ΝΤΡΟΠΗ etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster
ΝΤΡΟΠΗ etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster

22 Ocak 2015 Perşembe

Albert Camus, Η πτώση ,,,,,,αναδημοσιεσυη απο το Διαδικτυακο περιοδικο Ο ΚΛΟΟΥΝ αρχική πηγη Πηγή: ifigeneiasiafaka.com

Albert Camus, Η πτώση

21.01.2015, 00:00
To μεγάλο εμπόδιο για να ξεφύγουμε από την κρίση δεν είναι τάχα το γεγονός ότι πρώτοι εμείς καταδικάζουμε τον εαυτό μας; Πρέπει λοιπόν να επεκτείνουμε την καταδίκη σε όλους, αδιακρίτως, ώστε να την κάνουμε κάπως πιο ήπια. Καμιά δικαιολογία, ποτέ, και για κανέναν, αυτή είναι η αρχή μου, η αφετηρία μου.
Αρνούμαι την καλή πρόθεση, το έντιμο λάθος, το στραβοπάτημα, τα ελαφρυντικά.
Εγώ δεν συγχωρώ, δεν δίνω άφεση αμαρτιών. Κάνω απλώς την πρόσθεση και ύστερα λέω: «Μας κάνουν τόσα. Είστε διεστραμμένος, σάτυρος, μυθομανής, παιδεραστής, καλλιτέχνης, κ.λπ.» Έτσι. Νέτα σκέτα.
Στη φιλοσοφία, όπως και στην πολιτική, είμαι συνεπώς υπέρ της θεωρίας που αρνείται την αθωότητα για τον άνθρωπο και υπέρ της κάθε πρακτικής που τον αντιμετωπίζει ως ένοχο. Βλέπετε στο πρόσωπό μου, φίλτατε, έναν φωτισμένο υπέρμαχο της δουλείας. Δίχως αυτήν, για να λέμε την αλήθεια, δεν υπάρχει οριστική λύση.
Αυτό το κατάλαβα πολύ γρήγορα. Άλλοτε, είχα μόνον την ελευθερία στο στόμα. Στο πρόγευμα την άπλωνα πάνω στο ψωμί μου, τη μασούλαγα όλη μέρα, έφερνα στον κόσμο μια ολόδροση ανάσα ελευθερίας. Βομβάρδιζα με τούτη την κυρίαρχη λέξη όποιον διαφωνούσε μαζί μου, την είχα βάλει στην υπηρεσία των πόθων και της δύναμής μου.
Την ψιθύριζα στο κρεβάτι, στο αυτί των αποκοιμισμένων φιλενάδων μου, και τούτη η λέξη με βοηθούσε να τις αφήνω στα κρύα του λουτρού. Την τρύπωνα συχνά... Μα τι κάνω, εξάπτομαι και χάνω το μέτρο.
Τέλος πάντων, μου έτυχε να κάνω και πιο αφιλοκερδή χρήση της ελευθερίας, και μάλιστα, δείτε κι εσείς ο ίδιος την αφέλειά μου, να την υπερασπιστώ κιόλας δυο τρεις φορές, δίχως να φτάσω ασφαλώς, ίσαμε το σημείο να πεθάνω γι' αυτήν, διακινδυνεύοντας όμως για χάρη της. Πρέπει να μου συγχωρήσετε αυτές τις απερισκεψίες, δεν ήξερα τι έκανα. Δεν ήξερα πως η ελευθερία δεν είναι ανταμοιβή, ούτε παράσημο που το γιορτάζουν με σαμπάνια.
Ούτε και δώρο, άλλωστε, κουτί με λιχουδιές που σε κάνουν να γλείφεσαι. Ω, όχι, κάθε άλλο, είναι αγγαρεία, ένας μαραθώνιος πολύ μοναχικός, πολύ εξαντλητικός. Χωρίς σαμπάνια, χωρίς φίλους να σηκώνουν το ποτήρι τους και να σε κοιτάζουν με τρυφερότητα. Μόνος σε μια θλιβερή αίθουσα, μόνος στο εδώλιο μπροστά στους δικαστές και μόνος για ν' αποφασίσεις μπροστά στον εαυτό σου ή μπροστά στην κρίση των άλλων.
Μετά από κάθε ελευθερία υπάρχει μια δικαστική απόφαση. Να γιατί η ελευθερία είναι πολύ βαριά να τη σηκώσεις, ιδιαίτερα όταν υποφέρεις από πυρετό ή όταν έχεις στεναχώριες ή όταν δεν αγαπάς κανέναν.

Albert Camus, Η πτώση
σελ. 102-103, μτφρ.: Nίκη Καρακίτσου-Ντουζέ, Μαρία Κασαμπάρογλου-Ρομπλέν, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2004
Artwork: Beth Conκlin
Πηγή: ifigeneiasiafaka.com
σχετικά :

8 Kasım 2014 Cumartesi

το ...''Μηδέν ''-τάχα μου- χρεος της Χούντας'' και....άλλαι ιστορίαι

στο 8. 14 λεει ο ...''φιλοσοφος'' το απολυτως ψευδες  '' Η χουντα αφησε ΜΗΔΕΝ  δημοσιο χρεος''....



https://www.youtube.com/watch?v=NOdsf8stEK0






http://www.topontiki.gr/.../63414/Ta-foumara-ton-xountaion



Κρατάει τέσσερις δεκαετίες το σλόγκαν των φιλοχουντικών, φιλοβασιλικών και χρυσαυγιτών ότι η δικτατορία των...
topontiki.gr

Σύµφωνα µε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, λοιπόν, το 1974 το δηµόσιο χρέος είχε ανέβει στο 20,8% επί του ΑΕΠ, στα 114 δισ. δρχ. εκείνη τη χρονιά, µε τον εσωτερικό κι εξωτερικό δανεισµό να γιγαντώνονται. Το χρέος ξεκίνησε από 37,8 δισ. δρχ. το 1967, ενώ το 1973 ήταν ήδη στα 87 δισ., µε το έλλειµµα στο εµπορικό ισοζύγιο να είναι 4,5 φορές ψηλότερο και τις καταθέσεις, παρά τις διαρκείς τονωτικές ενέσεις των Ελλήνων µεταναστών, να µειώνονται δραµατικά µετά το 1970. Ο πληθωρισµός κάλπαζε, το πραγµατικό εισόδηµα µειωνόταν, οι φόροι έκαναν επέλαση, το ίδιο και η ακρίβεια.
.......................................
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ,
τεύχος 1792 στις 24 Δεκεμβρίου 2013
Το Ποντίκι
Τα φούμαρα των χουνταίων...

Κρατάει τέσσερις δεκαετίες το σλόγκαν των φιλοχουντικών, φιλοβασιλικών και χρυσαυγιτών ότι η δικτατορία των Συνταγµαταρχών παρέδωσε µια «παρθένα» οικονοµία, δίχως κανένα χρέος.
Το ίδιο πολυφορεµένο παραµύθι ακούστηκε και στο τελευταίο βίντεο, µε πρωταγωνιστή τον προφυλακισµένο Νίκο Μιχαλολιάκο, όταν σε µια ταβέρνα παραληρούσε ως συνήθως: «Επί 21ης Απριλίου τούς άφησε µε µηδέν χρέος και κατάντησαν τα πράγµατα… εκεί τα κατάντησαν. Τα λένε οι ίδιοι…, τα οµολογούν, η γενιά του Πολυτεχνείου».
Φυσικά, ο οποιοσδήποτε άνθρωπος µε στοιχειώδη λογική και την ελάχιστη κατάρτιση θα µπορούσε να υποθέσει, δίχως να γνωρίζει καν τίποτα παραπάνω, ότι θα ήταν αδύνατο ένα χρέος που τρέχει κι αυξάνεται από καταβολής ελληνικού κράτους να εξαφανιστεί ή έστω να φρεναριστεί και να µειωθεί για µια εφταετία, ειδικά από µια χούντα ασυδοσίας και ασχετοσύνης. Η αλήθεια, λοιπόν, είναι ότι η χούντα τα έκανε µαντάρα και στα οικονοµικά. Με το δηµόσιο ταµείο να πηγαίνει κατά διαόλου. Χειρότερα από πριν και µετά. Και ο µεγαλύτερος µύθος απ’ όλους ήταν αυτός της ανάπτυξης. Ουδεµία χειροπιαστή ανάπτυξη υπήρξε επί εφταετίας. Το αντίθετο…
Εκτός κι αν µπορεί να θεωρηθεί επίτευγµα το (απογοητευτικό) +0,9%, τη στιγµή που όλη η Αθήνα χτιζόταν, οι Έλληνες µετανάστες και οι ναυτικοί τόνωναν τις καταθέσεις µε δεκάδες χιλιάδες εµβάσµατα από το εξωτερικό, ενώ η Ελλάδα από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 προσπαθούσε να σηκώσει για πρώτη φορά κεφάλι, ύστερα από την Κατοχή, τον Εµφύλιο και την κατάµαυρη δεκαετία του ’50. Μόνο οι υπερεργολάβοι και οι ρουφιάνοι πλούτισαν, λοιπόν, στην οδυνηρή εφταετία σκανδάλων…

Χουντικοί µύθοι
Το «Π» ρίχνει κλοτσιά µια για πάντα σ’ αυτές τις µυθοπλασίες περί «καλής» οικονοµίας επί χούντας. Και, µάλιστα, µε ντοκουµέντα. Με δηµοσιεύµατα ακριβώς απ’ αυτήν την εποχή. Επί δικτατορίας! Τότε, δηλαδή, που η λογοκρισία έδινε κι έπαιρνε. Και τα παρουσιάζουµε αυτά τα δηµοσιεύµατα της επταετίας, ακριβώς επειδή σίγουρα υπάρχουν ακόµα άπιστοι Θωµάδες.
Σύµφωνα µε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, λοιπόν, το 1974 το δηµόσιο χρέος είχε ανέβει στο 20,8% επί του ΑΕΠ, στα 114 δισ. δρχ. εκείνη τη χρονιά, µε τον εσωτερικό κι εξωτερικό δανεισµό να γιγαντώνονται. Το χρέος ξεκίνησε από 37,8 δισ. δρχ. το 1967, ενώ το 1973 ήταν ήδη στα 87 δισ., µε το έλλειµµα στο εµπορικό ισοζύγιο να είναι 4,5 φορές ψηλότερο και τις καταθέσεις, παρά τις διαρκείς τονωτικές ενέσεις των Ελλήνων µεταναστών, να µειώνονται δραµατικά µετά το 1970. Ο πληθωρισµός κάλπαζε, το πραγµατικό εισόδηµα µειωνόταν, οι φόροι έκαναν επέλαση, το ίδιο και η ακρίβεια.



Τζάµπα… εργολάβοι
Ακόµα και µια ελαφριά µείωση του εξωτερικού δανεισµού ήταν τεχνητή, αφού οι εργοληπτικές εταιρείες έπαιρναν τα δάνεια από το εξωτερικό µε εγγύηση ελληνικού ∆ηµοσίου και στη συνέχεια γίνονταν ανάδοχες των δηµόσιων έργων, µε παραχώρηση των δανείων στο ελληνικό κράτος. ∆εκάδες τέτοια δάνεια - συµβάσεις έγιναν και µ’ αυτήν την πατέντα - µετατροπή και το χρέος φαινόταν ως «εσωτερικό». Καραµπινάτη δηµιουργική λογιστική, δηλαδή, του «µυστράκια» Παττακού και τον οµοϊδεατών του.
Από το 1971, λοιπόν, η κατάσταση στην οικονοµία δεν µπορούσε να κρυφτεί άλλο. ∆εν θα ήταν, µάλιστα, υπερβολή να πούµε ότι τότε άρχιζε να χτίζεται πια για τα καλά η λερναία ύδρα του χρέους.
Στις 6.4.1971 οι εφηµερίδες δηµοσιεύουν: «Αύξηση κατά 23,5% σηµείωσε το δηµόσιο χρέος εντός του πρώτου 5µήνου του 1970, έναντι του 1969, κι έφθασε τα 58,3 δισεκατοµµύρια δρχ. τον Μάιο του περασµένου έτους, έναντι 47,2 που ήταν τον Μάιο του 1969, σύµφωνα µε στοιχεία της ΕΣΥΕ».
Στις 22.9.1971 υπάρχει στα «Νέα» οικονοµική ανάλυση του Κωνσταντίνου Κόλµερ, όπου διαβάζουµε ότι «ναι µεν σηµειώθηκε το 1970 µια επιβράδυνση στην αύξηση του ρυθµού αυξήσεως του χρέους στο 12% έναντι 25% του 1969 (σ.σ.: πάλι επί χούντας είχε εκτιναχθεί, δηλαδή), όµως σηµειώθηκε µια ουσιώδης αύξηση του κρατικού δανεισµού µε έντοκα γραµµάτια και διπλασιασµός του δανεισµού σε συνάλλαγµα». Παρατίθενται, µάλιστα, και αποκαλυπτικά στοιχεία για το δηµόσιο χρέος από το 1958, µε πηγή πάντα τη στατιστική υπηρεσία:

∆ΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ ΣΕ ∆ΙΣ. ∆ΡΧ.
1958........................................................3,5
1959........................................................8,0
1960........................................................9,7
1961......................................................11,6
1962......................................................13,1
1963......................................................17,6
1964......................................................21,4
1965......................................................25,4
1966......................................................32,0
1967......................................................37,8
1968......................................................45,3
1969......................................................56,7
1970......................................................63,7

Από το 1966, δηλαδή, που το χρέος ήταν 32 δισ., διπλασιάστηκε µέχρι το 1970 στα 63,7 δισ.
Σύµφωνα, εξάλλου, µε στοιχεία του ∆εκεµβρίου του 1971, υπήρξε «αύξηση των εισαγωγών µ’ έναν ρυθµό 15% περίπου, µε ταυτόχρονη µείωση των εξαγωγών κατά 5%, διαφορά που διεύρυνε το έλλειµµα του εµπορικού ισοζυγίου». Πάτωναν οι εξαγωγές, θέριευαν οι εισαγωγές…
Το 1972 ο Τύπος βοούσε πια για την τραγική κατάσταση της οικονοµίας. Στις 13.9.1972 τα «Νέα» έγραφαν στον τίτλο του ρεπορτάζ τους: «Κατά 7,7 δισ. αυξήθηκε το 1971 το δηµόσιο χρέος». Και συνέχιζαν:
«Αυξήθηκε κατά 7,7 δισεκατοµµύρια δραχµές το δηµόσιο χρέος της Ελλάδας κατά τη διάρκεια του 1971. Σύµφωνα µε τα στατιστικά στοιχεία του τελευταίου τεύχους του ∆ελτίου Στατιστικής ∆ηµοσίων Οικονοµικών, κατά το τέλος του 1971 το συνολικό δηµόσιο χρέος ανήλθε σε 71,4 δισ. δραχµές». Από 63,7 που ήταν το 1970!
Με τη σηµείωση ότι µειώθηκε κατά 600 εκατ. δρχ. το χρέος σε ξένο νόµισµα και αυξήθηκε κατά 1,8 δισ. το χρέος σε εγχώριο νόµισµα. Με την πατέντα, που λέγαµε.
Στον «Οικονοµικό Ταχυδρόµο», στις 15.2.1973, τα σηµάδια κατρακύλας της οικονοµίας συνεχίζονται: «Μεταξύ Μαΐου 1971 και 1972 το δηµόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 7.118 εκατ. δρχ. ή σε ποσοστό 10% κι έφθασε στο ύψος των 73.806 εκατ. δρχ.».



«Θυσίες και κόστος»
Το πιο ενδιαφέρον άρθρο όλης εκείνης της εποχής το ξετρυπώσαµε στο «Βήµα». Στις 20.10.1973 υπήρχε πρωτοσέλιδη ανάλυση µε τίτλο «Ο απολογισµός µιας εξαετίας, θυσίες και κόστος». Τα στοιχεία δείχνουν ότι αυτά τα περί «µηδενικών χρεών» δεν µπορούν να λέγονται ούτε γι’ αστείο. Πιο τρανταχτή διαπίστωση; Ότι στην εξαετία της δικτατορίας το εξωτερικό χρέος έγινε 1,5 φορά µεγαλύτερο απ’ όσο είχε φθάσει σε διάστηµα 145 χρόνων. Από καταβολής ελληνικού κράτους! Ιδού τα σηµαντικότερα αποσπάσµατα:
♦  «∆ιαπιστώθηκε στο προηγούµενο σηµείωµα ότι από τα προβαλλόµενα σαν επιτεύγµατα της οικονοµικής της εξαετίας, η µεν οικονοµική σταθερότητα όχι µόνο δεν εξασφαλίστηκε, αλλά αντίθετα διαταράχθηκε κατά τρόπο επικίνδυνο, η αύξηση του συναλλαγµατικού αποθέµατος είναι εικονική και οφείλεται στο δανεισµό από το εξωτερικό, ο δε ρυθµός αναδιάρθρωσης της οικονοµίας υπήρξε κατώτερος των δαπανών και δυσαναλόγως µικρότερος σε σχέση µε το παρελθόν».
♦ «Η µόνη διαφορά έναντι του παρελθόντος είναι η αποκληθείσα µε µετριοφροσύνη «ταχύρρυθµη ανάπτυξη», δηλαδή η επίτευξη πρόσθετου ρυθµού ανάπτυξης έναντι του παρελθόντος κατά 0,9% τον χρόνο, σύµφωνα µε τα επίσηµα στοιχεία. Ποιες όµως υπήρξαν οι θυσίες για να καταλήξουµε σ’ αυτό το ασήµαντο ποσοτικά και ανεπαρκές ποιοτικά ποσοστό ετήσιας αύξησης του εισοδήµατος;».
♦ «Μια από τις σπουδαιότερες θυσίες της εξαετούς περιόδου που προορίζεται να επηρεάσει δυσµενώς τις εξελίξεις της οικονοµίας στο µέλλον είναι η αύξηση του εξωτερικού χρέους της οικονοµίας. Το συνολικό εξωτερικό χρέος της Ελλάδας όπως είχε διαµορφωθεί µε τις ρυθµίσεις των προπολεµικών χρεών ανερχόταν από το 1821 µέχρι και το 1966 σε 1.110 εκατ. δολάρια περίπου».
♦ «Μέσα σε έξι χρόνια το χρέος αυτό ξεπέρασε τα 2.700 εκατ. δολάρια, χωρίς να υπολογίζονται οι καταθέσεις σε συνάλλαγµα από το εξωτερικό. Ήρκεσαν, δηλαδή, έξι χρόνια για να γίνει το εξωτερικό χρέος της χώρας 1,5 φορά µεγαλύτερο απ’ όσο είχε φθάσει σε διάστηµα 145 χρόνων. Και αυτό για έναν πρόσθετο ρυθµό ετήσιας αύξησης 0,9%».
♦ «Ακόµα και το δηµόσιο εξωτερικό χρέος που από την εθνική ανεξαρτησία ως το 1966 δεν ξεπερνούσε τα 300 εκατοµµύρια δολάρια έφθασε κατά την τελευταία εξαετία τα 700 εκατ. δολάρια, το δε εσωτερικό δηµόσιο χρέος από 32 δισ. δρχ. φθάνει τώρα περίπου τα 80 δισ. Ας σηµειωθεί ότι τώρα µέρος των δανείων του κεντρικού προϋπολογισµού πραγµατοποιείται µέσω Τραπέζης Ελλάδος και δεν εµφανίζεται στους λογαριασµούς του δηµόσιου χρέους»!



Οι πλούσιοι, πλουσιότεροι
Και συνέχιζε η εφηµερίδα στον απολογισµό που έκανε τον Οκτώβριο του 1973 µε το εµπορικό ισοζύγιο: «Η δεύτερη µεγάλη θυσία της ελληνικής οικονοµίας κατά την περίοδο αυτήν υπήρξε η θεαµατική διόγκωση του εµπορικού ισοζυγίου. Το έλλειµµα του εµπορικού ισοζυγίου από 745 εκατ. δολάρια προβλέπεται ότι θα φτάσει τελικά το τέλος του 1973 τα 2.600 εκατ. δολάρια, δηλαδή περίπου θα τετραπλασιασθεί. Εκείνο πάντως που είναι άκρως ανησυχητικό είναι η αλµατική αύξηση των εισαγωγών που από 1.150 δισ. το 1966 προβλέπεται να φθάσει τα 3.500 τουλάχιστον το 1973. Η αύξηση αυτή των εισαγωγών αντανακλά αφενός µεν τον χαµηλό βαθµό ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονοµίας, αφετέρου δε την ανεπάρκεια της εγχώριας παραγωγής».
Στη συνέχεια διαβάζουµε ότι οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι: «Ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας της οικονοµίας περιορίστηκε. Τα συµπτώµατα κερδοσκοπίας εντάθηκαν. Έχει ήδη σηµειωθεί ένταση στην ανισοκατανοµή µε την αύξηση της µερίδας των κερδών έναντι της µερίδας των µισθών στο εθνικό εισόδηµα. Πρέπει να προστεθεί ότι η τελευταία πληθωριστική διαδικασία δεν έθιξε τα υπέρογκα κέρδη της περιόδου αυτής».
Μόλις λίγες εβδοµάδες µετά την πτώση της χούντας, ο οικονοµολόγος Αδαµάντιος Πεπελάσης δηµοσιεύει άρθρο του (2.8.1974), στο οποίο κάνει λόγο για ξεπούληµα της Ελλάδας στα ξένα κεφάλαια από τους Συνταγµατάρχες:
«Η ανάπτυξη της επταετίας είχε αντιλαϊκό χαρακτήρα. Η µεγάλη µάζα δηλαδή επωµίσθηκε το βάρος της ανάπτυξης, καρπώθηκε τα λιγότερα ωφελήµατα κι έφερε το κόστος των διάφορων αντιφατικών και συγκυριακών µέτρων για την προσπάθεια επαναφοράς της οικονοµίας σε σχετική σταθερότητα και ισορροπία. Ιδιαίτερα τα µέτρα των τελευταίων 12 µηνών ήταν εξοντωτικά για τα µικρά εισοδήµατα.
Η άνοδος των τιµών κατά 40%-45% το 1973 (και κατά 9% για το πρώτο εξάµηνο του 1974) υπερκάλυψε την αύξηση των αστικών εισοδηµάτων ενώ το αγροτι κό εισόδηµα άρχισε να συρρικνώνεται σηµαντικά. Οι ξένες παραγωγικές επενδύσεις µειώνονται εντυπωσιακά. Ενώ στην περίοδο 1965-66 εισάγονται 200 εκατ. δολάρια για παραγωγικές επενδύσεις, σ’ όλη την επταετία 1967-1973 εισάγεται πραγµατικά το µισό περίπου της προηγούµενης επταετίας. Τα άλλα ξένα κεφάλαια που εισέρρευσαν ήταν ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ - αγορά γης, οικοπέδων και παρόµοια».
Τελικά, αυτά τα περί «οικονοµικού θαύµατος της χούντας» δεν είναι απλά παραµύθια της Χαλιµάς, αλλά όσοι τα λένε προσπαθούν να βγάλουν λάδι, γκεµπελικά και προκλητικά, µια καταστροφική οικονοµική περίοδο που βάλτωσε τη χώρα σε όλα τα επίπεδα… Και το ότι κάποιοι θέλουνε να ξεχνάνε τόσο εύκολα, είτε επειδή είναι ωφεληµένοι από σκοτεινές περιόδους σαν την εφταετία είτε επειδή έστω είναι ανιστόρητοι, δεν πάει να πει ότι όλοι έχουµε πάθει µαζικό Αλτσχάιµερ και οµαδική τύφλωση…
 Συνεχιζεται..(  σε οτι αφορά  τα  υπολοιπα της  ομιλιας του κυριου Ραμφου..)

15 Eylül 2014 Pazartesi

tovima.gr - Οι ηθικές ιδέες στον αρχαίο κόσμο

Οι αρχαίες ελληνικές κοινωνίες, σύμφωνα με τον W.R. Dodds (Οι Ελληνες και το παράλογο) διαχωρίζονται σε κοινωνίες της ντροπής και κοινωνίες της ενοχής
tovima.gr|Από tovima.gr — Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη Α.Ε.
Οι αρχαίες ελληνικές κοινωνίες, σύμφωνα με τον W.R. Dodds (Οι Ελληνες και το παράλογο) διαχωρίζονται σε κοινωνίες της ντροπής και κοινωνίες της ενοχής. Η κοινωνία του Ομήρου, αναφέρει, είναι κοινωνία της ντροπής, αφού οι ομηρικοί ήρωες θεωρούν ύψιστο αγαθό την απόλαυση της τιμής και της δημόσιας εκτίμησης και όχι το να έχουν ήσυχη τη συνείδησή τους πράττοντας σύμφωνα με τη γνώμη των θεών. Το «τι θα πει ο κόσμος; πώς θα αντικρίσω τους άλλους;», η ντροπή που θα νιώσουν από την κοινωνική απόρριψη αποτελεί τον άξονα της συμπεριφοράς τους. Οι κοινωνίες της ενοχής, συνεχίζει ο Dodds, εμφανίζονται στην ύστερη αρχαιότητα, όταν  η άτη μεταμορφώνεται σε τιμωρία και οι Ερινύες σε όργανα εκδίκησης. Τότε, οι άνθρωποι νιώθουν ενοχή για πράξεις που έπρεπε να έχουν αποφύγει.

Ο B. Williams στο έργο του Αιδώς και ανάγκη. Ατομική βούληση, πράξη και ευθύνη στην αρχαία Ελλάδα διαφωνεί με τον Dodds και με τους υπέρμαχους της εξέλιξης και του προοδευτισμού. Δεν δέχεται ότι οι Ελληνες είχαν πρωτόγονες ιδέες για την πράξη, την ευθύνη, τα ηθικά κίνητρα και τη δικαιοσύνη και ότι οι ιδέες αυτές αργότερα αντικαταστάθηκαν από ένα πιο σύνθετο και εκλεπτυσμένο σύνολο αντιλήψεων. Η άποψη ότι η ηθική ενοχή επετεύχθη μόνο από τη νεωτερική συνείδηση είναι  βαθιά παραπλανητική τόσο από ιστορική όσο και από ηθική άποψη, υποστηρίζει. Οι ιδέες στις οποίες βασιζόμαστε είναι κοινές με εκείνες των αρχαίων Ελλήνων σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι διατείνονται οι υπέρμαχοι του προοδευτισμού.

Ο Williams (1929-2003), μολονότι καθηγητής της φιλοσοφίας στα πανεπιστήμια της Οξφόρδης, του Κέμπριτζ και της Καλιφόρνιας, αναζητεί τα επιχειρήματά του στη λογοτεχνία: «Το γεγονός ότι τα λογοτεχνικά έργα δεν είναι φιλοσοφία, δεν μας λέει τίποτα απολύτως ως προς το ενδιαφέρον που θα μπορούσαν να έχουν για τη φιλοσοφία» σημειώνει, θυμίζοντάς μας τους Τ. Adorno & M. Horkheimer (Κοινωνιολογία της τέχνης), που πίστευαν πως η τέχνη αποτελεί μια μη συνειδητή ιστοριογραφία, η οποία πρέπει να αποκρυπτογραφείται. Ετσι, μέσα από τα ομηρικά κείμενα και τις τραγωδίες, ο συγγραφέας αναζητεί τις ηθικές ιδέες, τα κίνητρα που οδηγούν τους ανθρώπους να κάνουν σπουδαία πράγματα και τις παραγνωρισμένες ομοιότητες στη σκέψη, στα συναισθήματα και στις πράξεις μεταξύ του αρχαίου και του μοντέρνου κόσμου.

Οι σκεπτικιστές, γράφει ο Williams, υποστηρίζουν ότι έλειπε από τους Ελληνες η έννοια της ηθικής απόφασης και της ηθικής ευθύνης. Ομως αυτό είναι λάθος, παρότι όντως οι θεοί παρεμβαίνουν συχνά στις πράξεις των ανθρώπων. Μπορεί να μην υπάρχουν οι λέξεις «πρόθεση» ή «αποφασίζω», όμως υπάρχει η λέξη εκών που σημαίνει με πρόθεση ή «σκόπιμα», όπως υπάρχει και η ιδέα του ανθρώπου που αποφασίζει για τον εαυτό του και αισθάνεται τις ευθύνες του. Ο Οιδίποδας αναγνωρίζει την ευθύνη του και ομοίως ο Αίαντας που, επειδή προσβλήθηκε διότι ο Οδυσσέας πήρε τα όπλα του Αχιλλέα, σχεδιάζει να σκοτώσει τους αρχηγούς και η Αθηνά για να τον εμποδίσει τον τρελαίνει και σκοτώνει πρόβατα και βόδια. Οταν συνέρχεται με ένα λυρικό ξέσπασμα απελπισίας και ντροπής αποφασίζει ότι το μόνο που του μένει είναι να αυτοκτονήσει. Επίσης, όταν κάποιος μιλάει στον θυμόν του σημαίνει ότι μιλάει στον εαυτό του προκειμένου να αποφασίσει, άρα υπάρχει και η έννοια της αυτοσυγκράτησης, που φαίνεται όταν ο Οδυσσέας μπαίνει στον πειρασμό να σκοτώσει τις θεραπαινίδες των μνηστήρων και συγκρατείται.

Η ομηρική ντροπή, υποστηρίζει ο Williams, δεν σχετίζεται μόνο με τις ανταγωνιστικές επιτυχίες ή αποτυχίες του ατόμου και τον φόβο ότι κάποιος θα γίνει άμεσα αντιληπτός αν δεν προσαρμοστεί στις προκαταλήψεις της κοινότητας. Δεν είναι μόνο το βλέμμα του άλλου όταν πέφτει πάνω στον δρώντα που προξενεί ντροπή. Υπάρχει και η ντροπή απέναντι στο φανταστικό βλέμμα ενός φανταστικού ετέρου, του οποίου τις αντιδράσεις σέβεται το δρων υποκείμενο. Είναι οι εσωτερικευμένες αξίες. Ο εσωτερικευμένος κώδικας τιμής, για παράδειγμα, δεν επιτρέπει στον Αίαντα να ζήσει χωρίς αυτοσεβασμό, και αυτοκτονεί. Η κοινωνία του Ομήρου δεν είναι μόνο κοινωνία της ντροπής, όπου το συναίσθημα συνδέεται με την όραση, αλλά και της ενοχής που έχει τις ρίζες της στην «ακοή», στον ήχο της φωνής της κρίσης μέσα μας, στο ηθικό συναίσθημα. Από τα τέλη του 5ου αιώνα, οι Ελληνες έκαναν τις δικές τους διακρίσεις ανάμεσα στην ντροπή, που απλώς ακολουθούσε την κοινή γνώμη, και την ντροπή που εξέφραζε εσωτερική προσωπική πεποίθηση. Στον Ιππόλυτο του Ευριπίδη φαίνεται καθαρά η διαφορά: Η Φαίδρα καταστρέφει τον εαυτό της και τους γύρω της προκειμένου να διασφαλίσει μια αδιαμφισβήτητα καλή φήμη. Ο Ιππόλυτος, που κατηγορείται για κακά που δεν διέπραξε, απελπίζεται όταν δεν αναγνωρίζουν την αγνότητά του και αποσύρεται φανερώνοντας τις εσωτερικές πλευρές της αιδούς. Αυτή ήταν η ηθική ψυχολογία από τον καιρό των αρχαϊκών Ελλήνων και, παρά τη νεωτερική απομόνωση της ενοχής, αποτελεί ουσιώδες τμήμα και της δικής μας ψυχολογίας.

Ο Williams μελετά και το θέμα της δουλείας και τον ρόλο των γυναικών και καταδεικνύει ότι η νεωτερική απόρριψη του θεσμού της δουλείας και διαφόρων άλλων πρακτικών, που τις θεωρούμε άδικες, δεν είναι και τόσο νεωτερική. Υπήρχε και στον αρχαίο κόσμο. Οι Ελληνες δεν πίστευαν ότι κάποιος γεννιέται δούλος, αλλά ότι η δουλεία ή η ελευθερία ήταν θέμα τύχης, αφού εύκολα ένα άτομο μπορούσε να περάσει από τη μια κατάσταση στην άλλη. Ομως, το να αιχμαλωτιστεί κάποιος και να γίνει δούλος ήταν μεγάλη συμφορά για τους αρχαίους. Η δουλεία στα μάτια των περισσότερων ανθρώπων δεν ήταν δίκαιη και γνώριζαν ότι βασιζόταν στον καταναγκασμό, αλλά ήταν αναγκαία και δεδομένη και δεν μπορούσαν να φανταστούν τον κόσμο χωρίς αυτή. Και επειδή ήταν αναγκαία, δεν θεωρούσαν ότι ήταν άδικη ως θεσμός.  

Ο συγγραφέας, αναφερόμενος στη θέση των γυναικών, σημειώνει πως η ζωή της γυναίκας ήταν περισσότερο ελεύθερη από ό,τι γενικά θα υποθέταμε. Παρά ταύτα, στα κείμενα υπάρχουν παράπονα για τη μεταχείρισή τους. Π.χ. η Καλυψώ παραπονιέται για τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά που ισχύουν για τους θεούς και τις θεές όσον αφορά τις σεξουαλικές σχέσεις με θνητούς. Ομως, ενώ η δουλεία είναι θέμα τύχης, εδώ βλέπουμε να υπεισέρχεται η κοινωνική κατασκευή του φύλου, όπως θα λέγαμε με σύγχρονους όρους, και διαπιστώνουμε ότι οι νεότερες προκαταλήψεις είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό ίδιες με τις αρχαίες.

Στην πραγματικότητα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση που μοιάζει πολύ με εκείνη των Ελλήνων σχετικά με τη δουλεία και τη θέση των γυναικών. Το χαρακτηριστικά νεωτερικό επίτευγμα είναι ότι το πρόβλημα έχει τεθεί: Αναγνωρίζουμε την αυθαιρεσία και τη βαρβαρότητα με την οποία μεταχειρίζεται η κοινωνία ορισμένους ανθρώπους.

Αντιλαμβανόμαστε ότι η κατάσταση αυτών των ανθρώπων είναι άδικη και τα συστήματα που επιτρέπουν αυτά τα πράγματα είναι επίσης άδικα, αλλά διστάζουμε να αντιδράσουμε. Ισως επειδή βλέπουμε τη διαφθορά ή ίσως επειδή μας έχουν πείσει ότι είναι αναπόφευκτο κάποιοι να επιβάλλουν δεινά σε κάποιους άλλους.

Σε ό,τι αφορά τις γυναίκες, οι προκαταλήψεις, οι βασισμένες σε παραδοσιακές θρησκευτικές αντιλήψεις, ανθούν στον νεότερο κόσμο και η ιδέα ότι οι ρόλοι του κοινωνικού φύλου επιβάλλονται από τη φύση είναι ζωντανή με «μοντέρνες», επιστημονικές μορφές...

Ο συγγραφέας δεν αρνείται ότι ο νεότερος κόσμος είναι καθ' όλα διαφορετικός. Πιστεύει όμως, και πείθει και τον αναγνώστη, ότι εκείνο «που είναι ζωντανό από τον αρχαίο κόσμο μάς βοηθάει (συχνά με τρόπους που δεν είναι φανεροί) να παραμείνουμε ζωντανοί».

Η εξαιρετικά πρωτότυπη σύλληψη του B. Williams μας οδηγεί στην κατανόηση της εμπρόθετης δράσης, της ευθύνης, της ντροπής και της ενοχής στον κόσμο μας και κυρίως, όπως δηλώνει ο ίδιος από την αρχή, στο να κατανοήσουμε τον εαυτό μας. Η δε πολύ καλή μετάφραση καθιστά το βιβλίο ευανάγνωστο και ελκυστικό σε ειδήμονες και μη.

Η κυρία Αννα Λυδάκη είναι καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.