4 Nisan 2008 Cuma

Εξ οικείων τα βέλη



Η κριτική στους δημοσιογράφους από τους απλούς πολίτες θα μπορούσε ενίοτε να θεωρηθεί και κακόπιστη.
Παραθέτω λοιπόν μια κριτική του Χιώτη Δημήτρη Βάρου που αφορά κάποιους από το σινάφι του.


Πέτρινα χρόνια, τέλος

«Η δημοσιογραφία μπορεί να σε κάνει πλούσιο. Αρκεί να την εγκαταλείψεις νωρίς». Αυτό έλεγαν οι παλιοί συνάδελφοι σε όποιον ξεκίναγε την δεκαετία του ’70 να υπηρετήσει την «τετάρτη εξουσία». Και ήταν σαφές τι εννοούσαν: Αυτό το λειτούργημα -που απαιτεί το ταλέντο σου, την ευσυνειδησία σου, την εντιμότητά σου, το μεράκι σου, ολόκληρο το 24ωρο σου, ακόμα και την υγεία σου- ποτέ δεν θα σου δώσει αρκετά λεφτά. Ακόμα κι αν ανέβεις στην υψηλότερη βαθμίδα του, που τότε ήταν διευθυντής εφημερίδας. Τα πλούτη μπορεί να έρθουνε μόνο αν αλλάξεις επάγγελμα. Έγκαιρα, φυσικά. Τα τριάντα χρόνια που πέρασαν από τότε ήταν αρκετά για να αντιστρέψουν την θεαματικά την κατάσταση και να προσδώσουν πρεστίζ στον κλάδο μας. Σήμερα υπερήφανα μπορούμε να λέμε πως όποιος θέλει να γίνει πλούσιος, η δημοσιογραφία πρέπει να είναι μέσα στις κορυφαίες επιλογές του. Αμέσως μετά το εμπόριο ναρκωτικών, τη μαστροπεία, την πολιτική και τα δημόσια έργα. Επιπλέον δεν απαιτεί πια ούτε ταλέντο, ούτε προσόντα, ούτε θυσίες. Αρκεί κανείς να το δει σωστά το ζήτημα. Μια αρκετά διαδομένη μέθοδος επιτυχίας για κάθε φιλόδοξο νέο είναι η εξής: Αφού πρώτα προσληφθεί σε ένα αξιοπρεπές μέσο ενημέρωσης καλύπτοντας θέματα ύψιστου ενδιαφέροντος για την κοινή γνώμη, όπως τα ζώδια, η ιδιωτική ζωή των σελέμπριτις ή τα προγνωστικά για το ποδοσφαιρικό στοίχημα που θα τον κάνουν γρήγορα «αναγνωρίσιμο», να ασχοληθεί παράλληλα -και για δική του χρήση- με την «αποκαλυπτική έρευνα». Όχι για να ξεσκεπάσει ένα σκάνδαλο τύπου Γουότεργκέητ, μια σφαγή σαν του Μάι Λάι ή μια πολιτική δολοφονία όπως του Γρηγόρη Λαμπράκη. Αυτά είναι για όσους ονειρεύονται μια βιβλιοθήκη μέσα στα βραβεία και όχι μια βιβλιοθήκη μέσα σε μια μονοκατοικία 500 τετραγωνικών στην Εκάλη που την περιβάλλουν αρκετά στρέμματα πράσινου, μια πισίνα, δύο μπάρμπεκιου, τρείς Πόρσε Καγιέν και τέσσερα κορίτσια που εργάζονται ως εξώφυλλα. Η έρευνά του πρέπει να έχει στόχο τον εντοπισμό ενός σκανδάλου, μιας κατάχρησης, μιας δωροδοκίας, μιας σεξουαλικής ιδιαιτερότητας σημαίνοντος προσώπου ή ενός ανθρώπινου λάθους κατά τη διάρκεια μιας εγχείρησης… Το «δένει» το θέμα από όλες τις πλευρές και μετά κλείνει ραντεβού με τον ένοχο. Ένας πρωτάρης θα εκπλαγεί διαπιστώνοντας το πόσο εύκολα ο άνθρωπος απέναντί του θα συμφωνήσει πως ένα τέτοιο ρεπορτάζ δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να δημοσιευθεί. Έτσι, ξεκινάει μια λαμπρή καριέρα για τον ρεπόρτερ η οποία σύντομα θα μπορέσει να τον κάνει εκδότη, ώστε να μην κουράζεται να ξετρυπώνει ο ίδιος τα «λαβράκια». Να του μείνει μόνο το καθήκον να τα διαπραγματεύεται. Κάποιοι ισχυρίζονται πως μια τέτοια δραστηριότητα είναι παράνομη. Πιθανόν να έχουν δίκιο, αν αυτό το συνδυάσει κανείς με το γεγονός ότι η πολιτεία συντηρεί κάποιους μηχανισμούς δίωξης. Οι οποίοι, ωστόσο, επειδή η έρευνα απαιτεί χρόνο και κυρίως κόπο, αρκούνται μόνο σε δειγματοληπτικούς ελέγχους. Οπότε… ψύλλος στ’ άχυρα.Τώρα βέβαια αν σπάσει ο διάολος το πόδι του και ο φίλος μας βρεθεί κάποτε μέσα σε ένα τέτοιο δείγμα, εντάξει… Θα έχει λεφτά για τον υπαλληλάκο που θα του την πέσει.
Δημήτρης Βάρος Μάρτιος 2008

Δημήτρης Βάρος
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Ο Δημήτρης Βάρος είναι έλληνας ποιητής, δημοσιογράφος και φωτογράφος. Γεννήθηκε στη Χίο το 1949. Σπούδασε δημοσιογραφία στο Λονδίνο και διετέλεσε διευθυντής σύνταξης και διευθυντής στις εφημερίδες Χιακός Λαός, Ακρόπολη, Έθνος, Πρώτη, Έθνος της Κυριακής, Τύπος της Κυριακής και σε πολλά οικονομικά, πολιτικά και τεχνικά περιοδικά όπως Ελληνική Ναυτιλιακή, Χρόνος, Κεφάλαιο, Logistics & Management, Car & Truck, Ecotec, Εργοταξιακά Θέματα κ.ά.
Εξέδωσε τα βιβλία Φρύνη, Θηρασία, Ανδρομέδα, Ω ξειν, We are Greeks, Painting with a camera κ.α.

31 Mart 2008 Pazartesi

Παιδι απτα παλια...

Αυτούσιο το mail που μου έστειλε ο σαλαλουκ:

H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε. Ήμαστε μια
γενιά σε αναμονή: περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας. Έπρεπε να
περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό
ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο
το πρωί για να κοινωνήσουμε. Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή.


Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί.
Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναμε
ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το
«σύνδρομο της τουριστικής θέσης». Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια
και μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά. Ανεβαίναμε στα ποδήλατα
χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσικλέτες
χωρίς δίπλωμα. Οι κούνιες ήταν φτιαγμένα από μέταλλο και είχαν κοφτερές
γωνίες.


Ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια.
Περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες
κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε
ξεχάσει να βάλουμε φρένα. Παίζαμε «μακριά γαιδούρα» και κανείς μας δεν
έπαθε κήλη ή εξάρθρωση. Βγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε
όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα
φώτα στους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να μάς βρει. Τότε δεν υπήρχαν
κινητά. Σπάγαμε τα κόκκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος
για να τιμωρήσει τους «υπεύθυνους» Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με
πέτρες και ξύλα και δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και
όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα. Δεν υπήρχε κάποιος να
κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου. Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο
ένας στον άλλος και μάθαμε να το ξεπερνάμε.


Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Ίσως
κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο. Μοιραζόμασταν μπουκάλια
νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα.
Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν
πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξύδι.


Δεν είχαμε Playstations, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες
με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet. Εμείς είχαμε φίλους. Κανονίζαμε να
βγούμε μαζί τους και βγαίναμε. Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά
βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό,
κρυφτό, αμπάριζα... μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία. Περνούσαμε τη μέρα μας
έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Φτιάχναμε παιχνίδια μόνοι μας από ξύλα.
Χάσαμε χιλιάδες μπάλλες ποδοσφαίρου. Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση,
όχι εμφιαλωμένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση.
Κυνηγούσαμε σαύρες και πουλιά με αεροβόλα στην εξοχή, παρά το ότι ήμασταν
ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να μας επιβλέπουν. Θεέ μου!


Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους
φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το! Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους
γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω στο σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν
υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε;


Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε
να συμβιβαστούν με την απογοήτευση. Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο
άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να
περάσουν όλοι. Τι φρίκη!


Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες
στην παραλία χωρίς αντιηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς
μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ. Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην
άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά. Ρίχναμε τα κορίτσια
κυνηγώντας τα για να τους βάλουμε χέρι, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο
chat room και γράφοντας ; ) : D : P


Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά
μάθαμε και ωριμάσαμε. Δεν θα πρέπει να μάς παραξενεύει που τα σημερινά
παιδιά είναι κακομαθημένα και χαζοχαρούμενα.


Αν εσύ είσαι από τους «παλιούς»... συγχαρητήρια! Είχες την τύχη να
μεγαλώσεις σαν παιδί...

28 Mart 2008 Cuma

Αδράνεια

Αυτές τις μέρες από την τηλεόραση της Βουλής (ΕΤ1), παρακολουθούμε τους κυβερνητικούς βουλευτές να κατακεραυνώνουν την αντιπολίτευση , ότι δήθεν είναι θιασώτης της αδράνειας και εναντιώνεται στις επερχόμενες μεταρρυθμίσεις.
Υπόθεση Εργασίας
Αν οι επερχόμενες μεταρρυθμίσεις αποβαίνουν εις βάρος του κοινωνικού συνόλου, γιατί θα πρέπει η αδράνεια κατ' ανάγκην να είναι κακό πράγμα;


25 Mart 2008 Salı

Pretender *

.....Αλλά η πραγματικότητα δυστυχώς είναι αμείλικτη. Το ΠαΣοΚ έχει πρόβλημα σχεδίου, ηγεσίας και πολιτικού προσωπικού. Και αυτό το καταγράφουν όλες οι δημοσκοπήσεις, το λέει και η στοιχειώδης παρατηρητικότητα: τίποτα από τα χρειώδη δεν είναι σαφές. * Είναι κόμμα εξουσίας ή κίνημα διαμαρτυρίας; Αν είναι το πρώτο, γιατί το κρύβουν; Αν είναι το δεύτερο, γιατί να προτιμηθούν από τον Συνασπισμό, ο οποίος και μεγαλύτερη ευρηματικότητα στη φασαρία διαθέτει και καλύτερες επιδόσεις στην παρλαπίπα επιδεικνύει;........

Γιάννης Πρετεντέρης Βήμα 25-03-08

Είμαι απολύτως βέβαιος ότι τον Πρετεντέρη τον έχει στρατολογήσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Όσο πιο πολλά γράφει και λέει εναντίον του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς , τόσον το κόμμα αυτό θα ανεβαίνει στην εκτίμηση του λαού.

* Pretender = Kάποιος του οποίου η αξίωση αμφισβητείται

23 Mart 2008 Pazar

Τρεις λεξεις γραμμένες με το ζόρι
Τοσα πολλα που θελουν να ειποθουν
αλλα τίποτε δεν ακούγετε
Οι επιθυμίες με στοιχειώνουνε
ζούνε μέσα μου
Πράγματα που ποτε δεν ξεστόμισα
και άλλα που είπα
και κανένας δεν άκουσε.