρηση.)



...............................................


8. - Κι αν το σ' αγαπώ δεν το ερμήνευα; "Αν δεν έβλεπα την προφορά ως σύμπτωμα;
- Κακό δικό σας: δεν τονίσατε εκατό φορές το αφόρητο της ερωτικής δυστυχίας, την ανάγκη να ξεφύγεις απ' αυτήν; "Αν γυρεύετε τη "γιατρειά", πρέπει να πιστεύετε στα συμπτώματα και ως ένα απ' αυτά να θεωρήσετε και το σ' αγαπώ. Πρέπει να ερμηνεύετε, πάει να πει, στο τέλος-τέλος, να υποτιμάτε.
- Τι να σκεφτούμε, τελικά, για το βάσανο; Πώς να το συλλογιστούμε, να το αξιολογήσουμε; Το βάσανο ανήκει αναγκαστικά στην περιοχή του κακού; Το ερωτικό βάσανο δεν επιδέχεται, άραγε, παρά μόνο μια αντενεργό υποτιμητική (πρέπει να υποταχθώ στην απαγόρευση) αντιμετώπιση; Μπορούμε, αντιστρέφοντας την αξιολόγηση, να φανταστούμε μια τραγική αντίληψη του ερωτικού βασάνου, μια τραγική κατάφαση του σ' αγαπώ; Κι αν τοποθετούσαμε (επανατοποθετούσαμε) την (ερωτική) αγάπη στον αστερισμό του Δραστικού;



9. Έτσι, προκύπτει μια νέα άποψη για το σ' αγαπώ. Το σ' αγαπώ δεν είναι σύμπτωμα, είναι δράση. Προφέρω για να απαντήσεις - και η υπερακριβής μορφή (το γράμμα) της απάντησης θα αποκτήσει μια πρακτική αξία, σαν να πρόκειται για ένα φραστικό τύπο. Δεν αρκεί, λοιπόν, να μου αποκριθεί ο άλλος με ένα απλό, έστω και θετικό ("κι εγώ") σημαινόμενο: το εγκαλούμενο υποκείμενο πρέπει να δεχτεί να διατυπώσει, να προφέρει το σ' αγαπώ πού του απευθύνω: Σ' αγαπώ, λέει ο Πελλέας. - Κι εγώ σ' αγαπώ, λέει η Μελισσάνθη. Ή επιτακτική παράκληση του Πελλέα (μπορούμε να υποθέσουμε ότι ή απάντηση της Μελισσάνθης υπήρξε ακριβώς αυτή πού περίμενε, πράγμα πιθανό γιατί αμέσως μετά πεθαίνει) εκκινεί από την ανάγκη πού νιώθει το ερωτευμένο υποκείμενο, όχι μόνο να το αγαπούν ανταποδοτικά, να το γνωρίζει, να είναι βέβαιο γι' αυτό, κτλ. (όλες αυτές οι λειτουργίες δεν υπερβαίνουν το επίπεδο του σημαινόμενου), αλλά και ν' ακούει να τον το λένε μ' έναν τρόπο εξίσου καταφατικό, πλήρη και αρθρωμένο με το δικό του: αυτό πού θέλω είναι να δεχτώ στα ίσια, ολοκληρωτικά, κατά γράμμα, χωρίς διαφυγές, το φραστικό τύπο, το αρχέτυπο του ερωτόλογου: δεν υπάρχει συντακτική διαφυγή, ούτε παραλλαγή - οι δύο λέξεις συνεκφέρονται, συμπίπτοντας σημαίνον προς σημαίνον (το κι εγώ θα ήταν ή τέλεια αντίθεση της ολόφρασης). Αυτό πού έχει σημασία είναι ή φυσική, σωματική, χειλική προφορά της λέξης: άνοιξε τα χείλη σου κι άσ' την να βγει (γίνου αισχρός). Αυτό πού τρελά επιζητώ είναι ν' αποκτήσω τη λέξη - τη μαγική, τη μυθική; Το Τέρας - μαγεμένο, πλην δέσμιο της ασχήμιας του -αγαπά την 'Ωραία. Ή Ωραία, προφανώς, δεν αγαπά το Τέρας, αλλά, τελικά, νικημένη (δεν έχει σημασία από τι· ς πούμε: από τις συνομιλίες πού έχει με το Τέρας), του απευθύνει τη μαγική λέξη: "Σας αγαπώ, Τέρας". Αμέσως, μέσα από την εξαίσια σχισμή ενός αρπισμού, εμφανίζεται ένα νέο υποκείμενο. Ή ιστορία αυτή, θα πείτε, είναι αρχαϊκή... Ορίστε, λοιπόν, μια άλλη: κάποιος υποφέρει επειδή τον παράτησε ή γυναίκα του. θέλει να τη δει να γυρίζει, θέλει - συγκεκριμένα -, να του πει σ' αγαπώ, τρέχει κυνηγώντας τη λέξη. Τελικά, εκείνη του το λέει κι αυτός πεθαίνει. Πρόκειται για μια κινηματογραφική ταινία του 1975. Και να πάλι ο μύθος: ο Ιπτάμενος Ολλανδός περιπλανιέται, αναζητώντας τη λέξη· αν την αποκτήσει (μέσω όρκου πίστεως), θα πάψει να τριγυρνά (αυτό πού ενδιαφέρει το μύθο δεν είναι η εμπειρία της πίστης, είναι η προφορά, το άσμα της).
10. Μοναδικό συναπάντημα (στο επίπεδο της γερμανικής γλώσσας): μέσα σε μια και την αυτή λέξη (Bejahung) δύο καταφάσεις: η μία, πού την επισημαίνει ή ψυχανάλυση, γίνεται αντικείμενο μείωσης (η πρώτη κατάφαση του παιδιού πρέπει να γίνει αντικείμενο άρνησης για να υπάρξει προσπέλαση του υποσυνειδήτου)· η άλλη, που τη διατύπωσε ο Νίτσε, είναι τρόπος της βούλησης για δύναμη (τίποτε το ψυχολογικό, κι ακόμα λιγότερο, το κοινωνικό), παραγωγή της διαφοράς· το ναι αυτής της κατάφασης αποβαίνει αθώο (προσαρτά το αντενεργό στοιχείο): είναι το αμήν......




ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΡΟΛΑΝΤ ΜΠΑΡΤ εδώ:













''lΆτοπος είναι ο Άλλος που αγαπώ και που με ελκύει. Αδυνατώ να Τον κατατάξω επειδή είναι ακριβώς ο Μοναδικός, η ξεχωριστή Εικόνα που ήρθε, ως εκ θαύματος, να ανταποκριθεί στον ειδικό χαρακτήρα του Πόθου μου. Είναι το σχήμα της αλήθειας μου. Δεν μπορεί να αιχμαλωτιστεί μέσα σε κανένα στερεότυπο (που είναι η αλήθεια των άλλων).Συλλαμβάνω την ατοπία του Άλλου στο πρόσωπό Του κάθε φορά που διαβάζω εκεί πάνω την αθωότητα Του, τη μεγάλη αθωότητα Του: Δεν ξέρει τίποτα για το κακό που μου κάνει - ή για να το πω με λιγότερη έμφασηγια το κακό που μου χαρίζει ....(σελ. 49)



Η ερωτική καταστροφή συγγενεύει, ίσως μ'αυτό που στο ψυχωτικό πεδίο ονομάστηκε ακραία κατάσταση και είναι μια "κατάσταση που βιώνεται από το υποκείμενο ως αναπόδραστος παράγοντας του αφανισμού του" .(Μπρούνο Μπετελχάιμ, το Κενό Φρούριο)


Πρόβαλα τον εαυτό μου στον Άλλον με τόση δύναμη, ώστε όταν Εκείνος λείπει, δεν μπορώ να συγκεντρωθώ, να ξαναβρώ τον εαυτό μου :Χάθηκα για πάντα. (σελ. 65)

1 Haziran 2014 Pazar

Περί αγάπης /Συνέντευξη του Jacques-Alain Miller /∞ Α π ε ι ρ 8

Περί αγάπης








Συνέντευξη του Jacques-Alain Miller

στο γαλλικό περιοδικό Psychologies Magazine, οκτώβριος 2008, νο 278

Τη συνέντευξη πήρε η Hanna Waar



Περιοδικό : Η ψυχανάλυση μάς διδάσκει κάτι σχετικά με την αγάπη;



J.-A. Miller : Πολλά πράγματα. Γιατί πρόκειται για μια εμπειρία της οποίας ο μοχλός είναι η αγάπη. Πρόκειται γι’αυτήν την αυτόματη αγάπη, που τις περισσότερες φορές είναι ασυνείδητη που ο αναλυόμενος νοιώθει για τον αναλυτή του και η οποία ονομάζεται μεταβίβαση. Είναι μία πλαστή αγάπη αλλά έχει την ίδια στόφα με την αληθινή αγάπη. Φέρνει στην επιφάνεια το μηχανισμό της: η αγάπη απευθύνεται σε αυτόν που νομίζετε ότι ξέρει την αληθινή σας αλήθεια. Αλλά η αγάπη μάς επιτρέπει να φανταστούμε ότι αυτή η αλήθεια είναι αγαπητή, ευχάριστη ενώ στην πραγματικότητα είναι δύσκολο να την υποφέρει κανείς.

Π. : Τότε τι σημαίνει ν’αγαπάει κανείς αληθινά;

JAM : Ν’αγαπάει κανείς αληθινά κάποιον σημαίνει να πιστεύει ότι αγαπώντας τον θα φτάσει σε μια αλήθεια σε σχέση με τον ίδιο του τον εαυτό του. Αγαπάμε αυτόν ή αυτήν που εμπεριέχει την απάντηση ή μία απάντηση στην ερώτηση μας « ποιος είμαι; »

Π. : Γιατί μερικοί ξέρουν ν’αγαπούν και άλλοι όχι;

JAM : Μερικοί ξέρουν να προκαλούν την αγάπη στον άλλο, οι serial lovers μπορούμε να πούμε, άντρες και γυναίκες. Ξέρουν σε ποια κουμπιά να πατήσουν για να τους αγαπήσουν. Αλλά αυτοί δεν αγαπάνε αναγκαστικά, παίζουν περισσότερο τη γάτα με το ποντίκι με τη λεία τους. Για να αγαπήσει κάποιος, πρέπει να παραδεχθεί την έλλειψη του και να αναγνωρίσει ότι έχει ανάγκη τον άλλο, ότι ο άλλος του λείπει. Αυτοί που νομίζουν ότι είναι από μόνοι τους πλήρεις, ή που θέλουν να είναι, δεν ξέρουν να αγαπούν. Και καμιά φορά το διαπιστώνουν οδυνηρά. Μεταχειρίζονται τον άλλο, τραβούν τα νήματα, αλλά δε γνωρίζουν από την αγάπη ούτε το ρίσκο, ούτε τη γλύκα.

Π. : « Είναι από μόνος του πλήρης » : μόνο ένας άντρας μπορεί να πιστέψει κάτι τέτοιο...

JAM : Ακριβώς! « Ν’αγαπάει κανείς, έλεγε ο Λακάν, είναι να δίνει αυτό που δεν έχει. » Αυτό σημαίνει : να αγαπάει, είναι να αναγνωρίζει την έλλειψη του και να τη δίνει στον άλλο, να την τοποθετεί μέσα στον άλλο. Δεν σημαίνει να δίνει αυτό που κατέχει, υπάρχοντα, δώρα, είναι να δίνει κάτι που δεν κατέχει, που βρίσκεται πέραν του ίδιου. Και γι’αυτό πρέπει να διασφαλήσει την έλλειψη του, τον « ευνουχισμό » του, όπως έλεγε ο Φρόυντ. Και αυτό είναι ουσιαστικά γυναικείο. Δεν αγαπάμε πραγματικά παρά από μία γυναικεία θέση. Ν’αγαπάμε θυληκοποιεί. Γι’αυτόν το λόγο η αγάπη είναι πάντα λίγο κωμική στον άντρα. Αλλά αν αφεθεί να να νοιώσει αμήχανα από το γελοίο, είναι γιατί στην πραγματικότητα δεν είναι σίγουρος για τον ανδρισμό του.

Π. : Είναι δηλαδή στους άντρες πιο δύσκολο να αγαπάνε;

JAM : Και βέβαια! Ακόμα και ένας ερωτευμένος άντρας παρουσιάζει επανόδους υπερηφάνειας, εκρήξεις επιθετικότητας απέναντι στο αντικείμενο αγάπης του, γιατί αυτή η αγάπη τον τοποθετεί σε μια θέση ανεπάρκειας, εξάρτησης. Γι’αυτόν το λόγο μπορεί να επιθυμεί γυναίκες που δεν αγαπάει, ώστε να ξαναβρεί την ανδρική θέση που θέτει σε εκρεμότητα όταν αγαπάει. Ο Φρόυντ ονόμασε αυτήν την αρχή « η υποβίβαση της ερωτικής ζωής » στον άντρα: πρόκειται για το διχασμό μεταξύ αγάπης και ερωτικής επιθυμίας.

Π. : Και στις γυναίκες;

JAM : Είναι λιγότερο σύνηθες. Στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχει διχασμός του αντρικού συντρόφου. Από τη μία υπάρχει ο εραστής που τις κάνει να απολαμβάνουν και τον οποίο επιθυμούν, αλλά πρόκειται και για τον άντρα της αγάπης, που είναι θυληκοποιημένος, ριζικά θεμελιακά ευνουχισμένος. Μόνο που δεν είναι η ανατομία που ορίζει : υπάρχουν γυναίκες που υιοθετούν την ανδρική θέση. Υπάρχουν μάλιστα όλο και περισσότερο. Ένας άντρας για αγάπη στο σπίτι. Και άντρες για απόλαυση, που συναντάει στο ίντερνετ, στο δρόμο, στο τρένο...

Π. : Γιατί « όλο και περισσότερο » ;

JAM : Τα κοινωνικοπολιτιστικά στερεότυπα της θυληκότητας και του ανδρισμού βρίσκονται σε πλήρη μετάλλαξη. Οι άντρες καλούνται να αποδεχθούν τις συγκινήσεις τους, να αγαπήσουν, να θηλυκοποιηθούν. Οι γυναίκες αντίθετα γνωρίζουν μια σχετική « ώθηση προς τον άντρα». Στο όνομα της νομικής ισότητας, οδηγούνται να επαναλαμβάνουν ένα « και εγώ». Ταυτόχρονα οι ομοφυλόφιλοι διεκδικούν τα δικαιώματα και τα σύμβολα των ετεροφυλόφιλων, όπως ο γάμος και η πατρότητα. Εξ’ου και μια μεγάλη αστάθεια στους ρόλους, μια γενικευμένη ρευστότητα του θεάτρου της αγάπης, που αντιτίθεται στην ακαμψία μιας άλλης εποχής. Η αγάπη γίνεται « ρέουσα », διαπιστώνει ο κοινωνιολόγος Zygmunt Baumant . Ο καθένας οδηγείται να εφεύρει το δικό του « στιλ ζωής » και να αναλάβει το δικό του τρόπο απόλαυσης και αγάπης. Τα παραδοσιακά σενάρια πέφτουν σε αργή αχρηστία. Η κοινωνική πίεση για προσαρμογή δεν εξαφανίστηκε αλλά μειώνεται.

Π. : « Η αγάπη είναι πάντα αμοιβαία » έλεγε ο Λακάν. Συνεχίζει να είναι αυτό αληθινό στο σημερινό πλαίσιο; Τι σημαίνει αυτό;

JAM : Επαναλαμβάνουμε αυτή τη φράση χωρίς να την καταλαβαίνουμε, ή καταλαβαίνοντας την στραβά. Αυτό δε σημαίνει ότι είναι αρκετό να αγαπάμε κάποιον για να μας αγαπάει. Θα ήταν παράλογο. Αυτό σημαίνει: « Αν σ’αγαπώ είναι γιατί είσαι αγαπητός. Εγώ είμαι αυτός που αγαπά αλλά είσαι κι εσύ στο παιχνίδι, αφού υπάρχει κάτι σε σένα που με κάνει να σ’αγαπώ. Είναι αμοιβαίο γιατί υπάρχει ένα δούναι και λαβείν. Η αγάπη που έχω για σένα είναι η συνέπεια του ανταλλάγματος αιτίου της αγάπης που είσαι για μένα. Άρα, δεν είσαι χωρίς ευθύνη. Η αγάπη μου για σένα δεν είναι μόνο δικιά μου υπόθεση, αλλά και δικιά σου. Η αγάπη μου λέει κάτι για σένα που ίσως εσύ ο ίδιος δε γνωρίζεις. » Αυτό δε διαβεβαιώνει σε τίποτε ότι στην αγάπη του ενός ο άλλος θα απαντήσει με αγάπη. Όταν αυτό παράγεται συμβαίνει είναι πάντα της τάξης του θαύματος, δεν είναι υπολογίσιμο εκ των προτέρων.

Π. : Δεν βρίσκουμε το ταίρι μας κατά τύχη. Γιατί αυτόν; γιατί αυτήν;

JAM : Πρόκειται γι’αυτό που ο Φρόυντ ονόμασε Liebesbedingung, την προϋπόθεση αγάπης, το αίτιο της επιθυμίας. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, ή ένα σύνολο χαρακτηριστικών, που έχουν αποφασιστική λειτουργία για κάποιον στην επιλογή συντρόφου. Αυτό ξεφεύγει εντελώς στις νευροεπιστήμες γιατί είναι αυτό που χαρακτηρίζει τον καθένα και συνδέεται με την ιδιαίτερη και προσωπική του ιστορία. Κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μερικές φορές ενδόμυχα παίζουν σημαντικό ρόλο. Ο Φρόυντ, για παράδειγμα, είχε εντοπίσει ως αίτιο της επιθυμίας σε έναν από τους ασθενείς του μια γιαλάδα στη μύτη της γυναίκας!

Π.: Δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε σε μια αγάπη βασισμένη σε τέτοιες βλακείες!

JAM : Η πραγματικότητα του ασυνειδήτου ξεπερνάει τη μυθοπλασία. Δεν έχετε ιδέα, όλων αυτών των πραγμάτων πόσα πράγματα, στην ανθρώπινη ζωή και ειδικά στην αγάπη που βασίζονται σε βλακείες χαζομάρες, σε ...., σε μικρές λεπτομέρειες. Είναι αλήθεια ότι βρίσκουμε ειδικά στο άντρα τέτοια αίτια της επιθυμίας, που είναι σα φετίχ, των οποίων η παρουσία είναι απαραίτητη για να εκδηλωθεί η διαδικασία της αγάπης. Μικρές ιδιαιτερότητες που θυμίζουν τον πατέρα, τη μητέρα, τον αδερφό, την αδερφή, το τάδε πρόσωπο της παιδικής ηλικίας, παίζουν επίσης το ρόλο τους στην επιλογή συντρόφου για τις γυναίκες. Αλλά η η γυναικεία μορφή της αγάπης είναι περισσότερο ερωτομανιακή παρά φετιχιστική. Οι γυναίκες θέλουν να αγαπιούνται και το ενδιαφέρον, η αγάπη που τους δείχνουμε, ή που υποθέτουν στον άλλο, είναι συχνά η sine qua non προϋπόθεση για να εκδηλωθεί η αγάπη τους, ή τουλάχιστον η συναίνεση τους. Αυτό το φαινόμενο είναι η βάση του ανδρικού φλέρτ, της ανδρικής προσέγγισης.

Π.: Δε δίνετε καμία σημασία στις φαντασιώσεις ;

JAM : Στις γυναίκες είτε είναι συνειδητές είτε ασυνείδητες καθορίζουν περισσότερο τη θέση απόλαυσης παρά την επιλογή συντρόφου. Αντίθετα δηλαδή απ’ότι συμβαίνει στους άντρες. Για παράδειγμα μπορεί να συμβαίνει μία γυναίκα να μη μπορεί να παίρνει απόλαυση, ας το πούμε ξεκάθαρα να φτάνει σε οργασμό, παρά μόνο αν φανταστεί ότι κατά την πράξη, τη δέρνουν, τη βιάζουν ή ότι είναι μια άλλη γυναίκα, ή ακόμα ότι είναι απούσα.

Π.: Και η ανδρική φαντασίωση ;

JAM: Φαίνεται ξεκάθαρα στον κεραυνοβόλο έρωτα. Το κλασσικό παράδειγμα που σχολιάζει ο Λακάν είναι, στο μυθιστόρημα του Γκαίτε , το παράφορο πάθος του νεαρού Βέρθερου για την Σαρλότ, τη στιγμή που τη βλέπει για πρώτη φορά, να ταϊζει ένα τσούρμο παιδιά που βρίσκονται γύρω της. Αυτό που προκάλεσε την αγάπη του είναι το μητρικό χάρισμα της γυναίκας. Ένα άλλο παράδειγμα από την κλινική μου πρακτική αυτή τη φορά: ένας πενηντάρης διευθυντής δέχεται τους υποψήφιους για μια θέση γραμματέα. Παρουσιάζεται μια νεαρή είκοσι χρονών και σχεδόν αμέσως της εξομολογείται τον έρωτα του. Αναρωτιέται τι του συνέβει και αρχίζει ανάλυση. Ανακαλύπτει λοιπόν το στοιχείο που το πρόκαλεσε. Είχε βρει στη νεαρή γυναίκα κάποια χαρακτηριστικά που τον παρέπεμπαν στον ίδιο όταν ήταν είκοσι χρονών, όταν είχε ο ίδιος παρουσιαστεί για την πρώτη του δουλειά. Είχε, με κάποιο τρόπο, ερωτευτεί τον εαυτό του. Σε αυτά τα δύο παραδείγματα συναντάμε τις δύο εκδοχές που διέκρινε ο Φρόυντ: αγαπάμε ή το πρόσωπο που προστατεύει, στο παράδειγμα μας τη μητέρα, ή τη ναρκισσιστική εικόνα του εαυτού μας.

Π.: Έχουμε την εντύπωση ότι είμαστε μαριονέτες!

JAM : Όχι, τίποτε δεν έχει γραφτεί εκ των προτέρων μεταξύ ενός άντρα και μιας γυναίκας, δεν υπάρχει πυξίδα, ούτε προκαθορισμένο... Η συνάντηση τους δεν είναι προγραμματισμένη όπως αυτή του σπερματοζωαρίου και του ωαρίου, δεν έχει καμία σχέση με τα γονίδια. Οι άντρες και οι γυναίκες μιλάνε, ζουν σε ένα κόσμο λόγου και αυτό είναι καθοριστικό για τις σχέσεις τους. Οι τρόποι έκφρασεις της αγάπης είναι πολύ ευαίσθητοι στην περιβάλλουσα κουλτούρα. Κάθε πολιτισμός διακρίνεται από τον τρόπο με τον οποίο δομεί τη σχέση μεταξύ των δύο φύλων. Απ’ότι φαίνεται, στη Δύση, στις κοινωνίες μας που είναι ταυτόχρονα φιλελεύθερες, εμπορικές και δικαστικές, το « πολλαπλό » έκθρονίζει σταδιακά το « ένα ». Το ιδανικό μοντέλο του « μεγάλου έρωτα για όλη τη ζωή » υποχωρεί σιγά σιγά αφήνωντας θέση στο speed dating, στο speed loving και σε όλη αυτό το απάνθισμα εναλλασόμενων, συνεχόμενων, ακόμα και ταυτόχρονων ερωτικών σεναρίων.

Π. : Και η αγάπη μέσα στη διάρκεια; Μέσα στην αιωνιότητα;

JAM : Ο Μπαλζάκ έλεγε : « Κάθε πάθος που δε θεωρείται αιώνιο είναι .... ». Αλλά μπορεί ο δεσμός μεταξύ δύο ανθρώπων να διατηρηθεί για όλη τη ζωή στο επίπεδο του πάθους; Όσο περισσότερο ένας άντρας αφιερώνεται σε μία μόνο γυναίκα, τόσο αυτή παίρνει μια μητρική σημασία γι’αυτόν: όσο πιο αγαπημένη, τόσο πιο ... και ανέγγιχτη. Αυτοί που αναπτύσσουν περισσότερο, καλύτερα τη λατρεία της γυναίκας είναι οι ομοφυλόφιλοι άντρες. Ο Αραγκόν τραγουδάει την αγάπη του για την Έλσα αλλά μόλις πεθαίνει, « καλημέρα αγοράκια »! Και όταν μια γυναίκα αγκιστρώνεται σε έναν μόνο άντρα, τον ευνουχίζει. Άρα το μονοπάτι ο δρόμος είναι στενός. Ο καλύτερος δρόμος για τη συζηγική αγάπη είναι η φιλία, έλεγε ....ο Αριστοτέλης.

Π. : Το πρόβλημα είναι ότι και οι άντρες λένε ότι δεν καταλαβαίνουν τι θέλουν οι γυναίκες, και οι γυναίκες τι περιμένουν οι άντρες από αυτές...

JAM : Ναι. Αυτό που αντικρούει την αριστοτελική λύση είναι ότι ο διάλογος μεταξύ των δύο φύλων είναι αδύνατος, όπως έλεγε αναστενάζοντας ο Λακάν. Οι ερωτευμένοι είναι καταδικασμένοι να μαθαίνουν αδιάκοπα τη γλώσσα του άλλου, ψηλαφίζοντας, ψάχνοντας τα κλειδιά, πάντα. Η αγάπη είναι ένας λαβύρινθος παρεξηγήσεων στον οποίο δεν υπάρχει έξοδος.



Μετάφραση: Φραγκιαδάκη Μαρίνα-ψυχαναλύτρια



Το πρωτότυπο κείμενο στα γαλλικά

Jacques-Alain Miller : l'amour en questions-Psychologies Magazine, octobre 2008

Nouvelles psychanalytiques

δειτε  και
Ζακ Αλέν Μιλέρ : Για τον Έρωτα




Jean-Luc Marion , Το Ερωτικο φαινομενο:η ερωτική πιστη δεν επιζητεί τιποτε λιγότερο απο την αιωνιοτητα....


 η ερωτική πίστη δεν επιζητεί τίποτε λιγότερο από την αιωνιότητα... ....δεν μπορώ να δοθώ στην Αγαπη αν περιορίζω την πρόθεση μου και τη σημασία της σε ένα πεπερασμένο διάστημα χρόνου Jean-Luc Marion , Το Ερωτικό φαινόμενο ,Πολις , σ.347