βιοπολιτική etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster
βιοπολιτική etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster

19 Ağustos 2014 Salı

Η κοινωνία ως "μηχανή αποκλεισμού". Της Κατερίνας Μάτσα αναδημοσιεσυη απο ΤVXS

18:12 | 08 Απρ. 2012
Τελευταία ανανέωση 15:40 | 28 Νοε. 2013
Στην καρδιά της ορθολογικότητας της δικιάς μας κουλτούρας βρίσκεται ένας αποκλεισμός, που προηγείται οποιουδήποτε άλλου, πιο ριζικός από τον αποκλεισμό των τρελών, των παιδιών ή των κατώτερων φυλών, ένας αποκλεισμός που προηγείται όλων αυτών και χρησιμεύει ως πρότυπό τους, ο αποκλεισμός του νεκρού και του θανάτου».
[...] Προέρχονται από όλα τα κοινωνικά στρώματα, σιωπηλοί μάρτυρες μιας χωρίς προηγούμενο κρίσης της κοινωνίας και του πολιτισμού.
Ένας πραγματικός μικρόκοσμος που βιώνει καθημερινά το θάνατο, ζώντας στο κοινωνικό περιθώριο, μέσα σ’ έναν κόσμο που γεννά και συσσωρεύει καταστροφές.
Η χρήση των ναρκωτικών γι’ αυτά τα νέα παιδιά γίνεται ένα παιχνίδι ρώσικης ρουλέτας, μια διαρκής αναμέτρηση με το θάνατο.
Αναζητούν απελπισμένα τη δόση τους, γνωρίζοντας ότι κάθε δόση μπορεί να είναι η μοιραία δόση.
Ζουν μέσα στην εξαθλίωση, γνωρίζοντας ότι αυτός ο τρόπος ζωής τους εκθέτει σε μυριάδες κινδύνους (λοιμώξεις, ατυχήματα, αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές κ.α.).
Παρ’ όλα αυτά επιμένουν.
Το κάνουν όχι από ευχαρίστηση, όπως πιστεύουν πολλοί, αλλά από ανάγκη.
Τα ναρκωτικά δεν αποτελούν αντικείμενο επιθυμίας αλλά ανάγκης.
Η εξάρτηση δεν είναι παρά ένας τυραννικός καταναγκασμός, καθημερινό μαρτύριο, που μετατρέπει τη ζωή σε κόλαση.
Για τους τοξικομανείς η προβληματική της επιθυμίας έχει μετατεθεί στο πεδίο της ανάγκης, ο θάνατος κυριαρχεί στην ψυχική σκηνή.
«Μέσα από τη χρήση των ναρκωτικών», λέει η Sylvie Le Poulichet, «επιτελείται μια διαρκής προσομοίωση θανάτου».
Η έναρξη της χρήσης ουσιών γίνεται, συνήθως, στην αρχή της εφηβείας.
Είναι η ηλικία της ανακάλυψης της άγνωστης, ακόμα, ηπείρου της σεξουαλικότητας και της συνάντησης του υποκειμένου με το ζήτημα του θανάτου.
Είναι η εποχή της αναμέτρησής του με το άγνωστο, το τυχαίο, το αβέβαιο, μέσα σε ένα φαντασιωτικό παιχνίδι, όπου το επίδικο είναι η ζωή του ή ο θάνατός του.
Από την ικανότητά του να «επιβιώσει» ψυχικά μέσα από αυτή την αναμέτρηση, από την ικανότητά του, δηλαδή, να βρει το δικό του πέρασμα προς τη ζωή, θα εξαρτηθεί το ίδιο το ψυχικό του γίγνεσθαι.
Στις περιπτώσεις όμως που υπάρχουν βαθιά ελλείμματα στον ψυχισμό του και συνθήκες κρίσης στο οικογενειακό και στο κοινωνικό περιβάλλον, τότε αυτό το πέρασμα προς τη ζωή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ικανοποιητικά για το άτομο και το παιχνίδι με το θάνατο γίνεται τρόπος ζωής, που μπορεί να πάρει τη μορφή της τοξικομανίας. […]
Το βέβαιο όμως είναι ότι σ’ αυτό το μακάβριο παιχνίδι η διαρκής πρόκληση του θανάτου αποσκοπεί, βασικά στην ακύρωσή του. […]

Όταν κάνουν χρήση δεν έχουν στο μυαλό τους το θάνατο, δεν επιδιώκουν – εκτός από συγκεκριμένες ιδιαίτερες περιπτώσεις όπου συνυπάρχει ψυχοπαθολογία – να αυτοκτονήσουν. Ρισκάρουν το θάνατο για να κερδίσουν τη ζωή.
Επιδιώκουν, βασικά, να αποδείξουν –στον εαυτό τους, πρώτα απ’ όλα- ότι μπορούν να ακυρώσουν το θάνατο και να βγουν νικητές.
Κρύβουν την τρομακτική τους ανασφάλεια πίσω από την επίδειξη της –φαντασιωσικής- παντοδυναμίας που δίνουν τα ναρκωτικά. […]

Γι’ αυτό η λήψη υπερβολικής δόσης (OD) είναι τόσο συνήθης πρακτική, στην οποία ο ίδιος ελάχιστες, σχετικά, φορές δίνει το χαρακτήρα της απόπειρας αυτοκτονίας. […]
Όταν κάνει χρήση δεν υπάρχει γι’ αυτόν ο Άλλος, ως ζωντανή παρουσία στη ζωή του.
Υπάρχει μόνο το χάσμα της απουσίας, που δίνει τραγική διάσταση στη μοναξιά του.
Ο θάνατος, λοιπόν, σφραγίζει την καθημερινότητα της μίζερης ζωής τους, γιατί έχει ήδη σφραγίσει, από πριν, τον εσωτερικό ψυχικό τους κόσμο.
Μέσα σ’ αυτόν βρίσκεται, συχνά, κλεισμένος ένας αγαπημένος νεκρός που δεν μπόρεσαν να τον πενθήσουν, εγκιβωτισμένος σε μία «κρύπτη» στο εσωτερικό του Εγώ.
Το πένθος αυτού του νεκρού ήταν ανέφικτο μέσα στις συνθήκες που συντελέστηκε η μεγάλη απώλεια.
Αυτός ο ψυχικός τραυματισμός, που δεν έγινε δυνατό να μεταβολιστεί ψυχικά, μπορεί να συνδέεται με προσωπικά βιώματα, μπορεί όμως και να μεταδόθηκε από προηγούμενες γενιές και να αφορά συλλογικές εμπειρίες (της κοινότητας, του έθνους, της κουλτούρας στην οποία ανήκει η οικογένεια του συγκεκριμένου ατόμου).
Αυτό το τραύμα διαμορφώνει με πολύπλοκο και κρυπτικό, συνήθως, τρόπο τα δυναμικά της ψυχικής ζωής του ίδιου αλλά και της οικογένειάς του.
Γεννά κρύπτες και «φαντάσματα» που «στοιχειώνουν» τους ζωντανούς. […]
Η κλινική μας εμπειρία επιβεβαιώνει την παρουσία όλων αυτών των φαινομένων σε πολλούς τοξικομανείς, που προσήλθαν στον Συμβουλευτικό Σταθμό του 18 ΑΝΩ και ζήτησαν να ενταχθούν σε κάποιο από τα θεραπευτικά προγράμματα που υλοποιούνται στη Μονάδα.
Παρατηρήσαμε αρχικά ότι στο ιστορικό της οικογένειας των τοξικομανών αναφέρονται πολλοί θάνατοι, συνήθως πρόωροι και απροσδόκητοι.
Το πένθος γι αυτούς τους νεκρούς δεν έγινε εφικτό, για πολλούς λόγους, ιδιαίτερους για τον καθέναν.
Η έναρξη της χρήσης ουσιών τοποθετείται, συνήθως, χρονικά, μετά την τραυματική απώλεια και το αδύνατο πένθος της. […]
Παρατηρήσαμε στην κλινική πράξη ότι στις περιπτώσεις που υπήρχε αδύνατο πένθος η θεραπευτική διαδικασία ήταν ιδιαίτερα δύσκολη και οι υποτροπές συχνές, ακόμα και μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του θεραπευτικού προγράμματος.
Σ’ αυτά τα άτομα αναπτυσσόταν, συχνά, μετά την απεξάρτησή τους από τα ναρκωτικά, μια εξαρτητική σχέση με το αλκοόλ, η οποία προηγούνταν της υποτροπής στα ναρκωτικά και στη συνέχεια εξελισσόταν παράλληλα. […]
Η επιθυμία να φωτιστούν και να διερευνηθούν διεξοδικά όλα αυτά τα ζητήματα υπαγορεύτηκε βασικά από την ανάγκη να συμβάλουμε, ως 18 ΑΝΩ και στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, στο να γίνει η θεραπευτική διαδικασία της απεξάρτησης πληρέστερη, να προχωρήσει σε μεγαλύτερο βάθος και να είναι πιο αποτελεσματική.
Μ’ άλλα λόγια, διερευνήσαμε το πεδίο του θανάτου για να υπηρετήσουμε τη ζωή.

Η απώθηση του θανάτου και του πένθους
[…] Η διαδικασία του πένθους πραγματοποιείται στον τόπο της συνάντησης του ψυχικού με το κοινωνικό.
Η έκφραση του πένθους παίρνει πολλές μορφές (θρήνος, παράπονο, θλίψη, άγχος, οργή, αγανάκτηση, κ.α.).
Στους περισσότερους πολιτισμούς ο θρήνος αποτελεί την πρώτη αντίδραση στο θάνατο.
Σε όλους τους τύπους κοινωνιών οι τιμές στο νεκρό αποδίδονται μέσα από επιθανάτιες τελετές.
Πάντως ο τρόπος που εκφράζεται το πένθος σε μια κοινωνία συναρτάται στενά με την κουλτούρα της, με τον τρόπο που αφήνει ελεύθερα, προβάλλει και νοηματοδοτεί ή αντίθετα καταπνίγει και απαγορεύει να εκφραστούν τα αρνητικά συναισθήματα που γεννά η απώλεια.
Στις παραδοσιακές, τις προκαπιταλιστικές, κοινωνίες η εργασία του πένθους είχε κοινωνικό χαρακτήρα και αποτελούσε μέρος ενός τελετουργικού, στο πλαίσιο μια κοινωνικής πρακτικής, που περιελάμβανε ένα υποστηρικτικό κοινωνικό δίκτυο γύρω από τον πενθούντα και μία διαδικασία από κοινού συμμετοχής της κοινότητας στο πένθος για τον νεκρό. […]
Ο άνθρωπος σ’ εκείνες τις κοινωνίες ήταν βαθιά και άμεσα κοινωνικός και δεν διαχώριζε τον εαυτό του από τη φύση.
Η οικειότητα με το θάνατο ήταν μια μορφή παραδοχής της τάξης και της φύσης.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα μέχρι και σήμερα, οι δημογραφικές μεταβολές, η βιομηχανική επανάσταση και η πρόοδος της Ιατρικής άλλαξαν τη στάση των ανθρώπων απέναντι στο θάνατο.
Ο θάνατος καθενός, καθώς και ο θάνατος των οικείων του, εσωτερικεύεται, απωθείται και εκδιώκεται από την καθημερινότητά του.
Η απώλεια ενός οικείου και ο χρόνος του πένθους δεν αποτελούν πλέον μια εμπειρία στην οποία συμμετέχει και το κοινωνικό σώμα.
Το πένθος στις κοινωνίες της νεωτερικότητας έχει χάσει το κοινωνικό του χαρακτήρα και έχει γίνει μια στενά ατομική υπόθεση, μια ατομική ψυχική διεργασία.
Αυτό που κυριαρχεί σε κοινωνικό επίπεδο είναι η απώθηση του θανάτου μέσα σε συνθήκες ακραίας εξατομίκευσης.
«Η σύγχρονη κοινωνία», λέει ο Αρίες, «στερεί τον άνθρωπο από το θάνατό του και δεν του τον επιστρέφει παρά μόνο εφόσον δεν πρόκειται να ταράξει τους ζωντανούς. Από την άλλη μεριά, απαγορεύει στους ζωντανούς να δείχνουν συγκινημένοι από το θάνατο του άλλου, δεν τους επιτρέπει ούτε να κλάψουν τους νεκρούς, ούτε να κάνουν ότι τους νοσταλγούν».
Σε μια κοινωνία η οποία μέσα στην κρίση της λειτουργεί ως «μηχανή αποκλεισμού», δημιουργώντας όρους κοινωνικού αποκλεισμού για ένα ευρύτατο και διαρκώς διευρυνόμενο φάσμα ατόμων και κοινωνικών ομάδων, ο μεγαλύτερος αποκλεισμός είναι αυτός του νεκρού και του θανάτου.

«Στην καρδιά της ορθολογικότητας της δικιάς μας κουλτούρας βρίσκεται ένας αποκλεισμός, που προηγείται οποιουδήποτε άλλου, πιο ριζικός από τον αποκλεισμό των τρελών, των παιδιών ή των κατώτερων φυλών, ένας αποκλεισμός που προηγείται όλων αυτών και χρησιμεύει ως πρότυπό τους, ο αποκλεισμός του νεκρού και του θανάτου».

Οι σύγχρονες πόλεις είναι χτισμένες σαν να μην υπάρχει θάνατος. Το φέρετρο είναι πολύ δύσκολο να φτάσει στον τελευταίο όροφο της πολυκατοικίας ή του ουρανοξύστη.
Κανείς πια δεν είναι διαθέσιμος για να «ξενυχτήσει» τον νεκρό στο σπίτι του το τελευταίο βράδυ πριν από την ταφή και να συμπαρασταθεί στους πενθούντες συγγενείς του. […]
Σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές απουσιάζει τραγικά ένα υποστηρικτικό δίκτυο ανθρώπων γύρω από τους πενθούντες, για να μοιραστεί μαζί τους τον πόνο της απώλειας και να θρηνήσει τον νεκρό.
Όμως η εμπειρία του πένθους χρειάζεται, οπωσδήποτε, έναν συνομιλητή για να βιωθεί και να εκφραστεί με λόγια, να μιληθεί. […]
Ο θάνατος του προσφιλούς προσώπου πρέπει να εγγραφεί κοινωνικά, να πάρει το χαρακτήρα μιας κοινής «μαρτυρίας», μιας από κοινού συμμετοχής στον πόνο της απώλειας, ενός συλλογικού θρήνου.
Η απουσία αυτού του κοινωνικού συνομιλητή που μπορεί να λειτουργήσει για τους πενθούντες ως υποστηρικτικό δίκτυο οδηγεί στην αποκοινωνικοποίηση και τελικά στην απώθηση του πένθους.
Ο βαθμός της απώθησης του πένθους σε κοινωνικό επίπεδο αποτελεί δείκτη του βαθμού αποξένωσης των ανθρώπων, μέτρο της κοινωνικής αλλοτρίωσης.
Μέσα στις συνθήκες που ορίζονται από την κυρίαρχη σήμερα ιδεολογία του ατομικισμού διαμορφώνεται ο ψυχισμός της νέας γενιάς, της γενιάς «χωρίς μέλλον» (generation no future”) και εμφανίζεται πολύμορφα η αδυναμία της, σε συλλογικό επίπεδο, να επιτελέσει το πένθος της για ένα καλύτερο μέλλον, που δικαιούται, αλλά της το στερούν.
Μήπως, λοιπόν, αυτό το αδύνατο πένθος των νέων της εποχής μας γίνεται ένας από τους παράγοντες που πυροδοτούν, σε τόσο μεγάλη έκταση, τις αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές τους; Μήπως η σημερινή κοινωνία του θεάματος είναι ανίκανη να πενθήσει επειδή έχει μετατρέψει και τον ίδιο το θάνατο σε θέαμα;
Ακόμα και οι μαζικοί θάνατοι των πολέμων, των βομβαρδισμών, των μαζικών καταστροφών δεν αντιπροσωπεύουν για τον θεατή τους – που τους παρακολουθεί στην τηλεόραση, αμέτοχος, με το αίσθημα της ασφάλειας που παρέχει ο ιδιωτικός του χώρος- παρά απλές τηλεοπτικές εικόνες που συντηρούν την ψευδαίσθηση ότι ο θάνατος δεν τον αφορά προσωπικά, είναι κάτι ξένο προς αυτόν, δεν επηρεάζει την καθημερινότητά του.
Πίσω από αυτή την αδυναμία του μέσου ανθρώπου της εποχής μας να αποδεχτεί το θάνατο και να μιλήσει ανοιχτά για αυτόν, βρίσκεται η αδυναμία του να πενθήσει τους νεκρούς του.
Βρίσκεται η ανικανότητά του να επεξεργαστεί ψυχικά τον τραυματισμό της απώλειας και να τον επουλώσει.
Βρίσκεται μια βαθιά ελλειμματική λειτουργία συμβολοποίησης και μετουσίωσης.
Γι’ αυτό δεν αντέχει τον ψυχικό πόνο και προσπαθεί με κάθε τρόπο να τον ναρκώνει.
Ακόμα και στις κορυφαίες στιγμές του αποχαιρετισμού του νεκρού, κατά την τελετή της ταφής του, οι πενθούντες, συγγενείς και φίλοι, παρευρίσκονται συνήθως με ναρκωμένες τις αισθήσεις από τα ηρεμιστικά που καταναλώνουν.
Μ’ αυτόν τον τρόπο, βέβαια, μπλοκάρουν ακόμα περισσότερο τη διαδικασία του πένθους, τη στιγμή ακριβώς που θα έπρεπε να αρχίσει.
«Τελικά», λέει ο Αρίες, «καταλήγει κανείς να αναρωτηθεί αν μεγάλο μέρος της σημερινής κοινωνικής παθολογίας πηγάζει από την τοποθέτηση του θανάτου έξω από την καθημερινή ζωή, από την απαγόρευση του πένθους και του δικαιώματος να πενθούμε τους νεκρούς μας».

Αποσπάσματα από το νέο βιβλίο της Κατερίνας Μάτσα, «Το αδύνατο πένθος και η κρύπτη» Ο τοξικομανής και ο θάνατος, των εκδ. Άγρα.

Η ψυχίατρος Κατερίνας Μάτσα γεννήθηκε το 1947 στη Νέα Αρτάκη Ευβοίας. Σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα και Ψυχιατρική στο Παρίσι και την Αθήνα. Είναι η γυναίκα του Σάββα Μιχαήλ.
Εργάζεται στο Ε.Σ.Υ., στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής, το γνωστό Δαφνί, από το 1974 μέχρι σήμερα. Είναι η επιστημονική υπεύθυνη της Μονάδας Απεξάρτησης Τοξικομανών Ψ.Ν.Α. - 18 ΑΝΩ και εκδότρια του περιοδικού "Τετράδια Ψυχιατρικής".
Το 2001 κυκλοφόρησε στις Εκδόσεις "Άγρα" το βιβλίο της "Ψάξαμε ανθρώπους και βρήκαμε σκιές... Το αίνιγμα της τοξικομανίας" το 2006 "Η περίπτωση Ευρυδίκη - Κλινική της τοξικομανίας" και "Ψυχοθεραπεία και τέχνη στην απεξάρτηση - Το "παράδειγμα" του 18 Άνω (2008).

---

17 Ağustos 2014 Pazar

Διαβαστε το εξαιρετικο αρθρο του ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΚΟΥ tovima.gr - Καλώς ήρθατε στον 21ο αιώνα! www.tovima.gr

Διαβαστε το εξαιρετικο αρθρο του ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΚΟΥ
tovima.gr - Καλώς ήρθατε στον 21ο αιώνα!
www.tovima.gr
To τέλος του σύντομου 20ού αιώνα συνοδεύτηκε με προσδοκίες ενός κόσμου ειρηνικού, μιας νέας τάξης πραγμάτων βασισμένης στη φιλελεύθερη δημοκρατία, τη χωρίς σύνορα και περιορισμούς αγορά και το βορειοατλαντικό σύστημα ασφαλείας. Η δεκαετία του '90 φαινόταν ως το απόγειο του δυτικού πολιτισμού. Ηταν όμως η στιγμή που Ευρώπη και Αμερική άρχισαν να χάνουν την πρωτοκαθεδρία τους. Ο νέος μετααποικιακός κόσμος που αναδύθηκε σε αυτές τις δυόμισι δεκαετίες περιελάμβανε την ανάδυση της Κίνας, της Ινδίας και των BRICS, καθώς και των Next Eleven. Οι αναδυόμενες μεγάλες και μεσαίες οικονομίες άλλαξαν την οικονομική γεωγραφία του πλανήτη. Δεν θα μπορούσε αυτός ο κόσμος να εγκαινιάσει μια νέα εποχή;

Εκείνο που εγκαθιδρύθηκε ήταν η ανισορροπία, η ασυμμετρία ανάμεσα στην οικονομική ευρωστία, την πολεμική δύναμη και την πολιτική επιρροή, η ανισότητα ανάμεσα σε χώρες και στο εσωτερικό τους, η ρευστότητα, η ανομία εν τέλει. Το τέλος του ενός αιώνα και οι αρχές του επομένου δεν δημιουργούν ένα συνεκτικό αφήγημα που να έχει νόημα και να μπορεί να εμπνεύσει πολιτικές. Δεν μοιάζει ούτε με την αποικιακή τάξη που επέβαλαν στον κόσμο οι πέντε μεγάλες δυνάμεις του 19ου αιώνα ούτε με τον διπολικό κόσμο του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Δεν υπάρχει καμία ιδέα που να κυριαρχεί, όπως ήταν τους δύο περασμένους αιώνες διαδοχικά η εκπολιτιστική αποστολή της Ευρώπης, η ιδέα της εθνικής αυτονομίας και της συνεργασίας των λαών ή η ιδέα ενός καινούργιου προοδευτικού κόσμου.

Από το 1989 άνοιξαν τέσσερις μεγάλοι κύκλοι αίματος. Ο πρώτος αφορά τον χώρο του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού. Αρχικά στα Δυτικά Βαλκάνια, ύστερα στον Καύκασο και στα νότια της Ρωσίας, απειλεί τώρα μια μείζονα κρίση ανάμεσα στη Ρωσία και στη Δύση γύρω από την τύχη της Ουκρανίας. Ο δεύτερος κύκλος αίματος αφορά τη ζώνη του Ισλάμ, από το Πακιστάν έως τη Λιβύη, χωρίς να αφήνει εκτός του κύκλου βίας την Ινδονησία αλλά και τις μεγάλες πρωτεύουσες της Δύσης, αρχής γενομένης από τη Νέα Υόρκη, το 2001. Ο τρίτος κύκλος αφορά την Υποσαχάρια Αφρική, όπου οι εμφύλιοι ενδημούν μαζί με την ξηρασία και τις αρρώστιες. Τέλος, ο τέταρτος κύκλος αφορά τις μάζες των απελπισμένων ανθρώπων, τα εκατομμύρια των προσφύγων που θαλασσοπνίγονται ή πεθαίνουν προσπαθώντας απεγνωσμένα να αποδράσουν από τις χώρες των πολέμων, της βίας, της κλιματικής αλλαγής και της στέρησης.

Οι κύκλοι αυτοί του αίματος μεγεθύνονται γιατί ανατράπηκαν οι παλιές ισορροπίες χωρίς να αποκατασταθούν καινούργιες και λειτουργούν σε ένα πλαίσιο αυτοεκπληρούμενων προφητειών που τρέφει την αλαζονεία και την αδιαλλαξία. Χαρακτηριστική είναι η συμμετρία ανάμεσα στην αμερικανική πολιτική και στον ισλαμικό εξτρεμισμό. Από την αδιέξοδη υποστήριξη του Ισραήλ, από το 1967, έως τον πόλεμο στην τρομοκρατία, η Αμερική και ο δυτικός κόσμος έκαναν τα πάντα για να εκπληρώσουν τις προφητείες των ακραίων ισλαμιστών για την κακόβουλη Δύση. Και αναλογικά, οι ακραίοι ισλαμιστές, με τη βιαιότητα της θρησκευτικής ισοπέδωσης λαών και ιθαγενών πολιτισμών, τροφοδοτούν συστηματικά το ιδεολογικό οπλοστάσιο των στρατιωτικών επεμβάσεων. Κάπως έτσι το Ιράκ, μια χώρα με ισχυρές κοσμικές παραδόσεις, μετά το «Σοκ και δέος» διαλύεται με αναπεπταμένες τις θρησκευτικές σημαίες. Η καταστροφή ενός secular κράτους άνοιξε την πόρτα για μια post secular εποχή. Η πολιτική αυτή υπονόμευσε την αξιοπιστία των φιλελεύθερων αρχών και  κυρίως την αναφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα. Το Γκουαντάναμο και η επιβολή της σαρία δεν είναι διαφορετικής ποιότητας φαινόμενα. Καθρεφτίζεται το ένα στο άλλο.

Υπήρξαν αντιδράσεις σε αυτόν τον κόσμο της ιδεολογικής εσχατολογίας; Υπήρξαν. Hταν οι επαναστάσεις της Αραβικής Ανοιξης. Το 2011 υπήρξε ένα καινούργιο «1848» το οποίο αντιτάχτηκε και στον δυτικό οριενταλισμό και στην ισλαμική τρομοκρατία και στις στρατιωτικές δικτατορίες. Πολεμήθηκε ανελέητα από όλους. Η αιματηρή παλινόρθωση της δικτατορίας στην Αίγυπτο έγινε με την επαίσχυντη συνενοχή του δυτικού κόσμου. Η καινούργια υποτροπή της κρίσης στη Λιβύη και στη Συρία είναι παράγωγο αυτής της ήττας. Παρά τον πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας, η Αλ Κάιντα από τρομοκρατικό δίκτυο διαθέτει πλέον στρατό και επικράτεια!  

Εχουν κάτι κοινό αυτοί οι κύκλοι πέραν του αίματος; Η διαχείριση των ενεργειακών πηγών είναι μια προφανής, ίσως και εύκολη απάντηση. Αλλά το ζήτημα είναι βαθύτερο: αφορά τη σχέση ανάμεσα στους ανθρώπινους πληθυσμούς και στις δυνατότητες ή στις αντοχές του πλανήτη. Η κρίση της μετανάστευσης και οι εμφύλιοι της Αφρικής δεν βρίσκονται συχνά στα πρωτοσέλιδα, αλλά αφορούν γιγαντιαίες μετακινήσεις πληθυσμών που οφείλονται στις κλιματικές αλλαγές και στις αλυσιδωτές επιπτώσεις τους πάνω στις κοινωνίες. Με τη σειρά της η μαζική μετανάστευση πυροδοτεί νέες σειρές γεγονότων. Πολλαπλότητα και διαφορετικότητα των αιτιών στους τέσσερις κύκλους του αίματος, αλλά στο βάθος της εικόνας θα διακρίνουμε μια ζοφερή, όχι απλώς ιστορική, αλλά ανθρωπολογική κρίση. Αν ο κόσμος βάδιζε με βάση την αναγνώριση των αναγκών του, θα είχε εμπεδωθεί μια ριζοσπαστική πολιτική που θα προσάρμοζε τις κοινωνικές ανάγκες στους μεσο- και μακροπρόθεσμους στόχους της συμβίωσης με το φυσικό περιβάλλον. Αντ' αυτού ζούμε την παράνοια εντός της λογικής. Το παρελθόν, με τις εμμονές του, δεν τυραννά τους ζωντανούς. Γίνεται αιμοδιψές παρόν. Τα ξεφτίδια της Ιστορίας σκοτώνουν.

Τα τελευταία 25 χρόνια αύξησαν τον συνολικό παγκόσμιο πλούτο, στις πρώην αποικιακές χώρες σημειώθηκε αλματώδης ανάπτυξη, αλλά έγιναν αβυσσαλέες οι ανισότητες σε ολόκληρο τον πλανήτη. Μαζί με την αλλαγή της φιλοσοφίας του κράτους, της σχέσης οικονομίας και πολιτικής, είδαμε την αλλαγή της μορφής των πολέμων. Η ισορροπία του διπολικού πυρηνικού τρόμου αντικαταστάθηκε από μια γενική ανασφάλεια των επιλεκτικών κτυπημάτων με θύματα κυρίως στον άμαχο πληθυσμό. Τα εγκλήματα πολέμου έγιναν η κανονικότητα του πολέμου. Η ανθρωπότητα πέρασε σε μια καινούργια τεχνολογικά εποχή η οποία αποσταθεροποίησε σε βάθος τους παλιούς κανόνες κοινωνικής συμβίωσης. Υπάρχουν νησίδες σταθερότητας; Στην Ευρώπη ένα στα πέντε παιδιά ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και οι αυξανόμενες ανισότητες στην εκπαίδευση και στην ιατρική περίθαλψη θα διαφοροποιήσουν τους πληθυσμούς με τρόπο που ο 21ος θα ανακαλεί τον Aldus Huxley. Και σε ποιες ευρωπαϊκές χώρες διαπιστώνεται η μεγαλύτερη δυναμική ανισοτήτων; Στη Βρετανία και στην Ελλάδα... Welcome to the brave new world!