Δικαιο etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster
Δικαιο etiketine sahip kayıtlar gösteriliyor. Tüm kayıtları göster

22 Ocak 2015 Perşembe

Βιβλιοπαρουσίαση: ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΑΝΤΖΟΥΦΑ:ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑ, οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στη λειτουργία των θεσμών του ελληνικού κράτους και ειδικότερα του Συντάγματος, εκδόσεις Σάκκουλα, σελ.418 Πέτρος Θεοδωρίδης -Δημοσιεύτηκε στο νέο τεύχος του περιοδικού ΕΝΕΚΕΝ




ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑ
Βιβλιοπαρουσίαση:  ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΑΝΤΖΟΥΦΑ:ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑ, οι επιπτώσεις  της οικονομικής κρίσης στη λειτουργία των  θεσμών του ελληνικού κράτους  και ειδικότερα του Συντάγματος, εκδόσεις  Σάκκουλα, σελ.418
                                                         Πέτρος Θεοδωρίδης
  

Στο  βιβλίο αυτό  του επίκουρου καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου  στο Α.Π.Θ, Παναγιώτη Μαντζούφα, αναλύονται οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην λειτουργία του Συντάγματος. Στο πρώτο μέρος, παρουσιάζονται κυρίως οι θεσμικές παρεμβάσεις  που πραγματοποίησαν τα όργανα της ΕΕ. Το δεύτερο μέρος είναι αφιερωμένο στο τρόπο με τον οποίο η ελληνική δικαιοσύνη και ειδικότερα το ΣτΕ αντιμετώπισε τις αμφισβητήσεις των βασικών ρυθμίσεων που περιείχαν οι σημαντικότεροι εφαρμοστικοί νόμοι των μνημονίων στο πεδίο των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ειδικότερατο ενδιαφέρον επικεντρώθηκε α)στους νόμους που εκδόθηκαν από το 2010 μέχρι σήμερα και που αφορούν σε μισθολογικές και ασφαλιστικές περικοπές και αλλαγές και β)σε δικαστικές αποφάσεις, που εντάσσονται στο κλίμα της οικονομικής κρίσης και που  δικαιολογούν τη λήψη μέτρων που περιορίζουν δικαιώματα.
Στο τρίτο μέρος της μονογραφίας η συζήτηση μεταφέρεται στο πεδίο της λεγόμενης «απελευθέρωσης των επαγγελμάτων».
Σύμφωνα με τον Μαντζούφα, η προσχηματική επίκληση του Συντάγματος, πολύ συχνά, υποκρύπτει ένδεια εναλλακτικών προτάσεων, που θα αντικαθιστούσαν τα επώδυνα μέτρα με ισοδύναμα του αυτού αποτελέσματος, ενώ δημιουργείται η εσφαλμένη εντύπωση ότι, μέσω του Συντάγματος και όχι της πολιτικής πρωτοβουλίας, μπορεί να δοθεί βιώσιμη λύση στο οικονομικό και πολιτικό αδιέξοδο. Ο Μαντζούφας μας θυμίζει πως  ένα Σύνταγμα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μια οικονομική κρίση: τα μνημονιακά μέτρα βρίσκονταν εκτός του αξιακού πλαισίου του Συντάγματος  και είναι λάθος να φορτίζεται  το Σύνταγμα με προσδοκίες και ελπίδες, που δεν θα μπορούσε να εκπληρώσει.
  Ο συγγραφέας μας θυμίζει  επίσης ότι η απώλεια της νομισματικής και δημοσιονομικής αυτονομίας της χώρας είναι αποτέλεσμα της ένταξης στην ΟΝΕ,(η οποία πραγματοποιήθηκε επί τη βάσει των συνταγματικών ρυθμίσεων (άρθρα 28 παρ. 2 και 3 Σ) )και δεν προέκυψε με την επιβολή των μνημονίων και  των δανειακών συμβάσεων. Η δημοσιονομική εκτροπή της χώρας και η ένταξή της προέκυψε από την  ανάγκη να αποτραπεί τόσο η πτώχευσή της, όσο και η κατάρρευση της ευρωζώνης. Αυτές οι εξελίξεις δύσκολα θα μπορούσαν να προβλεφθούν ή/και να αφομοιωθούν από ένα Σύνταγμα, που έρχεται αντιμέτωπο, αφενός, με τους ανεπαρκείς θεσμούς της ΕΕ και την πολιτική αβελτηρία των ηγετών της και, αφετέρου, με τις εξαρτήσεις που δημιουργεί η παγκοσμιοποιημένη κυριαρχία των αγορών.
Σύμφωνα με τις ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις  του Μαντζούφα,το εθνικό και το διεθνές επίπεδο αλληλεπιδρούν και αλληλοεξαρτώνται διαρκώς ανοίγοντας συνεχώς ρωγμές σε ένα Σύνταγμα, που οικοδομήθηκε πάνω στο ιστορικό έδαφος των εθνών κρατών (συνταγματισμός) και που αντιλαμβανόταν τη διεθνή παρουσία ως απλή συμμετοχή της χώρας σε διεθνείς οργανισμούς, και όχι ως ένα πεδίο, όπου διακυβεύεται αδιαλείπτως η εθνική της κυριαρχία. Από την άλλη, οι πολίτες αναμένουν από το Σύνταγμα να επιτελέσει τον συμβολικό και εγγυητικό του ρόλο, να διασφαλίσει τα δικαιώματά τους μέσω των δικαιοδοτικών μηχανισμών και, εν τέλει να αισθανθούν ασφαλείς.Το Σύνταγμα μοιάζει με το έσχατο καταφύγιο και η αποτυχία του στον συγκεκριμένο ρόλο προκαλεί καθολική απώλεια πίστης στους συνταγματικούς θεσμούς. Από την πλευρά τους, οι πολιτικές δυνάμεις προσδοκούν από το Σύνταγμα να τις διευκολύνει στην πολιτική τους δράση και να είναι αποτελεσματικό. Το πολιτικό σύστημα προσβλέπει στο Σύνταγμα, για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση και  για να στείλει το μήνυμα στη διεθνή κοινότητα ότι υπάρχουν όρια, που, αν κανείς τα υπερβεί, διαρρηγνύεται η κοινωνική συνοχή και ανατρέπεται η συνταγματική τάξη. Όλα αυτά τα ενδεχόμενα δοκιμάστηκαν και δοκιμάζονται τα χρόνια της οικονομικής κρίσης πάνω σε ένα εκκρεμές, που κινούνταν ανάμεσα σε διαπιστώσεις, όπως το: «Σύνταγμα δεν είναι τίποτα» μέχρι το «Σύνταγμα είναι τα πάντα», δηλαδή ανάμεσα σε έναν εργαλειακό λόγο μνημονιακής προέλευσης, που αντιμετωπίζει τις συνταγματικές ενστάσεις για παραβίαση δικαιωμάτων ως δευτερεύοντα ζητήματα, και μιας αντιμνημονιακής ρητορικής, που απαξιώνει κάθε μέτρο ως εκ προοιμίου αντισυνταγματικό, καθιστώντας ανέφικτη οποιαδήποτε προοπτική εύρεσης κοινού τόπου.
Ο  Μαντζούφας  θεωρεί ότι   τόσο η ΕΕ όσο και η Ευρωζώνη δεν ήταν κατάλληλα προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν την κρίση, καθώς δεν έχει υπάρξει ιστορικό προηγούμενο επιτυχημένης νομισματικής ένωσης χωρίς προηγούμενη πολιτική ένωση. Επιπλέον δεν λειτούργησαν και οι, προϋφιστάμενοι της κρίσης, μηχανισμοί πολυμερούς εποπτείας. Κατά τον συγγραφέα απαιτείται μια ριζική τομή στο οικοδόμημα της νομισματικής ένωσης, με την πρόβλεψη ενός είδους ευρωομολόγου, που θα επιμερίζει και θα εγγυάται, υπό προϋποθέσεις, τα χρέη στο σύνολο των κρατών μελών, με ένα μηχανισμό εξισορρόπησης των διαφορών στην ανταγωνιστικότητα μεταξύ των κρατών μελών, με τη μεταβίβαση πόρων από το Βορρά προς το Νότο και με τις αντίστοιχες προσαρμογές των τραπεζικών συστημάτων.

Ο  συγγραφέας παρατηρεί ότι   περάσαμε σε μια εποχή αποσυνταγματοποίησης, όπου οι θεσμικές αδυναμίες σηματοδοτούν μια παρακμή της Ευρώπης, η οποία αναζητεί την ταυτότητά της, ανάμεσα σε οίκους αξιολόγησης και σε τεχνοκρατικές υποδείξεις του ΔΝΤ. Παραλληλα συντελείται και μια ουσιώδης μεταβολή της έννοιας του δημοσίου συμφέροντος, το οποίο δεν γίνεται αντιληπτό πλέον ως  εθνικό συμφέρον ενός κράτους, αλλά ως δημόσιο συμφέρον, που πρέπει να συνεκτιμά και τα κοινά συμφέροντα των κρατών μελών της ευρωζώνης, Έτσι τα μνημόνια αποτελούν ένα νέο πεδίο, στο οποίο μετατοπίστηκε το πολιτικό σύστημα, το οποίο καλείται να συναποφασίζει για το μεγαλύτερο μέρος των εσωτερικών πολιτικών της χώρας, υπό τα δεσμευτικά όρια που θέτει το άτυπο διεθνές «όργανο» της τρόικα και η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση.

Όπως παρατηρεί ο Μαντζούφας, η σημερινή κρίση δεν προέκυψε, επειδή οι συνταγματικοί θεσμοί παραβιάστηκαν και το πνεύμα της μεταπολίτευσης για εκδημοκρατισμό και ευρωπαϊκή πορεία νοθεύτηκε, αλλά, αντίστροφα, επειδή η σχετικά απρόσκοπτη και ομαλή λειτουργία των θεσμών του πολιτεύματος ανέδειξε τη βαθιά αδυναμία του πολιτικού προσωπικού να αναλάβει την ευθύνη για ένα πραγματικό εκσυγχρονισμό της κοινωνίας. Αποτέλεσμα είναι το κομματικό και πολιτικό σύστημα να απονομιμοποιηθούν, η αναξιοπιστία της πολιτικής εξουσίας να ενταθεί και η κρίση εμπιστοσύνης να αγγίξει τον βασικό αντιπροσωπευτικό θεσμό, τη Βουλή. Έτσι η πολιτική και οικονομική κρίση, μολονότι δεν ανέτρεψε τις βάσεις του συνταγματικού πολιτεύματος, απαξίωσε το πολιτικό και κομματικό σύστημα. Συνεπώς ούτε μια εκτεταμένη αναθεώρηση του Συντάγματος ούτε μια πανηγυρική «ανάκτηση» της εθνικής μας κυριαρχίας, με κατάργηση όλων των μέτρων των μνημονίων, θα φέρει την ποθούμενη αλλαγή. Όπως καταλήγει ο συγγραφέας ,στο μέτρο που η οικονομική κρίση ξεπερνάει τις εθνικές δυνατότητες αντιμετώπισης, η προσφυγή στο Σύνταγμα σαν σωτήρια λέμβο αποδεικνύεται ανεπαρκής και παραπλανητική:το Σύνταγμα θα ανακτήσει τα νομιμοποιητικά και εγγυητικά του χαρακτηριστικά και το κύρος τους, εφόσον εγκαθιδρυθεί μια νέα σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και κυβερνώντων και εφόσον οι πολιτικοί ανακτήσουν με τη σειρά τους τη χαμένη τους αξιοπιστία.



22 Aralık 2014 Pazartesi

ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑ Βιβλιοπαρουσίαση: ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΑΝΤΖΟΥΦΑ:ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑ, οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στη λειτουργία των θεσμών του ελληνικού κράτους και ειδικότερα του Συντάγματος, εκδόσεις Σάκκουλα, σελ.418




ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑ
Βιβλιοπαρουσίαση:  ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΑΝΤΖΟΥΦΑ:ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑ, οι επιπτώσεις  της οικονομικής κρίσης στη λειτουργία των  θεσμών του ελληνικού κράτους  και ειδικότερα του Συντάγματος, εκδόσεις  Σάκκουλα, σελ.418
                                                         Πέτρος Θεοδωρίδης
  

Στο  βιβλίο αυτό  του επίκουρου καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου  στο Α.Π.Θ, Παναγιώτη Μαντζούφα, αναλύονται οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην λειτουργία του Συντάγματος. Στο πρώτο μέρος, παρουσιάζονται κυρίως οι θεσμικές παρεμβάσεις  που πραγματοποίησαν τα όργανα της ΕΕ. Το δεύτερο μέρος είναι αφιερωμένο στο τρόπο με τον οποίο η ελληνική δικαιοσύνη και ειδικότερα το ΣτΕ αντιμετώπισε τις αμφισβητήσεις των βασικών ρυθμίσεων που περιείχαν οι σημαντικότεροι εφαρμοστικοί νόμοι των μνημονίων στο πεδίο των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ειδικότερατο ενδιαφέρον επικεντρώθηκε α)στους νόμους που εκδόθηκαν από το 2010 μέχρι σήμερα και που αφορούν σε μισθολογικές και ασφαλιστικές περικοπές και αλλαγές και β)σε δικαστικές αποφάσεις, που εντάσσονται στο κλίμα της οικονομικής κρίσης και που  δικαιολογούν τη λήψη μέτρων που περιορίζουν δικαιώματα.
Στο τρίτο μέρος της μονογραφίας η συζήτηση μεταφέρεται στο πεδίο της λεγόμενης «απελευθέρωσης των επαγγελμάτων».
Σύμφωνα με τον Μαντζούφα, η προσχηματική επίκληση του Συντάγματος, πολύ συχνά, υποκρύπτει ένδεια εναλλακτικών προτάσεων, που θα αντικαθιστούσαν τα επώδυνα μέτρα με ισοδύναμα του αυτού αποτελέσματος, ενώ δημιουργείται η εσφαλμένη εντύπωση ότι, μέσω του Συντάγματος και όχι της πολιτικής πρωτοβουλίας, μπορεί να δοθεί βιώσιμη λύση στο οικονομικό και πολιτικό αδιέξοδο. Ο Μαντζούφας μας θυμίζει πως  ένα Σύνταγμα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μια οικονομική κρίση: τα μνημονιακά μέτρα βρίσκονταν εκτός του αξιακού πλαισίου του Συντάγματος  και είναι λάθος να φορτίζεται  το Σύνταγμα με προσδοκίες και ελπίδες, που δεν θα μπορούσε να εκπληρώσει.
  Ο συγγραφέας μας θυμίζει  επίσης ότι η απώλεια της νομισματικής και δημοσιονομικής αυτονομίας της χώρας είναι αποτέλεσμα της ένταξης στην ΟΝΕ,(η οποία πραγματοποιήθηκε επί τη βάσει των συνταγματικών ρυθμίσεων (άρθρα 28 παρ. 2 και 3 Σ) )και δεν προέκυψε με την επιβολή των μνημονίων και  των δανειακών συμβάσεων. Η δημοσιονομική εκτροπή της χώρας και η ένταξή της προέκυψε από την  ανάγκη να αποτραπεί τόσο η πτώχευσή της, όσο και η κατάρρευση της ευρωζώνης. Αυτές οι εξελίξεις δύσκολα θα μπορούσαν να προβλεφθούν ή/και να αφομοιωθούν από ένα Σύνταγμα, που έρχεται αντιμέτωπο, αφενός, με τους ανεπαρκείς θεσμούς της ΕΕ και την πολιτική αβελτηρία των ηγετών της και, αφετέρου, με τις εξαρτήσεις που δημιουργεί η παγκοσμιοποιημένη κυριαρχία των αγορών.
Σύμφωνα με τις ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις  του Μαντζούφα,το εθνικό και το διεθνές επίπεδο αλληλεπιδρούν και αλληλοεξαρτώνται διαρκώς ανοίγοντας συνεχώς ρωγμές σε ένα Σύνταγμα, που οικοδομήθηκε πάνω στο ιστορικό έδαφος των εθνών κρατών (συνταγματισμός) και που αντιλαμβανόταν τη διεθνή παρουσία ως απλή συμμετοχή της χώρας σε διεθνείς οργανισμούς, και όχι ως ένα πεδίο, όπου διακυβεύεται αδιαλείπτως η εθνική της κυριαρχία. Από την άλλη, οι πολίτες αναμένουν από το Σύνταγμα να επιτελέσει τον συμβολικό και εγγυητικό του ρόλο, να διασφαλίσει τα δικαιώματά τους μέσω των δικαιοδοτικών μηχανισμών και, εν τέλει να αισθανθούν ασφαλείς.Το Σύνταγμα μοιάζει με το έσχατο καταφύγιο και η αποτυχία του στον συγκεκριμένο ρόλο προκαλεί καθολική απώλεια πίστης στους συνταγματικούς θεσμούς. Από την πλευρά τους, οι πολιτικές δυνάμεις προσδοκούν από το Σύνταγμα να τις διευκολύνει στην πολιτική τους δράση και να είναι αποτελεσματικό. Το πολιτικό σύστημα προσβλέπει στο Σύνταγμα, για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση και  για να στείλει το μήνυμα στη διεθνή κοινότητα ότι υπάρχουν όρια, που, αν κανείς τα υπερβεί, διαρρηγνύεται η κοινωνική συνοχή και ανατρέπεται η συνταγματική τάξη. Όλα αυτά τα ενδεχόμενα δοκιμάστηκαν και δοκιμάζονται τα χρόνια της οικονομικής κρίσης πάνω σε ένα εκκρεμές, που κινούνταν ανάμεσα σε διαπιστώσεις, όπως το: «Σύνταγμα δεν είναι τίποτα» μέχρι το «Σύνταγμα είναι τα πάντα», δηλαδή ανάμεσα σε έναν εργαλειακό λόγο μνημονιακής προέλευσης, που αντιμετωπίζει τις συνταγματικές ενστάσεις για παραβίαση δικαιωμάτων ως δευτερεύοντα ζητήματα, και μιας αντιμνημονιακής ρητορικής, που απαξιώνει κάθε μέτρο ως εκ προοιμίου αντισυνταγματικό, καθιστώντας ανέφικτη οποιαδήποτε προοπτική εύρεσης κοινού τόπου.
Ο  Μαντζούφας  θεωρεί ότι   τόσο η ΕΕ όσο και η Ευρωζώνη δεν ήταν κατάλληλα προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν την κρίση, καθώς δεν έχει υπάρξει ιστορικό προηγούμενο επιτυχημένης νομισματικής ένωσης χωρίς προηγούμενη πολιτική ένωση. Επιπλέον δεν λειτούργησαν και οι, προϋφιστάμενοι της κρίσης, μηχανισμοί πολυμερούς εποπτείας. Κατά τον συγγραφέα απαιτείται μια ριζική τομή στο οικοδόμημα της νομισματικής ένωσης, με την πρόβλεψη ενός είδους ευρωομολόγου, που θα επιμερίζει και θα εγγυάται, υπό προϋποθέσεις, τα χρέη στο σύνολο των κρατών μελών, με ένα μηχανισμό εξισορρόπησης των διαφορών στην ανταγωνιστικότητα μεταξύ των κρατών μελών, με τη μεταβίβαση πόρων από το Βορρά προς το Νότο και με τις αντίστοιχες προσαρμογές των τραπεζικών συστημάτων.

Ο  συγγραφέας παρατηρεί ότι   περάσαμε σε μια εποχή αποσυνταγματοποίησης, όπου οι θεσμικές αδυναμίες σηματοδοτούν μια παρακμή της Ευρώπης, η οποία αναζητεί την ταυτότητά της, ανάμεσα σε οίκους αξιολόγησης και σε τεχνοκρατικές υποδείξεις του ΔΝΤ. Παραλληλα συντελείται και μια ουσιώδης μεταβολή της έννοιας του δημοσίου συμφέροντος, το οποίο δεν γίνεται αντιληπτό πλέον ως  εθνικό συμφέρον ενός κράτους, αλλά ως δημόσιο συμφέρον, που πρέπει να συνεκτιμά και τα κοινά συμφέροντα των κρατών μελών της ευρωζώνης, Έτσι τα μνημόνια αποτελούν ένα νέο πεδίο, στο οποίο μετατοπίστηκε το πολιτικό σύστημα, το οποίο καλείται να συναποφασίζει για το μεγαλύτερο μέρος των εσωτερικών πολιτικών της χώρας, υπό τα δεσμευτικά όρια που θέτει το άτυπο διεθνές «όργανο» της τρόικα και η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση.

Όπως παρατηρεί ο Μαντζούφας, η σημερινή κρίση δεν προέκυψε, επειδή οι συνταγματικοί θεσμοί παραβιάστηκαν και το πνεύμα της μεταπολίτευσης για εκδημοκρατισμό και ευρωπαϊκή πορεία νοθεύτηκε, αλλά, αντίστροφα, επειδή η σχετικά απρόσκοπτη και ομαλή λειτουργία των θεσμών του πολιτεύματος ανέδειξε τη βαθιά αδυναμία του πολιτικού προσωπικού να αναλάβει την ευθύνη για ένα πραγματικό εκσυγχρονισμό της κοινωνίας. Αποτέλεσμα είναι το κομματικό και πολιτικό σύστημα να απονομιμοποιηθούν, η αναξιοπιστία της πολιτικής εξουσίας να ενταθεί και η κρίση εμπιστοσύνης να αγγίξει τον βασικό αντιπροσωπευτικό θεσμό, τη Βουλή. Έτσι η πολιτική και οικονομική κρίση, μολονότι δεν ανέτρεψε τις βάσεις του συνταγματικού πολιτεύματος, απαξίωσε το πολιτικό και κομματικό σύστημα. Συνεπώς ούτε μια εκτεταμένη αναθεώρηση του Συντάγματος ούτε μια πανηγυρική «ανάκτηση» της εθνικής μας κυριαρχίας, με κατάργηση όλων των μέτρων των μνημονίων, θα φέρει την ποθούμενη αλλαγή. Όπως καταλήγει ο συγγραφέας ,στο μέτρο που η οικονομική κρίση ξεπερνάει τις εθνικές δυνατότητες αντιμετώπισης, η προσφυγή στο Σύνταγμα σαν σωτήρια λέμβο αποδεικνύεται ανεπαρκής και παραπλανητική:το Σύνταγμα θα ανακτήσει τα νομιμοποιητικά και εγγυητικά του χαρακτηριστικά και το κύρος τους, εφόσον εγκαθιδρυθεί μια νέα σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και κυβερνώντων και εφόσον οι πολιτικοί ανακτήσουν με τη σειρά τους τη χαμένη τους αξιοπιστία.