13 Haziran 2014 Cuma

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ - Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΠΑΙΔΙΟΥ (Συλλογή: Ο περίπατος - 1960)


12 Haziran 2014 Perşembe

Fr. Kafka: Ίχνη ανα-τροπής/Franz Kafka's In the Penal Colony


για κάθε Άγγελο Είναι πικρή η γεύση της αιωνιότητας

Είχες δεν είχες με ξεγύμνωσες
και σπαρταρώ σαν ψάρι μες το δίχτυ
έγδαρες την επιδερμίδα μου
κι έκοψες μια Λίβρα Κρέας

λένε πως είναι απελευθέρωση
όμως η σάρκα μου σφαδάζει από τον πόνο
Οδυνηρή αυτή η ηδονή
και με ματώνεις,οπως  καθε Ανοιξη

πως να αντέξουμε την πίεση της σάρκας μας
καθώς κυλά μέσα στις φλέβες μας ο χρόνος
έτσι που με ρουφαν ξανά τα μάτια σου
και χάνομαι στο πηγάδι της Μνήμης ......


για κάθε Άγγελο
Είναι πικρή η γεύση της αιωνιότητας
πολύ δε περισσότερο για τους Έκπτωτους


μια προφητικη συνεντευξη (16.08.2011) -του Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ Η Ιστορία δεν μοιάζει με ήσυχο ποτάμι | Kathimerini www.kathimerini.gr



  1. Η Ιστορία δεν μοιάζει με ήσυχο ποτάμι | Kathimerini
    www.kathimerini.gr
    Η Ιστορία δεν μοιάζει με ήσυχο ποτάμι Ο φιλόσοφος Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ μιλά για την «εβραιοφοβ


    ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

    Η Ιστορία δεν μοιάζει με ήσυχο ποτάμι


    Η Ιστορία δεν μοιάζει με ήσυχο ποτάμι
    Ο φιλόσοφος Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ μιλά για την «εβραιοφοβία», τους «Αγανακτισμένους» και την Ακρα Δεξιά στην Ευρώπη


    Συνέντευξη στον Ανδρεα Πανταζοπουλο
    Ο φιλόσοφος, πολιτειολόγος και ιστορικός των ιδεών Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ (Pierre-Andre Taguieff), γνωστός και στο ελληνικό κοινό για το έργο του, σχετικά με τον ρατσισμό, τον αντισημιτισμό, την Aκρα Δεξιά και τον λαϊκισμό, με την ευκαιρία της έκδοσης αυτές τις ημέρες στα ελληνικά, σε παγκόσμια πρώτη έκδοση, ενός νέου βιβλίου του για τον αντισημιτισμό (Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ, Τι είναι αντισημιτισμός; - μετάφραση: Αναστασία Ηλιαδέλη-Ανδρέας Πανταζόπουλος, Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σειρά Εστία Ιδεών, 2011), δέχθηκε να απαντήσει σε ορισμένα ερωτήματά μας για τη μορφή και το περιεχόμενο του νέου αντισημιτισμού. Με αφορμή και την πρόσφατη έκδοση στα γαλλικά ενός νέου του βιβλίου για το ίδιο θέμα (Israel et la Question Juive, Les Provinciales, 2011), ο Ταγκιέφ, στη συνέντευξη που ακολουθεί, συνοψίζει τα χαρακτηριστικά του ρατσιστικού μίσους κατά των Εβραίων και του Ισραήλ και, σχολιάζει τις κινητοποιήσεις των «Αγανακτισμένων» στην Ισπανία και την Ελλάδα, καθώς και τις εκλογικές επιτυχίες της άκρας δεξιάς στην Ευρώπη.
    - Kάνετε λόγο εδώ και είκοσι χρόνια για ένα νέο αντισημιτισμό που τον αποκαλείτε «εβραιοφοβία». Μπορείτε να μας δώσετε τα βασικά της χαρακτηριστικά;
    - Το αξίωμα της νέας εβραιοφοβίας είναι το ακόλουθο: οι Εβραίοι αποτελούν έναν περιττό λαό. Από την άποψη αυτή υπάρχει μια συνέχεια στις μορφές εχθρότητας κατά των Εβραίων. Η πρωταρχική διαφορά συνίσταται στην αντικατάσταση της περί «κοσμοπολιτισμού» ή «νομαδισμού» αιτίασης από τον «εθνικισμό» ή την «αποικιοκρατία»: στον παλιό πολιτικό αντισημιτισμό οι Εβραίοι ενσάρκωναν τον αντί-τύπο του «χωρίς-πατρίδα», σήμερα, στο πλαίσιο μιας εβραιοφοβίας με αντισιωνιστική βάση, ενσαρκώνουν τον αρνητικό τύπο του «εθνικιστή» (αποικιοκράτη, ακόμα και «ρατσιστή»). Συνεπάγεται ότι η ένταξη των Εβραίων στην κοινή ανθρωπότητα τίθεται εν αμφιβόλω, και, κατά τον ίδιο τρόπο, για τους ριζοσπάστες αντιεβραίους, αντικείμενο καθαρής άρνησης. Πράγμα το οποίο μπορεί να μεταφρασθεί με την ακόλουθη προσταγή: «Εβραίοι, πάψτε να είσθε Eβραίοι για να γίνετε άνθρωποι!». Οι Εβραίοι, για να γίνουν ανθρωπίνως αποδεκτοί, πρέπει να εξαφανισθούν ως Εβραίοι. Στη νέα όμως αντιεβραϊκή κοσμοαντίληψη, το πρώτο βήμα αυτής της εξαφάνισης δεν είναι άλλο από την καταστροφή του Ισραήλ. Η υλοποίηση αυτού του στόχου αποτελεί τη «λύση» του νέου «εβραϊκού ζητήματος», που είναι αποτέλεσμα του εξισλαμισμού του αντισιωνιστικού λόγου, ο οποίος αναμειγνύει επιχειρήματα εθνικιστικού ή εθνοτικο-εθνικιστικού τύπου με τα πολιτικο-θρησκευτικά θέματα του μουσουλμανικού φονταμενταλισμού. Το «αντισιωνιστικό» πρόγραμμα, στις ριζοσπαστικές εκδοχές του, έχει έναν ρητό στόχο: να «εκκαθαρίσει» ή να «ξεπλύνει» την Παλαιστίνη από τη «σιωνιστική παρουσία», που τη θεωρεί ως «εισβολή» η οποία κηλιδώνει μια παλαιστινιακή ή αραβική (για τους εθνικιστές) γη, ή μια γη του Ισλάμ (για τους ισλαμιστές).
    Τεχνικές προπαγάνδας
    - Τι πρεσβεύει η σημερινή εβραιοφοβία; Ποια είναι η φυσιογνωμία των ριζοσπαστών αντισιωνιστών;
    - Πέντε γνωρίσματα επιτρέπουν να ορισθεί το ύφος και το περιεχόμενο του λόγου των ριζοσπαστών αντισιωνιστών: α) ο συστηματικός χαρακτήρας της κριτικής του Ισραήλ, μια υπερβολική και διαρκής κριτική που παίρνει τη μορφή της δημόσιας καταγγελίας και προσφεύγει στις τεχνικές της προπαγάνδας (συνθήματα, αμαλγάματα, κλπ.), β) η πρακτική του «δύο μέτρα δύο σταθμά» έναντι του Ισραήλ, δηλαδή η προσφυγή στο «διπλό στάνταρντ». Αυτή η συστηματική πρακτική της κακοπιστίας, όταν πρόκειται για το εβραϊκό κράτος, οδηγεί στη μονομερή καταδίκη του Ισραήλ, ανεξαρτήτως κάθε ανάλυσης των γεγονότων\, γ) η δαιμονοποίηση του εβραϊκού κράτους, που αντιμετωπίζεται ως η ενσάρκωση του κακού, πράγμα που προϋποθέτει μια διαρκή κατηγορία της ισραηλινής πολιτικής. Η δαιμονοποίηση αυτή θεμελιώνεται σε έναν τριπλό αναγωγισμό: τον ρατσισμό/ναζισμό/απαρτχάϊντ, την εγκληματικότητα που επικεντρώνεται στον φόνο Παλαιστίνιων (ή μουσουλμανικών) παιδιών, και τη συνωμοσία, δ) η απονομιμοποίηση του εβραϊκού κράτους, η άρνηση του δικαιώματός του να υπάρχει, άρα, η άρνηση του δικαιώματος του εβραϊκού λαού να ζει όπως κάθε άλλος λαός μέσα σε ένα κυρίαρχο κράτος-έθνος, πράγμα το οποίο προϋποθέτει να απομονώνεται το κράτος του Ισραήλ σε όλα τα επίπεδα, οργανώνοντας κυρίως εναντίον του ένα γενικευμένο μποϋκοτάζ, ε) η επαναλαμβανόμενη κλήση για την καταστροφή του εβραϊκού κράτους, που προϋποθέτει την υλοποίηση ενός προγράμματος ριζικής «αποσιωνιστικοποίησης» ή, απλούστερα, έναν πόλεμο εξόντωσης, στον οποίον το πυρηνικό Ιράν θα έπαιζε τον πρωταρχικό ρόλο.
    Η υποκατάσταση
    - Στις αναλύσεις σας εμμένετε ιδιαιτέρως στην πολύ στενή σχέση του ριζοσπαστικού ισλαμισμού με τη νέα εβραιοφοβία, το επαναλαμβανόμενο θέμα της οποίας είναι η καταστροφή του Ισραήλ. Τίθεται όμως ένα ερώτημα. Πώς μπορεί κάποιος να ασκεί κριτική στο Ισραήλ χωρίς να είναι εβραιόφοβος;
    - Ο παλιός αντισημιτισμός επιβιώνει μέσω της απλής υποκατάστασης της λέξης «Εβραίος» από τη λέξη «σιωνιστής», κυρίως στους οπαδούς της συνωμοσιολογικής σκέψης: έτσι, η «διεθνής εβραϊκή συνωμοσία» αναβαπτίζεται στην «παγκόσμια σιωνιστική συνωμοσία». Ο εξισλαμισμός των «Πρωτοκόλλων των Σοφών της Σιών», στα οποία αναφέρεται ο Χάρτης της Χαμάς, αποτελεί τον πρωταρχικό της φορέα.
    Η διεθνής συνωμοσία ερμηνεύεται με παρανοϊκό τρόπο από τους ριζοσπάστες ισλαμιστές, ως μία μεγάλη συνωμοσία κατά του Ισλάμ και των μουσουλμάνων, η οποία καθοδηγείται από τους Εβραίους. Η ίδια η ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ θεωρείται ως η απόδειξη της μεγα-συνωμοσίας. Αν το Ισραήλ πρέπει να καταστραφεί, είναι γιατί αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας επιχείρησης που θεωρείται εγκληματική: της εγκατάστασης των Εβραίων σε μία υποτιθέμενη «γη του Ισλάμ».
    Ο εξισλαμισμός της παλαιστινιακής υπόθεσης καθιστά αδύνατη κάθε πραγματική διαπραγμάτευση που θα κατέληγε σε έναν συμβιβασμό. Σε όλο μου το έργο από τη δεκαετία του 1980, διακρίνω με σαφήνεια τον ριζοσπαστικό αντισιωνισμό από τη θεμιτή κριτική, εντός μιας φιλελεύθερης/πλουραλιστικής προοπτικής, προς την πολιτική της μιας ή της άλλης ισραηλινής κυβέρνησης, δεξιάς ή αριστερής. Η δημοκρατική κριτική της πολιτικής μιας κυβέρνησης, υπαγόμενη στη θεμιτή δημόσια αντιπαράθεση, δεν πρέπει να ταυτίζεται με την κλήση για την καταστροφή ενός κράτους-έθνους. Αυτή όμως η κλήση προς εξαφάνιση αποτελεί την καρδιά του προγράμματος του ριζοσπαστικού αντισιωνισμού.
    H «αγανάκτηση» έγινε μόδα
    - Σήμερα, στην Ελλάδα, αλλά και στην Ισπανία, έχει κάνει την αυθόρμητη εμφάνισή του ένα νέο κίνημα, οι «Αγανακτισμένοι». Στρέφεται κατά των «διεφθαρμένων» πολιτικών συστημάτων, κατά της «ολιγαρχίας». Πώς να ερμηνεύσουμε αυτές τις κινητοποιήσεις; Η «αγανάκτηση» είναι το άλλο όνομα ενός αριστερού λαϊκισμού;
    - Δεν πιστεύω ότι οι κινητοποιήσεις που φέρουν το όνομα «αγανακτισμένοι», στην Ισπανία ή στην Ελλάδα, είναι «αυθόρμητες». Βρήκαν το μοντέλο τους στις μαζικές διαδηλώσεις, οι οποίες, σε ορισμένες χώρες του Μαγκρέμπ ή του Μακρέκ, κατέληξαν σε αυτό που ο μιντιακός κόσμος, σε μια έξαρση λυρικής ψευδαίσθησης, βάφτισε «αραβική άνοιξη». Η μόνη αυθεντικότητά τους ήταν ότι άδραξαν τη μοδάτη λέξη που έθεσε σε κυκλοφορία ο ασήμαντος λίβελος του Στεφάν Εσσέλ, του ψευδο-συντάκτη της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
    Η λέξη «αγανάκτηση» είναι πανσυλλεκτική. Μπορεί να μπει σε όλες τις σάλτσες. Ποιος δεν είναι «αγανακτισμένος» για τον έναν ή τον άλλο λόγο; Σε κάθε πολιτικό κίνημα πρέπει να διακρίνουμε τη ρητορική διατύπωση από τις βλέψεις ή τις πραγματικές προθέσεις. Η ρητορική διατύπωση των «αραβικών εξεγέρσεων» πρόκρινε τα μοτίβα της «ελευθερίας», της «δημοκρατίας» και της «δικαιοσύνης», καθώς και την καταγγελία της «διαφθοράς». Η πραγματική τους στόχευση ήταν να εκδιώξουν την ιθύνουσα ομάδα («Φύγε»!): το επίπεδο μηδέν του πολιτικού προγράμματος, έκφραση μιας απόρριψης συνοδευόμενης από διακίνηση φημών.
    Αυτές οι υποτιθέμενες «επαναστάσεις» δεν ήταν παρά πραξικοπήματα, ακριβέστερα, στρατιωτικά πραξικοπήματα μεταμφιεσμένα σε νίκες του «λαού» ή της «δημοκρατίας». Στις ευρωπαϊκές δημοκρατίες, για τους «αγανακτισμένους», το διακύβευμα είναι επιπλέον να πάρουν την εξουσία (αρνητικά οριζόμενη: να εκδιώξουν από την εξουσία τους «διεφθαρμένους» ή τους «κλέφτες»), αλλά ο εχθρός δεν ορίζεται με σαφήνεια, ούτε η ομάδα διαμαρτυρίας μπορεί με επάρκεια να ταυτοποιηθεί. Οι ηγέτες δεν είναι πολιτικά αξιόπιστοι. Το πρόγραμμα είναι και σε αυτό το σημείο υπερ-μινιμαλιστικό και πλήρως αρνητικό: ενάντια στους «διεφθαρμένους» κ. λπ.
    Ο Γάλλος μαρξο-λαϊκιστής Ζαν-Λυκ Μελανσόν διατύπωσε το σύνθημα: «Να φύγουν όλοι!». Η δαιμονοποίηση του εχθρού αντικαθιστά την ανάλυση της κατάστασης και τον στοχασμό για τους πολιτικούς στόχους. Τίποτα δεν είναι πιο αξιοθρήνητο από την προσφυγή των Ελλήνων «αγανακτισμένων» στα πιο τετριμμένα προπαγανδιστικά αμαλγάματα του τύπου «Ναζί-Ναζί/Μέρκελ-Σαρκοζί». Η ναζιστικοποίηση του αντιπάλου είναι ο νέος σοσιαλισμός των ηλιθίων. Θλίβεται κανείς μπροστά στη διανοητική μιζέρια μιας τέτοιας πολιτικής αμφισβήτησης.
    Η αγανάκτηση δεν συνιστά πολιτική, εικονίζει τη σημερινή τάση προς το απολίτικο, που αντικαθιστά τον πολιτικό στοχασμό από έναν χωρίς προοπτικές ηθικισμό, ή από αντικαπιταλιστικά αναθέματα διεπόμενα από το μαγικό φαντασιακό. Οσο για τη στρατηγική, αυτή ανάγεται στην πρωτογενή πολιτική έκφραση που είναι η διαδήλωση. Ακόμα μια φορά, η «οργή» του λαού ή των μαζών ιεροποιείται. Στο βάθος, όμως, πιστεύω ότι αυτές οι κινητοποιήσεις εκφράζουν έναν φόβο του μέλλοντος, που έγινε τελείως αδιαφανές. Το μεγάλο μήνυμα που ακούγεται σε αυτές τις συγκεντρώσεις των θυμάτων της χρηματιστικοποιημένης κρίσης, είναι το αναπάντητο ερώτημα: «τι θα απογίνουμε;». Πρόκειται για ερώτημα που τίθεται όταν κάποιος είναι απολιθωμένος από το αίσθημα ότι ζει την τελική παρακμή. Συνεπώς, δεν πρόκειται τόσο για διεκδικήσεις όσο για θρηνωδίες, ενδεχομένως συνοδευόμενες από βιαιότητες. Για μιζεραμπιλισμό μάλλον, παρά για λαϊκισμό. Για περισσότερο ή λιγότερο οργισμένες οιμωγές των «θυμάτων», παρά για πραγματικές εξεγέρσεις.
    Οι απογοητευμένοι του παρόντος εμφανίζονται την ίδια στιγμή ως οι αποκλεισμένοι του μέλλοντος. Η αλήθεια αυτών των κινητοποιήσεων είναι το αίσθημα μιας ολικής αδυναμίας των πολιτικών ιθυνόντων, που έχουν παρασυρθεί από τις ανεξέλεγκτες αναταράξεις μιας χρηματιστικοποιημένης οικονομίας. Αυτό που αποκαλείται παγκοσμιοποίηση, νέα φιγούρα του πεπρωμένου, απρόσωπη και ανελέητη. Καμία απάντηση δεν είναι πλέον αξιόπιστη στην ερώτηση «Τι να κάνουμε;». Αυτό που κερδίζει έδαφος είναι η απελπισία, δηλαδή το κατεξοχήν απολιτικό πάθος. Το μίσος κατά των «σάπιων» ή των «κλεφτών» μπορεί να οδηγήσει οπουδήποτε. Περιλαμβανομένης και μιας νέας μορφής δικτατορίας, μιας μετα-φιλελεύθερης δικτατορίας.
    ία», τους «Αγανακτισμένους» 
      Ο λαϊκισμός και η Ακρα Δεξιά
    - Τον τελευταίο καιρό ιδιαίτερα, «η Ευρώπη της άκρας δεξιάς» κερδίζει έδαφος, όπως το είδαμε και με την περίπτωση των «Πραγματικών Φινλανδών». Στη Γαλλία, επίσης, η Μαρίν Λεπέν θέλει να καταστήσει σεβαστό το κόμμα της. Ποιες είναι οι αιτίες αυτής της νέας ώθησης;
    - Στη δεκαετία του 2000, γίναμε μάρτυρες της εξαφάνισης των καταστατικών στοιχείων του πεδίου της άκρας δεξιάς, όπως αυτό αναδιαμορφώθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι «νέο-» εξαφανίσθηκαν, αφήνοντας χώρο σε κινήματα ή αναδυόμενα κόμματα που δεν παρουσιάζονται ως κληρονόμοι μιας καλά προσδιορισμένης παράδοσης. «Νεο-ναζί» και «νεο-φασίστες» δεν είναι πλέον παρά φολκλορικές επιβιώσεις, έχοντας μεγαλύτερη σχέση με την «αντεργκράουντ» κουλτούρα των δεκαετιών του εξήντα και του εβδομήντα παρά με το Τρίτο Ράιχ.
    Ο, τι σήμερα εξακολουθούμε να αποκαλούμε «άκρα δεξιά», λόγω παλιάς γλωσσικής συνήθειας, συνομαδώνει και αμαλγαμοποιεί με καταχρηστικό τρόπο όλες τις περισσότερο ή λιγότερο ενορμητικές αντιδράσεις κατά της χρηματιστικής παγκοσμιοποίησης και του εξευρωπαϊσμού προς μια μεταεθνική κατεύθυνση. Αυτές όμως οι αντιδράσεις βαίνουν προς κάθε κατεύθυνση: μπορούν να ερμηνευθούν ως «πρόοδοι» ή ως «παλινδρομήσεις», νομιμοποιημένες ή μη «αντιστάσεις», αναδυόμενες μορφές ξενοφοβίας ή ταυτοτικές επιβεβαιώσεις που μένουν στο πλαίσιο του δημοκρατικού πλουραλισμού.
    Το συγκινησιακο-φαντασιακό τους φόντο είναι ο φόβος, που εντοπίζεται είτε στο παρόν (φόβος απώλειας κεκτημένων), είτε στο μέλλον (φόβος εθνοτικοποιημένων εμφυλίων πολέμων). Η διανοητική οκνηρία οδηγεί στο να ερμηνεύουμε όλες αυτές τις μαζικές αντιδράσεις αρνητικά, να τις δαιμονοποιούμε ανάγοντάς τες σε εκφράσεις μιας φαντασματικής «άκρας δεξιάς», η οποία είναι καταδικασμένη από το Νόημα της Ιστορίας. Αυτή είναι η μεγάλη ψευδαίσθηση, κληρονομιά του εγελιανο-μαρξιστικού 19ου αιώνα. Γιατί δεν υπάρχει Νόημα της Ιστορίας: η παγκοσμιοποίηση βαίνει προς κάθε κατεύθυνση, και προκαλεί αντιδράσεις που και αυτές οδεύουν προς κάθε κατεύθυνση.
    Η ενίσχυση της Ευρώπης δεν είναι περισσότερο πιθανή από την κατάρρευσή της μετά την εξαφάνιση του ευρώ, ακολουθούμενη από γενικευμένες επανεθνοτικοποιήσεις ή ανακερματισμούς, που μπορεί να ωφελήσουν τα παλιά κράτη-έθνη, αλλά που μπορεί και να ευνοήσουν τη διάλυσή τους. Το νέο «Εθνικό Μέτωπο» της Μαρίν Λεπέν εικονίζει καλά τα διφορούμενα των εθνικο-λαϊκιστικών κινημάτων: στον ιδεολογικό τους λόγο βρίσκουμε δάνεια τόσο από την ακροαριστερή αντι-παγκοσμιοποίηση όσο και στοιχεία που προέρχονται από εθνικιστικές παραδόσεις. Κάτι που τα καθιστά ταυτοχρόνως αταξινόμητα και ελκυστικά. Αλλά αυτό, ακριβώς, πρέπει να μας κάνει ώστε να τα ενσωματώσουμε στο «ομαλό» πολιτικό παιγνίδι.
    - Τι πρέπει να κάνουν οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες;
    - Οι νέοι ταυτοτικοί λαϊκισμοί ή οι λαϊκισμοί διαμαρτυρίας διαβρώνουν τις αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες εκ των έσω. Εκπροσωπούν γι' αυτές μια πρόκληση που πρέπει να την αντιμετωπίσουν με διαύγεια και κουράγιο. Αν η «εξομάλυνση» των λαϊκιστικών κινημάτων δεν επιχειρηθεί, τα παλιά κόμματα αριστεράς και δεξιάς κινδυνεύουν να χάσουν την ελκτικότητά τους, και να καταλήξουν να ταυτισθούν μέσα σε ένα αδιαφοροποίητο κέντρο έναντι του οποίου θα κατισχύσει το νέο στρατόπεδο της «αλλαγής» (μαγική λέξη σήμερα που προκρίνεται από τους δημαγωγούς), μονοπωλούμενης από τους δημαγωγούς της «αντιπαγκοσμιοποίησης».
    Αυτοί οι τελευταίοι θα βρίσκουν εύφορο έδαφος στο να καταγγέλλουν τη διεθνή «πλουτοκρατία» ή τις χρηματιστικές ολιγαρχίες, την ευρωπαϊστική «γραφειοκρατία», κλπ. Εδώ βρίσκονται τα στοιχεία του νέου λόγου της εξέγερσης «της γης των κολασμένων». Η κρίση να γενικευθεί ριζοσπαστικοποιούμενη, και οι νέοι δημαγωγοί που δεν θα αργήσουν να αναδυθούν, η πολιτική φύση εχθρεύεται το κενό, να παρουσιασθούν ως σωτήρες γοητεύοντας τα πελαγωμένα πλήθη. Αυτοί όμως οι δημαγωγοί δεν θα έχουν άλλη νομιμοποίηση από αυτή που θα τους αποδίδει το κυνηγητό των εικαζόμενων υπευθύνων των συμφορών του «λαού» τους, κυνήγι μαγισσών που θα μπορούσε να πάρει τη μορφή κλητεύσεων για εμφύλιο πόλεμο ή εκστρατειών σε περιφερειακούς πολέμους.
    Φυγή προς τα μπρος μέσα στο χάος. Τότε, η ειρωνεία της Ιστορίας θα μπορούσε να πάρει το πρόσωπο του τραγικού. Αλλά ποιος μπορεί να πιστεύει ότι η πορεία της Ιστορίας μοιάζει με αυτή ενός ήσυχου ποταμού;
    Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Πώλ Βιριλιό, Η διαδικασία της σιωπής,νησιδες

Πώλ Βιριλιό, Η διαδικασία της σιωπής
Ο Πωλ Βιριλιό, πολεοδόμος και δοκιμιογράφος, ανήκει στους στοχαστές εκείνους, καθήκον των οποίων φαίνεται ότι είναι η συγγραφή λημμάτων στην Εγκυκλοπαίδεια των Δεινών της εποχής μας. Η ματιά του είναι αιχμηρή, οι παρατηρήσεις του πάντα ικανές να προκαλέσουν συζητήσεις. Στον παρόντα τόμο, συγκατοικούν δυο διαλέξεις, όπου ο Βιριλιό επιχειρεί μιαν αποτίμηση της λεγόμενης μοντέρνας τέχνης, σε συνδυασμό με την τέχνη αλλά και την τεχνο-επιστήμη (τεχνική/ τεχνολογία + επιστήμη) των ημερών μας. - Κεντρική θέση του Βιριλιό είναι ότι η μοντέρνα τέχνη ήταν αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τη βία και τη βαναυσότητα, αποτέλεσε τον προάγγελο των μαζικών ολέθρων του 20ού αι., κήρυκα του γενικευμένου μηδενισμού των καιρών μας. - Εδώ καταγγέλλονται, ορθά, οι φαιδρές, μάλλον κωμικοτραγικές υπερβολές ορισμένων εκπροσώπων της σύγχρονης τέχνης, κατ' ουσίαν ορισμένων «σταρ» των εικαστικών τεχνών. Ο Γκύντερ φον Χάγκενς, επί παραδείγματι, παρουσιάζει, το 1998, στο Μάνχαϊμ, την έκθεση «Οι κόσμοι του σώματος», όπου 800.000 (!) επισκέπτες έσπευσαν για να ατενίσουν διακόσια πτώματα τα οποία ο Χάγκενς, ανατόμος και επινοητής μιας μεθόδου συντήρησης των πτωμάτων, είχε στήσει σε διάφορες πόζες που θύμιζαν αρχαία αγάλματα. - Άλλο εφιαλτικό δείγμα αποτελεί ο Χέρμαν Νιτς, ο οποίος θυσίαζε ζώα σε ένα «αιματοβαμμένο και ακόλαστο τελετουργικό». Επίσης, ο Ρούντολφ Σβάρτσκογκλερ, ο οποίος απεβίωσε ύστερα από τον αυτοευνουχισμό του κατά τη διάρκεια μιας performance-action η οποία εκτυλισσόταν χωρίς παρουσία θεατών, κεκλεισμένων των θυρών, με πρωταγωνιστές τον καλλιτέχνη και μια κάμερα. - Ο Βιριλιό συσχετίζει αυτές τις ανόητες ακρότητες με τις φρικαλεότητες στην Πνομ Πενχ, όπου η καμποτζιανή κυβέρνηση (η angkar) εκτελούσε εν ψυχρώ (πρώτα τις γυναίκες και τα παιδιά) χιλιάδες αθώους, αφού πρώτα τους είχε φωτογραφίσει επιμελώς. Κι ακόμη, με το Αουσβιτς και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, με τον ναζιστικό τρόμο. - Μας επισημαίνει τη φρίκη ενός κομφορμισμού της ευτέλειας, τονίζει την τάση αυτοκαταστροφής που είναι δεσπόζουσα την τέχνη του 20ού αι., αλλά και ανάμεσα στους δημιουργούς της (δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες οι αυτόχειρες) και με ένα ομολογουμένως εντυπωσιακό αλλά, κατά τη γνώμη μας, λίαν συζητήσιμο λογικό άλμα, φτάνει να συσχετίσει τη διάθεση του ζωγράφου Μαρκ Ρόθκο να μη φιλοτεχνεί ζωγραφιές γαλήνιες αλλά να φυλακίζει την πιο απόλυτη βία σε κάθε τετραγωνικό εκατοστόμετρο της επιφανείας του, με τη βία που επικρατεί στα rave parties και στα υπόγεια των εργατικών προαστίων. - Ακριβώς εδώ, σε τέτοια λογικά άλματα, ελλοχεύει ο κίνδυνος πολλών παρεξηγήσεων. Ο Βιριλιό φαίνεται ότι αγνοεί τη διαλεκτική των πρωτοποριών, της αιχμής της μοντέρνας τέχνης. Επιλέγει κάποιες ακραίες εκφράσεις και εκφάνσεις της, τις υπογραμμίζει, τις αποκόπτει από τα ιστορικά συμφραζόμενά τους και επιχειρεί τολμηρούς συσχετισμούς με τα δεινά της εποχής μας. Εδώ, τηρουμένων πολλών αναλογιών, ο Βιριλιό μάς θυμίζει τους λεγόμενους «νέους» (και τόσο ταχέως γηρασμένους) φιλοσόφους (Αντρέ Γκλυκσμάν, Μπερνάρ Ανρί-Λεβί και κομπανία) οι οποίοι αποφάνθηκαν ότι τα Γκουλάγκ και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως έφταιγαν ο Χέγκελ, ο Μαρξ και οι, κατά τον Φρανσουά Λυοτάρ, «μεγάλες αφηγήσεις». - Ο Βιριλιό διατείνεται ότι, εκκινώντας από την όποια βία και τάση για σκάνδαλο που χαρακτήριζε τις ιστορικές πρωτοπορίες, φτάσαμε σήμερα στο «άμετρο για το άμετρο» (κατά το «η τέχνη για την τέχνη»), φτάσαμε σε μιαν ολέθρια εξοικείωση με τις εικόνες και συνάμα σε μιαν εξ ίσου ολέθρια απουσία βάρους των λέξεων. Ωραία ιδωμένο, ωραία ειπωμένο. - Ωστόσο, η όποια βιαιότητα κάποιων διακηρύξεων των ντανταϊστών, των λετριστών και των καταστασιακών δεν είναι δυνατόν να γίνει κατανοητή, αν την λαμβάνουμε τοις μετρητοίς. Αποτελούσε μέρος, και όχι το μεγαλύτερο, ενός προγράμματος και ενός προτάγματος που ο Βιριλιό δεν αντιλαμβάνεται με διαύγεια. Όταν ο ντανταϊστής Ρίχαρντ Χίλζενμπεκ ωρυόταν «Είμαστε υπέρ του πολέμου. Ο ντανταϊσμός είναι, και σήμερα ακόμη, υπέρ του πολέμου. Η ζωή πρέπει να πονάει. Δεν υπάρχει αρκετή σκληρότητα», κάθε άλλο παρά υπεραμυνόταν του μεγάλου μακελειού του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, όπως, αντίθετα, έκαναν οι ιταλοί φουτουριστές με επικεφαλής τον Μαρινέτι. Οι ντανταϊστές, όπως και οι υπερρεαλιστές (ο Αντρέ Μπρετόν την ίδια εποχή ωρυόταν «Ζήτω η Γερμανία! Είμαστε όλοι γερμανοί!») επιχειρούσαν να εναντιωθούν στην κυρίαρχη τάξη της χώρας τους, επιχειρούσαν, δια του σκανδάλου, να δείξουν ότι οι κυρίαρχες τάξεις, και όχι οι λαοί, δημιουργούν τις εκατόμβες των θυμάτων. - Περαιτέρω, όταν ο Γκυ Ντεμπόρ διακηρύσσει, με αφορμή την κορυφαία πρωτοποριακή του ταινία «Ουρλιαχτά για χάρη στου Σαντ» (το 1952) ότι ήθελε να σκοτώσει τον κινηματογράφο επειδή ήταν πιο εύκολο από το να σκοτώσει έναν περαστικό, δεν το εννούσε κυριολεκτικά, όπως θεωρεί ο Βιριλιό, αλλά επιχειρούσε έναν ευφυή σχολιασμό σε μια σκανδαλώδη φράση του Μπρετόν (στα ΜΑΝΙΦΕΣΤΑ ΤΟΥ ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΥ). Κι αυτό γιατί, πρώτιστη μέριμνα του νεαρού τότε λετριστή, ήταν η πατροκτονική εναντίωση στην κορυφαία πρωτοπορία του 20ού αι., τον υπερρεαλισμό, και φυσικά στον γενάρχη και ηγέτη της, τον Μπρετόν. Η άγνοια τέτοιων ιστορικών περιστατικών οδηγεί σε εσφαλμένες ερμηνείες και σε πολύ δυσάρεστες παρεξηγήσεις. - Ο Βιριλιό θα έπρεπε να γνωρίζει ότι υπάρχει ένα κόκκινο νήμα που ενώνει τις ιστορικές πρωτοπορίες, το κίνημα Νταντά και τον Υπερρεαλισμό, με τις πρωτοποριακές συνομαδώσεις του δεύτερου ημίσεως του 20ού αι., κυρίως τη Λετριστική και την Καταστασιακή Διεθνή: και αυτό είναι το πρόγραμμα της υπέρβασης, του ξεπεράσματος της τέχνης, και της πραγμάτωσής της στο κοινωνικό πεδίο. Καμία σχέση με τις φρικαλεότητες των Κόκκινων Χμερ, των σταλινικών γκουλάγκ ή των ναζιστικών στρατοπέδων συγκεντρώσεως. Κι ακόμη, καμία σχέση με την αποσβόλωση και την αποχαύνωση των μαζών μπροστά στην κυριαρχία των εικόνων και στην απουσία βάρους των λέξεων. Απεναντίας, όπως θα όφειλε να γνωρίζει ο Βιριλιό, πολλοί ντανταϊστές αρνήθηκαν να λάβουν μέρος στο σφαγείο του πολέμου (μάλιστα ο Αρτύρ Κραβάν έμεινε στην ιστορία ως λιποτάκτης δεκαεφτά στρατών!!), πολλοί υπερρεαλιστές φυλακίστηκαν ή και θανατώθηκαν από τους ναζί (ο Ρομπέρ Ντεσνός μάλιστα, σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως), ενώ ακριβώς οι λετριστές και εν συνεχεία οι καταστασιακοί ήταν εκείνοι που, με προεξάρχουσα μορφή τον Ντεμπόρ, κατάφεραν να διατυπώσουν τη διαυγέστερη και αυστηρότερη κριτική στα δεινά που ταλάνισαν τον 20ό αι. - Οσο για την απόφανση του Βιριλιό περί «απουσίας βάρους των λέξεων», αξίζει να σημειώσουμε ότι όλες μα όλες οι προειρηθείσες πρωτοπορίες συνόδευσαν τις δραστηριότητές τους στον εικαστικό τομέα με πληθώρα θεωρητικών κειμένων στα οποία εξηγούσαν εναργώς τα γιατί και τα πώς αυτών των δραστηριοτήτων τους και μάλιστα, σε πολλές αξιομνημόνευτες περιπτώσεις, προχωρούσαν σε δριμεία κοινωνική κριτική, προχωρούσαν πέρα από τη σφαίρα της τέχνης σε μια ολική θεώρηση του κόσμου, στη σύλληψη ενός οράματος για μιαν ανθρωπότητα αφοσιωμένη στα συναρπαστικά παιχνίδια της δημιουργικότητας και της ελευθερίας. - Απαντώντας στον Βιριλιό με τα λόγια ενός υπερρεαλιστή: «Ο άνθρωπος είναι η απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση».
(Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης, Βιβλιοθήκη της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, 1. 11. 2002)

Για τον πάντα εύστοχο πολεοδόμο, συγγραφέα και φιλόσοφο Πωλ Βιριλιό (στο βιβλίο του Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ), «στο εξής, ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΜΙΛΑΕΙ, ΣΥΝΑΙΝΕΙ, καμιά σιωπή δεν μπορεί να είναι αποδοκιμαστική, ανθιστάμενη, αλλά μόνο συναινούσα». Τώρα που η τέχνη εξυπηρετεί καλύτερα τους στόχους του θεάματος, ο καλλιτέχνης μοιάζει με τον δήμιο. Οσο πιο απάνθρωπη και ωμή γίνεται η τέχνη του, τόσο περισσότερο εξοικειώνει τους συνανθρώπους του με την οριστική άλωση της ζωής. Η «διάγνωση» του Βιριλιό μιλά για «κλινική ηδονοβλεπτικότητα»: κάποιοι παραχωρούν το σώμα τους χωρίς ενδοιασμούς, επιτρέποντας σε επίδοξους Μένγκελε [ο Μένγκελε ήταν ναζί γιατρός που έκανε απάνθρωπα πειράματα με τους κρατουμένους των στρατοπέδων συγκεντρώσεως] να κάνουν τα πειράματά τους, ενώ οι υπόλοιποι παρατηρούν αποχαυνωμένοι αυτή τη βίαιη διαδικασία απονέκρωσης. Και το σώμα που βλέπουν, ουσιαστικά, δεν είναι άλλο από το δικό τους. - Γράφει ο γάλλος δοκιμιογράφος: «Η τέχνη του 20ού αι. έχει γίνει τερατώδης, με την έννοια ότι είναι σύγχρονη με τα φαινόμενα αποσβόλωσης των μαζικών κοινωνιών που υποτάσσονται στη διαμόρφωση της γνώμης, στην προπαγάνδα των Μ.Μ.Ε., ενώ συγχρόνως φτάνουν στα άκρα με την τρομοκρατία ή τον ολικό πόλεμο». Η σκηνή του κόσμου κλονίζεται. Τώρα οι θεατές γίνονται ολοένα περισσότερο μάρτυρες βάναυσων και ευτελών θεαμάτων. Εφ' όσον οι πάντες συναινούν, συμμετέχουν κιόλας στο παγκόσμιο πρότζεκτ της τέχνης του θανάτου. «Οσο κι αν δεν αρέσει στον Αντόρνο, μετά όπως και πριν το Αουσβιτς, το θέαμα της ευτέλειας είναι σταθερά παρόν, αλλά έχει γίνει πολιτικά μη ορθό το να το αμφισβητούμε, κι αυτό εν ονόματι της ελευθερίας της έκφρασης, μιας ελευθερίας συγκαιρινής με την τρομοκρατική πολιτική που ήταν, κατά τον Γιόζεφ Γκαίμπελς, η τέχνη να κάνεις εφικτό ό,τι ήταν ανέφικτο». Τελικά, το όλο διακύβευμα της παρακολούθησης αφορά τον θάνατο. Οι προοπτικές για τους ζωντανούς ελαττώνονται και την ίδια στιγμή ωφελούνται οι βιομηχανίες μαζικών καταστροφών. Πώς να ζήσεις όταν καθημερινά σε τρομοκρατούν, ακόμη και οι καλλιτέχνες; Τι αντιρρήσεις να προβάλεις καθηλωμένος πίσω από ένα τζάμι, τι δημιουργικό μπορείς να κάνεις; Να σιωπάς; «Στο εξής, αυτό που μιλάει είναι η εικόνα, όλες οι εικόνες: οι εικόνες των διαφημιστικών αφισών και των οικιακών τηλεοράσεων», σημειώνει ο Βιριλιό, «και των καλλιτεχνικών έργων» θα προσθέταμε προσυπογράφοντας την «προφητεία» του συγγραφέα, που αναμένει «την προσεχή έλευση μιας τρομοκρατικής τέχνης, που θα εγκωμιάζει την αυτοκτονία, τον αυτοακρωτηριασμό που θα παρέτεινε τον τωρινό μεγάλο ενθουσιασμό για τη χάραξη του σώματος, το piercing, ή πάλι το αναίτιο έγκλημα, έλευση μιας θανατοφιλίας που θα ξαναζωντάνευε ένα λησμονημένο σήμερα φασιστικό σύνθημα: Viva la muerte! Ζήτω ο θάνατος!»
(Μανώλης Ανδριωτάκης, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 24. 9. 2002)

Λένε πολλοί ότι "η σύγχρονη τέχνη βρίσκεται σε κρίση" χωρίς να καταλαβαίνουν ότι η κρίση αυτή συμβαδίζει με έναν τρόμο που απειλεί πραγματικά κάθε παράσταση. Χωρίς την τρομοκρατία τα έργα του 20ού αιώνα είναι αδιανόητα, αόρατα. Χωρίς τον πολλαπλασιασμό των κινδύνων των δράμα των σημερινών επιφάσεων είναι ακατανόητο , κατα ορισμένους επιλήψιμο. Πράγματι ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα η Τέχνη ήταν ακόμα μόνον ο πρόδρομος των τραγωδιών που έμελλε σύντομα να μας πλήξουν στις αρχές του 21ου αιώνα, ίσα ίσα η επιστήμη οφείλει να προεικονίσει το άγχος του μέλλοντος. Απαιτώντας με τη σειρά της μια ελευθερία έκφρασης στο ύψος των φιλοδοξιών της, η τεχνοεπιστήμη εγκαινιάζει έναν "εξπρεσιονισμό" του οποίου ο άμετρος χαρακτήρας είναι εφάμιλλος μόνο με την ικανότητα της τεχνοεπιστήμης, να ανατρέπει κάθε νόμο, κάθε ηθική, στο όνομα μόνο της παντοδυναμίας της.

Για τον Βιριλιό, η κρίση της σύγχρονης τέχνης είναι ο μισθός του φόβου μίας μαζικής κουλτούρας που οδηγεί στην εξολόθρευση και φόβου μιας σιωπής που ταυτίζεται με την ανανδρία αφού ως γνωστόν "όποιος δεν μιλάει συναινεί".

[ISBN: 960-8480-90-6]